26 Απριλίου 2016

Η «μεταρρυθμιστική» Τουρκία και μουσουλμανικός κόσμος


Summit-11460638238
 Η σύνοδος κορυφής της ΟΙΣ και οι ενδοϊσλαμικοί ανταγωνισμοί
Κατά την ομιλία του στο κλείσιμο της 13ης συνόδου κορυφής της Οργάνωσης Ισλαμικής Συνεργασίας (ΟΙΣ) που έγινε στην Κωνσταντινούπολη, ο Έρντογαν φρόντισε μεταξύ άλλων να «κατσαδιάσει» τις χώρες μέλη που δεν πληρώνουν τη συνδρομή τους προς τη γενική γραμματεία του οργανισμού. Ήταν και αυτό μέρος μιας «μεγαλοπρεπούς» εμφάνισης από ένα πολιτικό ηγέτη που επιδιώκει να θεμελιώσει κεντρικό ρόλο για την Τουρκία στα ζητήματα του μουσουλμανικού κόσμου. Μια προσεκτική παρακολούθηση της ανάπτυξης της ρητορείας της τουρκικής εξουσίας στο πλαίσιο της συνόδου κορυφής της ΟΙΣ στις 14 και 15 Απριλίου 2016, επιβεβαιώνει την αντίληψη του ισλαμικού κινήματος της χώρας ότι στοχεύει στην ενότητα και αλληλεγγύη των μουσουλμανικών χωρών ως μιας χωριστής και αυτόνομης γεωπολιτικής ύπαρξης στις διεθνείς ισορροπίες, υπό την προϋπόθεση όμως ότι η Τουρκία θα είναι αυτή που θα αναλάβει τη θέση καθοδήγησης.
Το ύφος ενός «στοργικού πατέρα» που ξέρει με αυστηρό τρόπο το καλό των παιδιών του, αποτελεί όντως κομμάτι του ιδεολογικού υπόβαθρου της εξουσίας του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) της Τουρκίας. Όμως η φορτική επανάληψη του κατά την πρόσφατη σύναξη των κρατών μελών του ΟΙΣ, ήταν και μια προσπάθεια απαντήσεων στο δύσκολο περιβάλλον που αντιμετωπίζει ο Έρντογαν σήμερα. Η ένταση στις σχέσεις με τη Δύση, η ανατροπή των σχεδιασμών για τη Συρία, η σταδιακή άνοδος της επιρροής του Ιράν, καθώς και η εσωτερική πόλωση στην Τουρκία, φαίνεται να σπρώχνουν τον Πρόεδρο της χώρας στην αναζήτηση νέων πεδίων ανάδειξης της παρουσίας του. Με λίγα λόγια, η συγκεκριμένη σύνοδος κορυφής είναι μια αφορμή επανεξέτασης του ρόλου της Συνεργασίας περιφερειακά και διεθνώς, αλλά και μιας πιο σφαιρικής αντιμετώπισης του ηγεμονικού ρόλου που διεκδικεί η Τουρκία σε συνδυασμό με τις ανανεωμένες σχέσεις της με τη Σαουδική Αραβία.


Οι δομικές αδυναμίες της ισλαμικής συνεργασίας
Η Οργάνωση Ισλαμικής Διάσκεψης ιδρύθηκε το 1969. Μετονομάστηκε σε Οργάνωση Ισλαμικής Συνεργασίας το 2011, μια αναγκαιότητα που προέκυψε μέσα στο ευρύτερο περιβάλλον που δημιουργούσε η λεγόμενη Αραβική Άνοιξη και στην αρχική αισιοδοξία ότι το ισλαμικά κινήματα της περιοχής θα μπορούσαν από θέσεις εξουσίας πλέον να μετατραπούν σε φορείς αλλαγών των παγκόσμιων ισορροπιών. Η Συνεργασία εκπροσωπεί σήμερα 56 ενεργά μέλη, μετά την αναστολή της ιδιότητας μέλους της Συρίας λόγω του πολέμου. Εδώ και μερικά χρόνια προσπαθεί να διευρύνει τη δραστηριότητά της όχι μόνο σε χώρες με μουσουλμανική πλειοψηφία, αλλά και σε χώρες με κοινότητες Μουσουλμάνων στη Δύση και αλλού. Θεωρείται η δεύτερη μεγαλύτερη διεθνής οργάνωση μετά τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών. Η προαναφερθείσα περιγραφή όμως απέχει πολύ από του να καταδείξει το ουσιαστικό βάρος της ΟΙΣ, τόσο στον μουσουλμανικό κόσμο, όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Περίπου μισό αιώνα μετά την εμφάνιση της, η Συνεργασία δεν μπόρεσε να αναδείξει καθοριστική επιρροή ούτε στην παγκόσμια πολιτική δραστηριότητα, ούτε και στην οικονομική. Η ΟΙΣ δεν μπόρεσε να προκαλέσει τεκτονικές αλλαγές, τουλάχιστον στο βαθμό που οι χώρες μέλη της ευελπιστούσαν ή στο βαθμό που το αριθμητικό μέγεθος και η γεωγραφική της έκταση δημιουργού τις ανάλογες εντυπώσεις και προοπτικές.

Τα περισσότερα κράτη μέλη της ΟΙΣ από οικονομικής άποψης χαρακτηρίζονται ως αδύνατα. Σήμερα υπολογίζεται ότι ο συνολικός πληθυσμός των χωρών που είναι οργανωμένα στη Συνεργασία ανέρχεται στα 1.8 δισεκατομμύρια, αριθμός που αντιστοιχεί περίπου στο 27% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η οικονομική υπανάπτυξη ενός μεγάλου αριθμού μεταξύ αυτών των χωρών δεν μπορεί παρά να συνιστά μια βαθιά αντίφαση. Το ποσοστό που αντιπροσωπεύουν τα κράτη μέλη της Συνεργασίας στην παγκόσμια αγορά αγγίζει μόλις το 7.2%. Αν αναλογιστεί κανείς ότι το ποσοστό της Γερμανίας ξεπερνά το 8%, τότε γίνεται πιο ξεκάθαρη η οικονομική ανισότητα. Πάρα πολλά από τα κράτη που είναι οργανωμένα στην ΟΙΣ, είναι ταυτόχρονα πολύ γνωστά για τις μεγάλες ενεργειακές πηγές που διαθέτουν. Για παράδειγμα δεκαεννέα κράτη μέλη είναι παραγωγοί πετρελαίου και φυσικού αερίου. Συγκεκριμένα, περίπου το 60% των παγκόσμιων ποσοτήτων πετρελαίου και φυσικού αερίου, βρίσκεται στη συγκεκριμένη γεωγραφία. Όμως είναι το ίδιο αλήθεια ότι εδώ και πολλές δεκαετίες ο φυσικός πλούτος αυτών των χωρών δεν έχει αντικατοπτριστεί συνολικά στις δομές και τη διεθνή δραστηριότητα της ΟΙΣ. Πολλά μέλη της Συνεργασίας αντιμετωπίζουν μέχρι σήμερα το μεγάλο πρόβλημα της ελλιπής πρόσβασης τους σε ενεργειακές πηγές και αγορές. Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντικό είναι και το δεδομένο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των κερδών από την πώληση του φυσικού πλούτου αυτών των χωρών δεν παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα εντός της συγκεκριμένης αγοράς. Η επένδυση των ποσών αυτών γίνεται κατά κύριο λόγο σε αγορές πέραν και έξω από τα όρια του μουσουλμανικού κόσμου.

Η ίδια περίπου αδυναμία εντοπίζεται και στο βαθμό οικονομικής και εμπορικής ενσωμάτωσης μεταξύ των κρατών μελών της ΟΙΣ. Το συνολικό ποσό των εμπορικών συναλλαγών στα πλαίσια της Συνεργασίας φτάνει περίπου στα 3.3 τρισεκατομμύρια δολάρια, αριθμός μικρός σε σύγκριση με τον πληθυσμό και τη γεωγραφική έκταση του ισλαμικού κόσμου. Το γεγονός αυτό, ερμηνεύεται κυρίως από την Τουρκία, ως ένα από τα μεγαλύτερα εμπόδια που αντιμετωπίζει η ΟΙΣ στην προσπάθεια για ενίσχυση της ισλαμικής ενσωμάτωσης κατά τα πρότυπα της Ε.Ε με απώτερο στόχο την ανάδειξη μιας εναλλακτικής, ίσως και ανταγωνιστικής περιφερειακής δύναμης. Επιπρόσθετα, η αστάθεια που χαρακτηρίζει την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, οι εξωτερικές παρεμβάσεις της Δύσης και οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί, παραμένουν ως τα κυρίαρχα δεδομένα που εμποδίζουν μέχρι και σήμερα την ΟΙΣ από του να παρέμβει με ουσιαστικό τρόπο στις διεθνείς και περιφερειακές εξελίξεις.

Ο ρόλος της Τουρκίας στις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες
Η συνειδητοποίηση της δομικής αδυναμίας της Συνεργασίας, τα τελευταία τουλάχιστον χρόνια φαίνεται να γίνεται από μια σειρά κρατών μελών. Ιδιαίτερα μετά τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 στις ΗΠΑ, το παγκόσμιο ισλαμικό κίνημα βρέθηκε σε θέση άμυνας. Τα γεγονότα της εποχής εκείνης σε συνδυασμό με τη διάχυση των αυτοτροφοδοτούμενων εννοιών της «ισλαμικής τρομοκρατίας» και της «ισλαμοφοβίας», πυροδότησαν μια μεγάλης κλίμακας πνευματική και θεωρητική αναζήτηση εντός του μουσουλμανικού κόσμου, ιδιαίτερα αναφορικά με το ζήτημα της σχέσης δημοκρατίας και ισλαμικής θρησκείας. Μέσα στα πλαίσια που δημιούργησαν οι διεθνείς πολιτικές πιέσεις, η εισβολή των ΗΠΑ στο Αφγανιστάν και στη συνέχεια στο Ιράκ, καθώς και τα πορίσματα των ακαδημαϊκών αναζητήσεων, δεν μπορούσαν παρά να επηρεάσουν σε κάποιο βαθμό και πολιτικές δομές όπως η ΟΙΣ. Από το 2005 και μετά, η Συνεργασία υιοθέτησε ένα ακόμα πιο ολοκληρωμένο πρόγραμμα εσωτερικού εκδημοκρατισμού, μια διαδικασία που κορυφώθηκε το 2011 με την υιοθέτηση σημαντικών καταστατικών αλλαγών. Ήδη από το 2004 η Τουρκία κατάφερε την εκλογή του Εκμελεντίν Ιχσάνογλου στη θέση του Γενικού Γραμματέα του εν λόγω οργανισμού και μπόρεσε τουλάχιστον ως ένα βαθμό να επηρεάσει τόσο τις εσωτερικές δομικές αλλαγές, όσο και την πολιτική ατζέντα της ΟΙΣ. Τότε ήταν βέβαια και μια περίοδος σημαντικής ανόδου της επιρροής της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία αντικατοπτριζόταν συνήθως στην έννοια του «τουρκικού μοντέλου» για την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής.

Η Τουρκία ως διεκδικητής του παγκόσμιου «μουσουλμανικού κέντρου»
 «Ας μη ξεχνάμε ότι η Τουρκία είναι η μεγαλύτερη χώρα της ΟΙΣ, ο φυσικός της ηγέτης και ο μεγάλος της αδερφός. Για αυτό το λόγο η ενδυνάμωση αυτής της ενότητας πέφτει περισσότερο από όλα, στους ώμους της Τουρκίας». Αυτά μεταξύ άλλων έγραφε στο άρθρο του στη φιλοϊσλαμική Γιενί Σιαφάκ, ο Κεμάλ Οζτουρκ, πρώην διευθυντής του ειδησεογραφικού πρακτορείου Ανατολού. Ο Όζτουρκ ήταν και ένας από τους ανθρώπους που αρχικά επιλέγηκαν από το ισλαμικό κίνημα της Τουρκίας για να βοηθήσουν τον Ιχσάνογλου στην επικοινωνιακή προώθηση των ανοιγμάτων της ΟΙΣ στα πρώτα χρόνια της θητείας του ως Γενικού Γραμματέα. Επομένως ο τρόπος με τον οποίο ο Όζτουρκ περιγράφει το ρόλο της Τουρκίας στην ισλαμική συμμαχία, αποκτά σημαντικές πτυχές. Όντως η Τουρκία αδημονεί να αναδείξει καθοδηγητικό ρόλο για τον εαυτό της μέσα από την ανάληψη της εκ περιτροπής προεδρίας της ΟΙΣ για την περίοδο 2016 – 2019.

Η προεδρία της Τουρκίας όμως θα δοκιμαστεί σε ένα ιδιαίτερα δύσκολο περιβάλλον για τον ισλαμικό κόσμο. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος στη Συρία, η παρουσία του «Ισλαμικού Κράτους» και των προβλημάτων του δημιουργεί τόσο επί του εδάφους, όσο και ιδεολογικά, η βαθιά κρίση στην Υεμένη, ο συντηρούμενος και πολλές φορές εντεινόμενος ανταγωνισμός Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, καθώς και τα περιφερειακά προβλήματα όπως το Παλαιστινιακό και το Κουρδικό, δημιουργούν το χαοτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο η Άγκυρα θα ηγηθεί της ισλαμικής Συνεργασίας. Η μεγαλύτερη δυσκολία για τον Έρντογαν προκύπτει από το γεγονός ότι σε όλα τα προαναφερθέντα ανοιχτά ζητήματα θεωρείται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο «ενδιαφερόμενο μέρος». Την ίδια στιγμή όμως η Τουρκία δίνει πολύ μεγάλη σημασία στην μελλοντική παρουσία της στην ΟΙΣ, ακριβώς λόγω του ιδεολογικού υπόβαθρου που κατασκευάζει τόσο για τον ίδιο τον μουσουλμανικό κόσμο, όσο και για τον ίδιο της τον εαυτό. Όπως υπογραμμίζει ο Ιμπραχίμ Καράγκιουλ της Γιενί Σιαφάκ, στο κείμενο του στις 12 Απριλίου, «Ο μουσουλμανικός κόσμος είναι ο βασικός άξονας της γης. Ξεκινά από τις ακτές του Ατλαντικού, περιλαμβάνει τη βόρεια και μέση Αφρική, αλλά και τη Δυτική Ασία… Τα εδάφη στα οποία ζουν οι Μουσουλμάνοι είναι το κέντρο της γης από πολιτική, γεωγραφική, πολιτισμική άποψη, αλλά και από την άποψη των αντιδράσεων ενάντια στο σημερινό παγκόσμιο σύστημα».

Εάν λοιπόν ο μουσουλμανικός κόσμος και η γεωγραφία του είναι το επίκεντρο του κόσμου, τότε η ιδεολογική προέκταση που κάνει το ισλαμικό κίνημα της Τουρκίας γίνεται πιο ξεκάθαρη: Η χώρα είναι το κεντρικό κράτος σε αυτό το επίκεντρο. Η αυτοκρατορικής της κληρονομιά και η κυρίαρχη θέση της ισλαμικής θρησκείας, μετατρέπουν την Τουρκία σε «φυσική ηγέτιδα» του συγκεκριμένου παγκόσμιου κέντρου. Με αυτό τον τρόπο, ο χειρισμός της τουρκικής κυβέρνησης στα πλαίσιο της ΟΙΣ και όχι μόνο, παραπέμπει στην επιδίωξη οικοδόμησης μιας περιφερειακής πολιτικής και οικονομικής τάξης πραγμάτων που να διακρίνεται γενικά από μια κοινή κανονιστική ταυτότητα και μια κοινή ιστορική. Η πρώτη είναι το Ισλάμ και η δεύτερη είναι η οθωμανική κληρονομιά. Επομένως η Τουρκία θέλει, ανεξαρτήτως αν μπορεί, να είναι το επίκεντρο του αναγεννημένου ισλαμικού κόσμου με τη συμβολική παρουσία της οικουμενικής πόλης, της Κωνσταντινούπολης. Καθόλου τυχαία από αυτή την «έδρα», ο Έρντογαν προσπάθησε να παρουσιάσει τη δική του θητεία στην προεδρία της ΟΙΣ ως ένα κάλεσμα «για μια νέα ισλαμική πλατφόρμα», ως μια πρόσκληση για να μπει «το ζήτημα της ισλαμικής κοινότητας (ούμμα)» μπροστά από κάθε άλλο χωριστό εθνικό θέμα και συμφέρον.
Ο κεντρικός ρόλος που διεκδικεί να έχει η Τουρκία στα αμέσως επόμενα χρόνια στην ΟΙΣ φαίνεται και από τις θέσεις που επιδίωξε να προωθήσει κατά τη διάρκεια της συνόδου κορυφής. Ο Έρντογαν κατέθεσε μια σειρά από πολιτικές προτάσεις, οι οποίες συμπεριέλαβαν την καταπολέμηση της τρομοκρατίας και τη γεφύρωση των διαφορών μεταξύ σιητών και σουνιτών από τον ίδιο τον μουσουλμανικό κόσμο, πέραν και έξω από την επιρροή της Δύσης. Για παράδειγμα πρότεινε τη δημιουργία ενός κέντρου συντονισμού και συνεργασίας των αστυνομικών σωμάτων του μουσουλμανικού κόσμου, καθώς και ένα παρόμοιο κέντρο για την επίλυση των προβλημάτων των γυναικών. Όλα τα πιο πάνω, εισήχθηκαν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης προσπάθειας για απονομή παγκόσμιας δικαιοσύνης, η οποία στα πρότυπα που προωθεί η Άγκυρα, μπορεί να υλοποιηθεί μέσα από την αύξηση της αντιπροσώπευσης του μουσουλμανικού κόσμου στα διεθνή σώματα λήψης αποφάσεων. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η συνέχιση του αιτήματος της Τουρκίας για μεταρρύθμιση της δομής, του τρόπου λειτουργίας και της σύνθεσης του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

Μια πορεία γεμάτη αντιθέσεις
Είναι ακριβώς αυτή η ενεργή παρεμβατικότητα της Άγκυρας, ντυμένη με τις αυτοκρατορικές αναφορές, η οποία προκαλεί περαιτέρω προβλήματα και αντιπαραθέσεις σε ένα μέρος του μουσουλμανικού κόσμου. Η ίδια η τελική διακήρυξη της συνόδου κορυφής της ΟΙΣ αντικατοπτρίζει ακριβώς τις αντιφάσεις μέσα στις οποίες πολιτεύεται η Τουρκία και οι σύμμαχοί της. Στο συγκεκριμένο κείμενο, ξεχωρίζει η διπλωματική προσπάθεια Σαουδικής Αραβίας και Τουρκίας ενάντια στο Ιράν. Η διακήρυξη επέκρινε σε πολλά σημεία την πολιτική της Τεχεράνης, είτε σε ότι αφορά στις επιθέσεις που δέχτηκαν διπλωματικές αποστολές της Σαουδικής Αραβίας σε εδάφη του Ιράν, είτε για την στήριξη σε ομάδες και κινήματα αντίθετα με τα σαουδαραβικά και τουρκικά συμφέροντα. Η ειρωνεία των ενδοϊσλαμικών ανταγωνισμών κορυφώθηκε στο σημείο εκείνο του κειμένου που το Ιράν επικρίνεται για την εμπλοκή του στα εσωτερικά ζητήματα της Συρίας και άλλων χωρών με την ενίσχυση «τρομοκρατικών οργανώσεων». Την ίδια στιγμή όμως παραβλέπεται ο ρόλος της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας και των υπόλοιπων μοναρχιών του Κόλπου σε ότι αφορά στην ενίσχυση του «Ισλαμικού Κράτους» και άλλων παρόμοιων σαλαφιστικών οργανώσεων. Συνεπώς φαίνεται ότι η προεδρία της Τουρκίας στην ΟΙΣ την επόμενη περίοδο θα σημαδευτεί από τις συνέπειες των γεωπολιτικών ανακατατάξεων και ανταγωνισμών στην περιοχή, οι οποίες έχουν οδηγήσει στην ανάγκη ενίσχυσης των διπλωματικών, στρατιωτικών και οικονομικών σχέσεων της Τουρκίας με τη Σαουδική Αραβία.

Νίκος Μούδουρος
Δρ. Τουρκικών και Μεσανατολικών Σπουδών
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Ο Φιλελεύθερος, 24 Απριλίου 2016