Tου Άκη Κοσώνα*-Τι ακριβώς γίνεται στην Τουρκία; Πολλά μπορεί να υποθέσει κανείς, αλλά θα πάρει χρόνο να φανεί ποιος είναι ο νέος σχεδιασμός των καθεστωτικών δυνάμεων ο οποίος ασφαλώς δεν θα αλλάζει τη στρατηγική, απλώς θα ασκείται σε διαφορετικές... βαριάντες της τακτικής.Το βέβαιο είναι πως αποτελεί αφέλεια η εκτίμηση των γεγονότων στη βάση του «ο σουλτάνος Ερντογάν τρώει τον ευρωπαϊστή Νταβούτογλου».
Μπορεί να φαίνεται έτσι, μπορεί να είναι έτσι, αλλά το «φάγωμα» είναι
κομμάτι μιας διαδικασίας γνωστής στον πρώην πρωθυπουργό και νυν Πρόεδρο,
που ασκήθηκε νωρίτερα με την περίπτωση του επίσης «ευρωπαϊστή» και
εκσυγχρονιστή Αμπντουλάχ Γκιουλ.
Οι δυτικοί, σε μια παρατεταμένη κρίση υποκρισίας, τόσο μεγάλη που συχνά ταυτίζεται με την πραγματικότητα έτσι όπως εκείνοι την επιθυμούν, προσποιούνται κατά καιρούς ότι βρήκαν το νέο σύγχρονο πολιτικό αστέρι της Τουρκίας.
Που δεν είναι ισλαμιστής, νιώθει Ευρωπαίος, δεν πάσχει από μεγαλοϊδεατισμό και είναι έτοιμος να διαδεχθεί, όταν έρθει η ώρα, τον σκληρό, ιδιόμορφο και περίεργο Ερντογάν. Τελικά έρχεται η ώρα του «αστεριού», που τον τελειώνει αυτός που βρήκε και τον προώθησε στα πράγματα, ο Ερντογάν δηλαδή.
Κατά τα λοιπά, η πολιτική της Τουρκίας παραμένει ως έχει, όπως και οι στόχοι της. Πάσχοντας ή εμπνεόμενη από το αυτοκρατορικό σύνδρομο, η γειτονική χώρα δεν βλέπει κανένα λόγο να μεταβάλλει τους στόχους της τα τελευταία 800 χρόνια, προχωρώντας απλώς στις αναγκαίες προσαρμογές που προκύπτουν από τις ανά τους αιώνες αλλαγές.
Γεωγραφικές και άλλες. Μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ, για το τουρκικό κατεστημένο δεν υπήρξε άλλος πλην του Ταγίπ Ερντογάν που να υλοποίησε καλύτερα αυτούς τους στόχους, αυτό το πρόγραμμα.
Ασφαλώς, συχνά δυσκόλευε τη Δύση με την ιδιόμορφη εθνοκεντρική του πολιτική, όπως και με την αντιπαλότητα που ανέπτυξε με το Ισραήλ. Δεν ενδιαφέρει πολύ αν ο Ερντογάν πίστευε μέσα του ως ιδέα την αντίθεση με το Ισραήλ.
Σημασία στην πολιτική και τη δημόσια ζωή έχουν οι πράξεις, και η στάση του Τούρκου ηγέτη προσδιορίστηκε από την ολομέτωπη επίθεση στο Ισραήλ (αποκάλεσε τον τότε Πρόεδρο Σιμόν Πέρες και τη χώρα του «σφαγέα μικρών παιδιών»), κερδίζοντας αυτομάτως την εκτίμηση των αραβικών πληθυσμών.
Ήταν η εποχή που ο αραβικός κόσμος ήταν «στα κάτω του», χωρίς φυσικούς ηγέτες, με την Αραβική Άνοιξη να εμφανίζεται υποσχόμενη (και αυτή) εκσυγχρονισμό και δυτικοποίηση των χωρών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Προοπτική οριακά εχθρική προς τους πληθυσμούς των χωρών αυτών που ούτε τέτοια κουλτούρα και παράδοση διαθέτουν ούτε προτίθενται να αποκτήσουν. Εκεί ο Ερντογάν έπαιξε επιτυχημένα το μουσουλμανικό χαρτί, κερδίζοντας μερικώς ρόλο ηγέτη/προστάτη του αραβικού κόσμου χωρίς να είναι Άραβας.
Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό της χώρας του, το βαθύ εσωτερικό μιας και Τουρκία δεν είναι μόνο η αναπτυγμένη Κωνσταντινούπολη, εν μέρει η Άγκυρα και δυο- τρεις άλλες πόλεις, έφερνε σειρά αλλαγών ανάπτυξης και ευημερίας, κάτι που του εξασφάλισε τρεις φορές εκλογή του ως πρωθυπουργού με μεγάλες πλειοψηφίες.
Το πράγμα άρχισε να μπερδεύεται όταν αποφάσισε να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά όχι «διακοσμητικός» που θέλει το υπάρχον Σύνταγμα. Πρόεδρος στα πρότυπα ΗΠΑ και Γαλλίας, που ρυθμίζει τα πάντα και αποφασίζει για όλα, αλλά αυτό προϋπέθετε αλλαγή του Συντάγματος.
Προχώρησε στην αντικατάσταση (εξαφάνιση;) του ευρωπαϊστή Αμπντουλάχ Γκιούλ (πρωθυπουργός και Πρόεδρος), που αν και δικός του άνθρωπος έκανε κινήσεις αυτονόμησης, και προώθησε τον Αχμέτ Νταβούτογλου. Τον άλλο ευρωπαϊστή που έχει γράψει το άκρως επεξηγηματικό για τους ιμπεριαλιστικούς στόχους της Τουρκίας
«Το στρατηγικό βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας». Τώρα ήρθε και η σειρά του Νταβούτογλου.
Όλα αυτά άραγε δεν έχουν επίπτωση στην εικόνα, την ισχύ και τις προοπτικές του ίδιου του Ερντογάν; Ασφαλώς έχουν. Αλλά έως ότου εμφανιστεί άλλη πολιτική λύση, ισχυρότερη από τον ίδιο, θα συνεχίσει να ελέγχει το παιχνίδι.
Και επειδή ο Ερντογάν, πέραν των πολιτικών του παθών, αντιμετωπίζει τα πράγματα και την πολιτική του επιβίωση με τεχνικούς όρους, δεν πρέπει και δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει πιθανότητα εμπλοκής με την Ελλάδα. Κάτι που αποκτά μεγαλύτερες πιθανότητες αν αναλογιστεί κανείς ότι πρέπει αφενός να διαφύγει πρόσκαιρα ίσως της κρίσης με τη Ρωσία (δεν ξεπερνιέται εύκολα από τους Ρώσους η κατάρριψη του βομβαρδιστικού τους) και αφετέρου να αποπροσανατολιστεί κάπως η τουρκική και διεθνής κοινή γνώμη από τη σχέση του καθεστώτος με τους ισλαμιστές.
Ας συνεκτιμηθεί με τα υπόλοιπα ο διαρκής φόβος της Τουρκίας για δημιουργία κουρδικού κράτους τόσο στο έδαφος του Ιράκ (έστω ως ομοσπονδία) όσο και στο έδαφος της Συρίας, με προοπτική την οργανική τους σύνδεση με τα εκατομμύρια των Κούρδων στο νότιο τμήμα της Τουρκίας.
Αρκετά σύνθετο το θέμα, για να δίνει κανείς απλές απαντήσεις;.
*Ο Άκης Κοσώνας είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και το Παρίσι. Εργάστηκε ως πολιτικός συντάκτης στο περιοδικό «Αντί» (1983-1987) και στις εφημερίδες Μεσημβρινή, Απογευματινή, Έθνος, Βήμα, Καθημερινή. Έκανε για πολλά χρόνια ραδιόφωνο στον Αθήνα 9.84, του οποίου ήταν ιδρυτικό στέλεχος. Διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ και Γ.Γ. του ΕΟΤ. Εργάστηκε στο ΑΠΕ (1996-2015), έχοντας την ευθύνη των εκδόσεων του πρακτορείου. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Αγορά».
Πηγή: ΑΜΠΕ
Οι δυτικοί, σε μια παρατεταμένη κρίση υποκρισίας, τόσο μεγάλη που συχνά ταυτίζεται με την πραγματικότητα έτσι όπως εκείνοι την επιθυμούν, προσποιούνται κατά καιρούς ότι βρήκαν το νέο σύγχρονο πολιτικό αστέρι της Τουρκίας.
Που δεν είναι ισλαμιστής, νιώθει Ευρωπαίος, δεν πάσχει από μεγαλοϊδεατισμό και είναι έτοιμος να διαδεχθεί, όταν έρθει η ώρα, τον σκληρό, ιδιόμορφο και περίεργο Ερντογάν. Τελικά έρχεται η ώρα του «αστεριού», που τον τελειώνει αυτός που βρήκε και τον προώθησε στα πράγματα, ο Ερντογάν δηλαδή.
Κατά τα λοιπά, η πολιτική της Τουρκίας παραμένει ως έχει, όπως και οι στόχοι της. Πάσχοντας ή εμπνεόμενη από το αυτοκρατορικό σύνδρομο, η γειτονική χώρα δεν βλέπει κανένα λόγο να μεταβάλλει τους στόχους της τα τελευταία 800 χρόνια, προχωρώντας απλώς στις αναγκαίες προσαρμογές που προκύπτουν από τις ανά τους αιώνες αλλαγές.
Γεωγραφικές και άλλες. Μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ, για το τουρκικό κατεστημένο δεν υπήρξε άλλος πλην του Ταγίπ Ερντογάν που να υλοποίησε καλύτερα αυτούς τους στόχους, αυτό το πρόγραμμα.
Ασφαλώς, συχνά δυσκόλευε τη Δύση με την ιδιόμορφη εθνοκεντρική του πολιτική, όπως και με την αντιπαλότητα που ανέπτυξε με το Ισραήλ. Δεν ενδιαφέρει πολύ αν ο Ερντογάν πίστευε μέσα του ως ιδέα την αντίθεση με το Ισραήλ.
Σημασία στην πολιτική και τη δημόσια ζωή έχουν οι πράξεις, και η στάση του Τούρκου ηγέτη προσδιορίστηκε από την ολομέτωπη επίθεση στο Ισραήλ (αποκάλεσε τον τότε Πρόεδρο Σιμόν Πέρες και τη χώρα του «σφαγέα μικρών παιδιών»), κερδίζοντας αυτομάτως την εκτίμηση των αραβικών πληθυσμών.
Ήταν η εποχή που ο αραβικός κόσμος ήταν «στα κάτω του», χωρίς φυσικούς ηγέτες, με την Αραβική Άνοιξη να εμφανίζεται υποσχόμενη (και αυτή) εκσυγχρονισμό και δυτικοποίηση των χωρών της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Προοπτική οριακά εχθρική προς τους πληθυσμούς των χωρών αυτών που ούτε τέτοια κουλτούρα και παράδοση διαθέτουν ούτε προτίθενται να αποκτήσουν. Εκεί ο Ερντογάν έπαιξε επιτυχημένα το μουσουλμανικό χαρτί, κερδίζοντας μερικώς ρόλο ηγέτη/προστάτη του αραβικού κόσμου χωρίς να είναι Άραβας.
Ταυτόχρονα, στο εσωτερικό της χώρας του, το βαθύ εσωτερικό μιας και Τουρκία δεν είναι μόνο η αναπτυγμένη Κωνσταντινούπολη, εν μέρει η Άγκυρα και δυο- τρεις άλλες πόλεις, έφερνε σειρά αλλαγών ανάπτυξης και ευημερίας, κάτι που του εξασφάλισε τρεις φορές εκλογή του ως πρωθυπουργού με μεγάλες πλειοψηφίες.
Το πράγμα άρχισε να μπερδεύεται όταν αποφάσισε να γίνει Πρόεδρος της Δημοκρατίας, αλλά όχι «διακοσμητικός» που θέλει το υπάρχον Σύνταγμα. Πρόεδρος στα πρότυπα ΗΠΑ και Γαλλίας, που ρυθμίζει τα πάντα και αποφασίζει για όλα, αλλά αυτό προϋπέθετε αλλαγή του Συντάγματος.
Προχώρησε στην αντικατάσταση (εξαφάνιση;) του ευρωπαϊστή Αμπντουλάχ Γκιούλ (πρωθυπουργός και Πρόεδρος), που αν και δικός του άνθρωπος έκανε κινήσεις αυτονόμησης, και προώθησε τον Αχμέτ Νταβούτογλου. Τον άλλο ευρωπαϊστή που έχει γράψει το άκρως επεξηγηματικό για τους ιμπεριαλιστικούς στόχους της Τουρκίας
«Το στρατηγικό βάθος, η διεθνής θέση της Τουρκίας». Τώρα ήρθε και η σειρά του Νταβούτογλου.
Όλα αυτά άραγε δεν έχουν επίπτωση στην εικόνα, την ισχύ και τις προοπτικές του ίδιου του Ερντογάν; Ασφαλώς έχουν. Αλλά έως ότου εμφανιστεί άλλη πολιτική λύση, ισχυρότερη από τον ίδιο, θα συνεχίσει να ελέγχει το παιχνίδι.
Και επειδή ο Ερντογάν, πέραν των πολιτικών του παθών, αντιμετωπίζει τα πράγματα και την πολιτική του επιβίωση με τεχνικούς όρους, δεν πρέπει και δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει πιθανότητα εμπλοκής με την Ελλάδα. Κάτι που αποκτά μεγαλύτερες πιθανότητες αν αναλογιστεί κανείς ότι πρέπει αφενός να διαφύγει πρόσκαιρα ίσως της κρίσης με τη Ρωσία (δεν ξεπερνιέται εύκολα από τους Ρώσους η κατάρριψη του βομβαρδιστικού τους) και αφετέρου να αποπροσανατολιστεί κάπως η τουρκική και διεθνής κοινή γνώμη από τη σχέση του καθεστώτος με τους ισλαμιστές.
Ας συνεκτιμηθεί με τα υπόλοιπα ο διαρκής φόβος της Τουρκίας για δημιουργία κουρδικού κράτους τόσο στο έδαφος του Ιράκ (έστω ως ομοσπονδία) όσο και στο έδαφος της Συρίας, με προοπτική την οργανική τους σύνδεση με τα εκατομμύρια των Κούρδων στο νότιο τμήμα της Τουρκίας.
Αρκετά σύνθετο το θέμα, για να δίνει κανείς απλές απαντήσεις;.
*Ο Άκης Κοσώνας είναι δημοσιογράφος. Σπούδασε πολιτικές επιστήμες στην Αθήνα και το Παρίσι. Εργάστηκε ως πολιτικός συντάκτης στο περιοδικό «Αντί» (1983-1987) και στις εφημερίδες Μεσημβρινή, Απογευματινή, Έθνος, Βήμα, Καθημερινή. Έκανε για πολλά χρόνια ραδιόφωνο στον Αθήνα 9.84, του οποίου ήταν ιδρυτικό στέλεχος. Διετέλεσε γενικός διευθυντής της ΕΡΤ και Γ.Γ. του ΕΟΤ. Εργάστηκε στο ΑΠΕ (1996-2015), έχοντας την ευθύνη των εκδόσεων του πρακτορείου. Αρθρογραφεί στην εφημερίδα «Αγορά».
Πηγή: ΑΜΠΕ