Ο αστάθμητος παράγων είναι πάντοτε ένα σοβαρό
ενδεχόμενο στην πολιτική, που ανατρέπει συσχετισμούς και διαψεύδει
βεβαιότητες. Αν η κυβέρνηση Αθνάρ τον Απρίλιο του 2004 δεν είχε σπεύσει
να χρεώσει στην ΕΤΑ την τρομοκρατική επίθεση των τζιχαντιστών στη
Μαδρίτη τέσσερις μέρες πριν από τις εκλογές, το Λαϊκό Κόμμα θα είχε
κερδίσει μια τρίτη συνεχή νίκη και ο Ισπανός πρωθυπουργός θα είχε
παραδώσει τη σκυτάλη στον προεπιλεγμένο διάδοχο Ραχόι.
Σήμερα ο αστάθμητος παράγων φαίνεται να ψηφίζει υπέρ του Brexit με εξελίξεις που συγκλίνουν από τον μακρινό Παναμά μέχρι την κοντινή Ολλανδία. Το ζήτημα δεν είναι νομικό, αλλά πολιτικό. Δεν έχει κανένα ενδιαφέρον αν οι επενδύσεις του πατέρα του Κάμερον στον Παναμά ήταν νομότυπες, ούτε αν ήξερε ή αν επωφελήθηκε ο γιος του, Ντέιβιντ.
Πολύ απλά ο πρωθυπουργός της Βρετανίας προβάλλει ως μέλος ενός παγκόσμιου κατεστημένου, με προνόμια και διασφαλίσεις που διαφοροποιούν τα συμφέροντά του από αυτά της πλειονότητας των συμπολιτών του. Συνεπώς η σκληρή μάχη που δίνει για την παραμονή της χώρας του στην ΕΕ δεν αφορά υποχρεωτικά ψηφοφόρους που δεν διακινδυνεύουν τα ίδια συμφέροντα.
Οι αποκαλύψεις των Panama Papers ήταν δίχως αμφιβολία ουρανόπεμπτο δώρο για τους οπαδούς του Brexit, που όχι μόνον υποβαθμίζουν τον κίνδυνο απομόνωσης της Βρετανίας από μια διαλυόμενη και βυθιζόμενη κατ' αυτούς ΕΕ, αλλά προσπαθούν να δώσουν στην ψήφο υπέρ της αποχώρησης νόημα εξέγερσης κατά του κατεστημένου που μάχεται υπέρ της παραμονής.
Σαν να μην έφταναν για τον Κάμερον οι «αμαρτίες γονέων» ήλθε και το «όχι» των Ολλανδών στην εταιρική σχέση με την Ουκρανία, για να περιπλέξει ακόμη χειρότερα τη μάχη για το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου. Πέραν του ότι ο φιλοδυτικός και ευρωπαϊστής ολιγάρχης-πρόεδρος της Ουκρανίας, Ποροσένκο, έδειξε την ίδια εμπιστοσύνη στο δικηγορικό γραφείο του Παναμά, Mossack - Fonceca, που έδειξε ο πατέρας του Κάμερον, το μήνυμα του δημοψηφίσματος ενισχύει σε επικοινωνιακό επίπεδο την εικόνα μιας ΕΕ βουτηγμένης σε πολλαπλά βραχυκυκλώματα, αδιέξοδα και ακινησία: Από τη διαχείριση του Προσφυγικού μέχρι και τη ρύθμιση των σχέσεων με μία εκτός ΕΕ χώρα.
Αποσταθεροποιητικές και ενισχυτικές της παράταξης που μάχεται υπέρ του Brexit είναι και οι δηλώσεις Σόιμπλε και Ολάντ για το τι θα συμβεί την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα:
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κατέθεσε τη σιβυλλική φράση: «Η Ευρώπη διέρχεται μια πολύ μεγάλη κρίση και γι' αυτό θα χρειαστεί να προχωρήσει μπροστά», ενώ ο πρόεδρος της Γαλλίας, σε συνέντευξή του στην «Bild», υπογράμμισε ότι με ή χωρίς Brexit την επομένη του δημοψηφίσματος θα πρέπει να ξεκινήσουν διαδικασίες για μια πιο ευέλικτη ΕΕ, όπου αυτοί που θέλουν λιγότερη εμβάθυνση δεν θα μπορούν να εμποδίζουν αυτούς που θέλουν βαθύτερη συνεργασία. Αυτό που δεν προκύπτει από τις δύο παραπάνω δηλώσεις, γενικές και αόριστες, είναι αν υπάρχει ήδη κοινός παρονομαστής στη στάση Βερολίνου-Παρισιού την επόμενη μέρα μιας αποχώρησης της Βρετανίας.
Αν το ζητούμενο είναι τα προσχήματα που θα επιτρέψουν στον καταρρέοντα δημοσκοπικά Ολάντ να προσυπογράψει την αυστηροποίηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που προωθεί ο Σόιμπλε, τότε πρόκειται για μια έμμεση παραδοχή Γερμανίας και Γαλλίας ότι θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο που θρυμμάτισε τη συνοχή και τη σταθερότητα της ΕΕ από το 2010 μέχρι και σήμερα και αποδραματοποίησε στη Βρετανία τον φόβο του κόστους του Brexit.
Γ.ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Σήμερα ο αστάθμητος παράγων φαίνεται να ψηφίζει υπέρ του Brexit με εξελίξεις που συγκλίνουν από τον μακρινό Παναμά μέχρι την κοντινή Ολλανδία. Το ζήτημα δεν είναι νομικό, αλλά πολιτικό. Δεν έχει κανένα ενδιαφέρον αν οι επενδύσεις του πατέρα του Κάμερον στον Παναμά ήταν νομότυπες, ούτε αν ήξερε ή αν επωφελήθηκε ο γιος του, Ντέιβιντ.
Πολύ απλά ο πρωθυπουργός της Βρετανίας προβάλλει ως μέλος ενός παγκόσμιου κατεστημένου, με προνόμια και διασφαλίσεις που διαφοροποιούν τα συμφέροντά του από αυτά της πλειονότητας των συμπολιτών του. Συνεπώς η σκληρή μάχη που δίνει για την παραμονή της χώρας του στην ΕΕ δεν αφορά υποχρεωτικά ψηφοφόρους που δεν διακινδυνεύουν τα ίδια συμφέροντα.
Οι αποκαλύψεις των Panama Papers ήταν δίχως αμφιβολία ουρανόπεμπτο δώρο για τους οπαδούς του Brexit, που όχι μόνον υποβαθμίζουν τον κίνδυνο απομόνωσης της Βρετανίας από μια διαλυόμενη και βυθιζόμενη κατ' αυτούς ΕΕ, αλλά προσπαθούν να δώσουν στην ψήφο υπέρ της αποχώρησης νόημα εξέγερσης κατά του κατεστημένου που μάχεται υπέρ της παραμονής.
Σαν να μην έφταναν για τον Κάμερον οι «αμαρτίες γονέων» ήλθε και το «όχι» των Ολλανδών στην εταιρική σχέση με την Ουκρανία, για να περιπλέξει ακόμη χειρότερα τη μάχη για το δημοψήφισμα της 23ης Ιουνίου. Πέραν του ότι ο φιλοδυτικός και ευρωπαϊστής ολιγάρχης-πρόεδρος της Ουκρανίας, Ποροσένκο, έδειξε την ίδια εμπιστοσύνη στο δικηγορικό γραφείο του Παναμά, Mossack - Fonceca, που έδειξε ο πατέρας του Κάμερον, το μήνυμα του δημοψηφίσματος ενισχύει σε επικοινωνιακό επίπεδο την εικόνα μιας ΕΕ βουτηγμένης σε πολλαπλά βραχυκυκλώματα, αδιέξοδα και ακινησία: Από τη διαχείριση του Προσφυγικού μέχρι και τη ρύθμιση των σχέσεων με μία εκτός ΕΕ χώρα.
Αποσταθεροποιητικές και ενισχυτικές της παράταξης που μάχεται υπέρ του Brexit είναι και οι δηλώσεις Σόιμπλε και Ολάντ για το τι θα συμβεί την επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος στη Βρετανία, όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα:
Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κατέθεσε τη σιβυλλική φράση: «Η Ευρώπη διέρχεται μια πολύ μεγάλη κρίση και γι' αυτό θα χρειαστεί να προχωρήσει μπροστά», ενώ ο πρόεδρος της Γαλλίας, σε συνέντευξή του στην «Bild», υπογράμμισε ότι με ή χωρίς Brexit την επομένη του δημοψηφίσματος θα πρέπει να ξεκινήσουν διαδικασίες για μια πιο ευέλικτη ΕΕ, όπου αυτοί που θέλουν λιγότερη εμβάθυνση δεν θα μπορούν να εμποδίζουν αυτούς που θέλουν βαθύτερη συνεργασία. Αυτό που δεν προκύπτει από τις δύο παραπάνω δηλώσεις, γενικές και αόριστες, είναι αν υπάρχει ήδη κοινός παρονομαστής στη στάση Βερολίνου-Παρισιού την επόμενη μέρα μιας αποχώρησης της Βρετανίας.
Αν το ζητούμενο είναι τα προσχήματα που θα επιτρέψουν στον καταρρέοντα δημοσκοπικά Ολάντ να προσυπογράψει την αυστηροποίηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας που προωθεί ο Σόιμπλε, τότε πρόκειται για μια έμμεση παραδοχή Γερμανίας και Γαλλίας ότι θα συνεχίσουν στον ίδιο δρόμο που θρυμμάτισε τη συνοχή και τη σταθερότητα της ΕΕ από το 2010 μέχρι και σήμερα και αποδραματοποίησε στη Βρετανία τον φόβο του κόστους του Brexit.
Γ.ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ