Οι πρόνοιες του πρωτοκόλλου
Άγκυρας-Τουρκοκυπρίων που οδηγούν στην πλήρη ανατροπή των ισορροπιών και
στη δημιουργία νέων διλημμάτων
Όπως ήταν αναμενόμενο, η διαρροή στον τουρκοκυπριακό Τύπο ολόκληρου
του κειμένου του νέου τρίχρονου οικονομικού πρωτοκόλλου για την περίοδο
2016-2018 που θέλει να επιβάλει η Άγκυρα στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα,
προκάλεσε ποικίλες αντιπαραθέσεις και συζητήσεις. Όμως το περιβάλλον
στην κοινότητα αναγκάζει σε μια πιο προσεκτική ανάλυση της «μεγάλης
εικόνας» που δημιουργείται μέσα από τους όρους του πρωτοκόλλου, καθώς
και των κατευθύνσεων που σχεδιάζονται για το άμεσο μέλλον. Η ανάδειξη
των αντιπαραθέσεων που επικεντρώνονται στο περιεχόμενο του συνδυασμού
των κομμάτων που θα αναλάβουν την υλοποίηση του πρωτοκόλλου ή το ζήτημα
της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, είναι θέματα που από μόνα τους δεν
μπορούν να ξεδιπλώσουν την περιεκτική αλλαγή που βιώνουν οι
Τουρκοκύπριοι και που στον ένα ή στον άλλο βαθμό θα επηρεάσει την
Ελληνοκυπριακή κοινότητα. Το περιεχόμενο του τρίχρονου οικονομικού πρωτοκόλλου δεν αφορά μόνο στην αμφισβήτηση της κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής ύπαρξης των Τουρκοκυπρίων. Αφορά στον ίδιο βαθμό και στην αλλαγή ισορροπιών ισχύος μέσα στην κοινωνία των κατεχομένων με τρόπο που να τίθενται οι βάσεις εμφάνισης νέων φορέων εξουσίας, οι οποίοι σταδιακά θα «αντικαθιστούν» τους Τουρκοκύπριους και θα διεκδικούν οι ίδιοι να γίνουν οι νέοι συνομιλητές των Ελληνοκυπρίων. Με λίγα λόγια, η μεσοπρόθεση και μακροπρόθεσμη προοπτική της εφαρμογής του νέου πρωτοκόλλου μετασχηματίζει τον πυρήνα του ζητήματος του διαμοιρασμού εξουσίας στο Κυπριακό πρόβλημα. Εάν μέχρι σήμερα Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι συζητούσαν τρόπους και μεθόδους συνδιαχείρισης και δημιουργικού διαμοιρασμού της εξουσίας μιας μελλοντικής ομοσπονδιακής πολιτείας, η προοπτική εφαρμογής του πρωτοκόλλου 2016-2018 και η πλήρης περιθωριοποίηση των Τουρκοκυπρίων θέτει τους Ελληνοκύπριους μπροστά στη διλημματική κατάσταση συζήτησης διαμοιρασμού εξουσίας με την ίδια την Άγκυρα.
Η επαναφορά του υπαρξιακού προβλήματος των Τουρκοκυπρίων
Ο Σαμί Όζουσλου, αρθρογράφος στην Γενί Ντουζέν έθεσε με περιεκτικό τρόπο τα κύρια χαρακτηριστικά της «μεγάλης εικόνας» στο κείμενο του στις 7 Απριλίου 2016: «Όσοι διαβάζουν αυτά τα πρωτόκολλα και στη βάση ορισμένων άρθρων λένε ότι ‘ε… μα αυτά είναι πράγματα που πρέπει ούτως ή άλλως να κάνουμε’, δε θέλουν να δουν την πραγματική λογική των κειμένων. Οι γραφειοκράτες στην Άγκυρα που είναι υπεύθυνοι για την Κύπρο σχεδιάζουν να δημιουργήσουν στα βόρεια μια ‘μικρή Τουρκία’ και αυτό το σχέδιο σχεδόν έφτασε στο τέλος του. Μια τέτοια ‘μικρή Τουρκία’ που να πρέπει να είναι σε κάθε κατάσταση εξαρτημένη από την Άγκυρα. Είτε σε συνθήκες ΤΔΒΚ, είτε σε ομοσπονδιακές συνθήκες μετά τη λύση… με το νερό της, τον ηλεκτρισμό της, την ασφάλεια, τα χρηματοπιστωτικά της, τον πληθυσμό και την κουλτούρα της, το κεφάλαιο και τη θρησκεία της… Ένα κομμάτι έδαφος ολοκληρωτικά εξαρτημένο και ένας αριθμός ανθρώπων να ζει σε αυτό… Ας μας συγχωρέσουν κάποιοι αλλά αυτό είναι μια ιδεολογική και μια στρατηγική επιλογή! Αν συνεχίσουμε να βλέπουμε το δέντρο και όχι το δάσος, το τέλος αυτού του έργου είναι ξεκάθαρο».
Είναι γεγονός ότι μια μεγάλη μερίδα της Τουρκοκυπριακής κοινότητας το τελευταίο διάστημα εκφράζει την ανησυχία της για τις εξελίξεις στο ίδιο μήκος κύματος με το προαναφερθέν απόσπασμα. Η δημοσίευση του πρωτοκόλλου προκάλεσε την επαναφορά στο δημόσιο χώρο παρόμοιων με τη δεκαετία του 1990 αντιδράσεων και ανησυχιών για τη μελλοντική θέση της κοινότητας στην Κύπρο. Ερωτηματικά και αμφισβήτηση για τις προθέσεις της τουρκικής κυβέρνησης, βρίσκονται επίσης στην προμετωπίδα των αναζητήσεων από ένα κομμάτι της τουρκοκυπριακής διανόησης. Η Φατμά Αζγκίν σε άρθρο της στις 7 Απριλίου διερωτήθηκε με χαρακτηριστικό τρόπο εάν τελικά η Άγκυρα αποφάσισε να προχωρήσει ανοιχτά πλέον σε μια ντε φάκτο προσάρτηση των βόρειων εδαφών της Κύπρου κατά τα πρότυπα της περιοχής Χατάι. Η εκπαιδευτικός Τζανάν Ονούρερ δημοσίευσε το δικό της κείμενο με τον τίτλο «Αποχαιρετισμός στους τελευταίους Κύπριους», υπογραμμίζοντας ότι «αυτά τα οικονομικά πρωτόκολλα σταδιακά μετατράπηκαν σε σύμβολα της υλικής και της πολιτισμικής εξαφάνισης των Τουρκοκυπρίων». Παρόλο που σε αυτή τη χρονική συγκυρία οι φορείς της τουρκοκυπριακής αντιπολίτευσης εμφανίζονται σχετικά αδύναμοι να πολιτικοποιήσουν τις αντιδράσεις, εντούτοις το περιεχόμενο του αντιπολιτευτικού λόγου που εμφανίζεται είναι σημαντικό γιατί αποκαλύπτει ένα πολύ μεγάλο μέρος της ποιότητας των σχεδιασμών της κυβέρνησης της Τουρκίας.
Η αναδιαμόρφωση του ιδιωτικού τομέα
Οι αντιδράσεις κύκλων της Τουρκοκυπριακής κοινότητας σε συνδυασμό με τη μελέτη των όρων του νέου πρωτοκόλλου, ξεκαθαρίζουν ότι υπάρχει πλέον μια φανερή προσπάθεια «επανίδρυσης κράτους» με χαρακτηριστικά και ιδιότητες πρωτόγνωρες για το κυπριακό πλαίσιο. Τόσο σε ότι αφορά στον ιδιωτικό τομέα, όσο και σε ότι αφορά στο δημόσιο, το πρωτόκολλο της περιόδου 2016-2018 θέτει στόχους ποιοτικά πιο προχωρημένους εάν συγκριθεί με τα αντίστοιχα κείμενα προηγούμενων περιόδων. Το κεντρικό σημείο για την ενίσχυση του ιδιωτικού τομέα ως της «ατμομηχανής» ανάπτυξης της οικονομίας, βασίζεται είτε σε τομείς που ήδη προϋπάρχει έντονη η παρουσία του τουρκικού ιδιωτικού κεφαλαίου, είτε στη δημιουργία νέων πεδίων στα οποία σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα αναμένεται να κυριαρχήσει το τουρκικό κεφάλαιο. Ο τουρισμός και η ιδιωτική τριτοβάθμια εκπαίδευση, αποτελούν εδώ και κάποια χρόνια τους βασικότερους πυλώνες ανάπτυξης του ιδιωτικού τομέα στα κατεχόμενα. Στο νέο πρωτόκολλο είναι ξεκάθαρο ότι αυτοί οι τομείς διατηρούν τη σημασία τους.
Αναφορικά με τον τουριστικό τομέα, το κείμενο του πρωτοκόλλου υπογραμμίζει ότι παρά τη γενική ανάπτυξη των τελευταίων χρόνων, χρειάζονται περαιτέρω νομοθετικά μέτρα που θα ευνοούν την αύξηση των ποσοστών πληρότητας των ξενοδοχειακών μονάδων. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία Μαρτίου 2016 τα κατεχόμενα διαθέτουν 20.839 κλίνες με την πληρότητα να κινείται περίπου στο 48.8%. Το νέο πρωτόκολλο δίνει ιδιαίτερο βάρος στον άμεσο καθορισμό δημόσιων περιουσιών, οι οποίες θα παραχωρηθούν στον τουριστικό τομέα και με νέες νομοθεσίες θα μπορούν ευκολότερα να διατεθούν σε ξένες επενδύσεις. Λαμβανομένης υπόψη της μέχρι σήμερα λειτουργίας της επιτροπής αποζημιώσεων, αλλά και της προέλευσης των ξένων επενδύσεων στον τουριστικό τομέα των κατεχομένων, θα πρέπει να αναμένεται ένα νέο κύμα ισχυροποίησης των τουρκικών ομίλων επιχειρήσεων. Ήδη από το 2012 μέχρι σήμερα μόνο στην περιοχή Τρικώμου, οι επενδύσεις τουρκικού κεφαλαίου στον τουριστικό τομέα ξεπέρασαν το 70%. Αναφορικά με την τριτοβάθμια εκπαίδευση, σύμφωνα με στοιχεία του 2015 οι φοιτητές στα κατεχόμενα έφτασαν στις 85.375 από τους οποίους οι 47.466 προέρχονται από την Τουρκία και οι 24.196 από τρίτες χώρες. Τα έξοδα των φοιτητών στα πανεπιστήμια των κατεχομένων το 2014 αποτελούσαν περίπου το 25% του ΑΕΠ. Συνεπώς το μέγεθος της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης έχει στρατηγικό χαρακτήρα για τους μελλοντικούς προσανατολισμούς, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τις δημόσιες δηλώσεις αξιωματούχων, με τις οποίες υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα πλήρους εφαρμογής του στρατηγικού σχεδιασμού για αύξηση των φοιτητών στις 110 χιλιάδες το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα. Ήδη πληροφορίες από τα κατεχόμενα αποκαλύπτουν ότι ακόμα 10 (τουλάχιστον) ιδιωτικά Πανεπιστήμια από την Τουρκία έχουν ξεκινήσει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες δημιουργίας τμημάτων στην Κύπρο.
Δίπλα σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθούν και οι νέες ιδιωτικοποιήσεις που προβλέπονται στο πρωτόκολλο στο θέμα της διαχείρισης των λιμανιών, της ηλεκτρικής ενέργειας και των τηλεπικοινωνιών. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να σημειωθεί ότι η προσπάθεια αμφισβήτησης της τουρκοκυπριακής ύπαρξης στην οικονομική δραστηριότητα καταγράφεται και από τους όρους περί επιτάγχυνσης των διαδικασιών κατασχέσεων και χρεοκοπίας. Με δεδομένη την πυκνότητα της τουρκοκυπριακής παρουσίας στη μικρομεσαία επιχειρηματική δραστηριότητα του λιανικού εμπορίου, αλλά και με ξεκάθαρες τις πιέσεις που ήδη δέχεται αυτό το κοινωνικό στρώμα, η επιτάχυνση των κατασχέσεων και της κήρυξης χρεοκοπίας αναμένεται να συμβάλουν περαιτέρω στη μεταφορά οικονομικής ισχύος σε τουρκικούς κύκλους. Έτσι μετά την ιδιωτικοποίηση του αεροδρομίου της Τύμπου, φαίνεται να συμπληρώνεται ολόκληρη η εικόνα της μεταφοράς των στρατηγικών τομέων της Τουρκοκυπριακής κοινότητας προς το ιδιωτικό τουρκικό κεφάλαιο.
Ο δημόσιος τομέας μιας ‘μικρής Τουρκίας’
Οι αλλαγές που προγραμματίζονται στο πρωτόκολλο της περιόδου 2016-2018 σε σχέση με το δημόσιο τομέα είναι εξίσου σημαντικές. Το κείμενο που έχει διαρρεύσει στον Τύπο, ουσιαστικά παραπέμπει σε μια ολοκληρωμένη αλλαγή του πολιτικού συστήματος. Οι δομές διαχείρισης της εκτελεστικής, νομοθετικής και δικαστικής εξουσίας, αναμένεται ότι σταδιακά θα προσαρμόζονται περισσότερο στο μοντέλο που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Τουρκία. Για παράδειγμα μεταξύ των αλλαγών που προβλέπονται για την αναδιάρθρωση της «πρωθυπουργίας» είναι η δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τμήματος που θα αναλάβει το μεγαλύτερο και καθοριστικότερο μέρος της μακροοικονομικής ανάλυσης, τον καταρτισμό της στρατηγικής, την παρακολούθηση υλοποίησης της, καθώς και το συντονισμό μεταξύ των «υπουργείων». Με αυτό τον τρόπο το πρωτόκολλο επιδιώκει να μεταφέρει το μοντέλο λειτουργίας της Αντιπροσωπείας Βοήθειας της τουρκικής πρεσβείας σε ολόκληρη της διοίκηση των δομών στα κατεχόμενα. Η υπερσυγκέντρωση των αρμοδιοτήτων στο επίπεδο της εκτελεστικής εξουσίας καταγράφεται και στην πρόνοια για τη δημιουργία ενός «συμβουλίου υφυπουργών» που θα λειτουργεί παράλληλα με το «υπουργικό συμβούλιο» και θα αναλάβει μεγάλο μέρος των θεμάτων της καθημερινής πολιτικής διαχείρισης. Στο ίδιο πλαίσιο τίθεται και η πρόνοια για κατάργηση της «οργάνωσης κρατικού σχεδιασμού», τις αρμοδιότητες της οποίας θα αναλάβει η νέα «πρωθυπουργία», το «υπουργείο δημοσιονομικών», ενώ οι αναλύσεις στατιστικών στοιχείων θα περιληφθούν στα καθήκοντα της υπό δημιουργία κεντρικής στατιστικής υπηρεσίας. Στο πρωτόκολλο της περιόδου 2016-2018 προνοείται επίσης η δημιουργία «μονάδας διοίκησης συμβολαίων», η οποία θα ασχολείται αποκλειστικά με την ανάπτυξη μοντέλων συνεργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και με τον καταρτισμό νομοσχεδίων για ιδιωτικοποιήσεις με τη μέθοδο BOT.
Η φιλοσοφία του πρωτοκόλλου για την αλλαγή του δημόσιου τομέα εδράζεται σε μια ευρύτερη προσπάθεια μείωσης του μεγέθους του και αλλαγής των πεδίων λειτουργίας του. Για παράδειγμα το «κράτος» θα πρέπει να αποχωρήσει εντελώς από την οικονομική παραγωγή και να ενισχυθεί στο επίπεδο των ρυθμίσεων της αγοράς. Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να μειωθούν δραστικά τα έξοδα του τοπικού προϋπολογισμού που προσανατολίζονται προς τους μισθούς και τα ωφελήματα των δημόσιων υπαλλήλων και τα οποία αυτή τη στιγμή αποτελούν το 80%. Το πρωτόκολλο παραπέμπει ξεκάθαρα σε μια νέα πολιτική μείωσης μισθών, δραστική μείωση προσλήψεων που να αντιστοιχούν στον αριθμό των ετήσιων αφυπηρετήσεων, στην αναδιάρθρωση του ωραρίου εργασίας με τρόπο που να προσαρμόζεται περισσότερο στα δεδομένα του ιδιωτικού τομέα, καθώς και στην αύξηση του ορίου αφυπηρέτησης. Η ίδια ακριβώς λογική διαχέεται και στη δομή της τοπικής αυτοδιοίκησης, αφού προβλέπεται η δραστική μείωση των δήμων των κατεχομένων, καθώς και ο περιορισμός των εξόδων για τους εργαζόμενους σε επίπεδα κάτω του 35% των προϋπολογισμών. Στο πρωτόκολλο αναφέρεται ότι οι επόμενες δημοτικές εκλογές θα πρέπει να πραγματοποιηθούν στο ολοκληρωμένο νέο πλαίσιο της τοπικής αυτοδιοίκησης.
Παράλληλα στο πρωτόκολλο της περιόδου 2016-2018 προβλέπεται ότι 20 Τουρκοκύπριοι δημόσιοι υπάλληλοι θα εκπαιδεύονται ετησίως σε αντίστοιχους κρατικούς ή ημικρατικούς οργανισμούς και τμήματα στην Άγκυρα για περίοδο έξι μηνών και με καθήκον να μεταφέρουν τον τρόπο λειτουργίας στην Κύπρο. Μάλιστα σημειώνεται με έμφαση ότι όσοι Τουρκοκύπριοι δεν ασκήσουν τοπικά το περιεχόμενο της εκπαίδευσης τους θα αντιμετωπίσουν χρηματικό πρόστιμο που θα φτάνει σε διπλάσιο ποσό των εξόδων του τουρκικού κράτους που παραχωρήθηκε για το εκπαιδευτικό εξάμηνο. Αυτή η διαδικασία «προσομοίωσης» των τουρκοκυπριακών δομών με το μοντέλο της Τουρκίας, για πρώτη φορά επεκτείνεται και στο ίδιο το δικαστικό σύστημα. Παρά τις ισχυρές αντιδράσεις από την Τουρκοκυπριακή κοινότητα, φαίνεται ότι στο κείμενο θα διατηρηθούν οι πρόνοιες για μια συνολική μεταρρύθμιση της δικαστικής εξουσίας, ούτως ώστε να μπορεί να αντικατοπτρίζει το εντελώς νέο κοινωνικο-οικονομικό περιβάλλον που σχεδιάζεται για τα κατεχόμενα.
Η έναρξη των συζητήσεων για προεδρικό σύστημα
Όπως γίνεται κατανοητό από τους κυριότερους όρους που προβλέπονται στο πρωτόκολλο της περιόδου 2016-2018, δεν πρόκειται για ένα μονοδιάστατο κείμενο οικονομικής πολιτικής. Αντίθετα, ξεκινώντας από την κατεύθυνση που πρέπει να πάρει η οικονομία των κατεχομένων, το νέο πρωτόκολλο αποτελεί σε πολλά σημεία ένα σχέδιο ολοκληρωτικής συστημικής αλλαγής. Ο βαθμός υλοποίησης αυτών των προνοιών αναμένεται να επηρεάσει καθοριστικά όλες τις σφαίρες της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής δραστηριότητας των Τουρκοκυπρίων με κύριο χαρακτηριστικό την περιθωριοποίηση τους. Είναι γεγονός ότι σε συνθήκες κρίσης και κατάρρευσης του τουρκοκυπριακού πολιτικού συστήματος, το πρωτόκολλο και η επόμενη φάση της προσπάθειας εφαρμογής του, θα συμβάλλουν στη δημιουργία συνθηκών για νέες ιδεολογικές αναζητήσεις. Για παράδειγμα η οικονομική στασιμότητα των τελευταίων ετών, η απειλή για περαιτέρω υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου των Τουρκοκυπρίων σε συνδυασμό με την αδυναμία των πολιτικών κομμάτων να παράξουν άμεσες λύσεις, είναι παράγοντες που αναγκάζουν ένα μέρος της Τουρκοκυπριακής κοινότητας να ξανασκεφτεί συνολικά το ζήτημα των χωριστών δομών εξουσίας. Την ίδια στιγμή, η αποφασιστικότητα με την οποία η κυβέρνηση του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης δείχνει ότι θέλει να επιβάλει το συγκεκριμένο πρωτόκολλο στα κατεχόμενα δεν απέχει πολύ από την αποφασιστικότητα με την οποία εφαρμόζει την αλλαγή του πολιτικού συστήματος στην ίδια την Τουρκία. Επομένως ένα από τα βασικά σενάρια υποθέσεων που προκύπτουν, ιδιαίτερα σε ένα περιβάλλον έλλειψης νέας προόδου στις απευθείας διαπραγματεύσεις για το Κυπριακό, είναι και η «αντιγραφή» των επιδιώξεων για μετάβαση της «ΤΔΒΚ» σε ένα προεδρικό σύστημα. Καθόλου τυχαία, ο ευρύτερος χώρος της Τουρκοκυπριακής δεξιάς επηρεάζεται καθοριστικά από τις συζητήσεις που γίνονται στην Τουρκία περί ενός «αποτελεσματικού» καθεστώτος συγκεντρωτικής εκτελεστικής εξουσίας. Συνεπώς, η προσπάθεια εφαρμογής του πρωτοκόλλου και οι συνέπειες που θα έχουν οι αντιπαραθέσεις του επόμενου χρονικού διαστήματος στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα θα πρέπει να μελετηθούν και στο περιβάλλον της συστημικής αλλαγής που επιδιώκεται στην Τουρκία.
Νίκος Μούδουρος
Δρ. Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 17 Απριλίου 2016