Τα προαπαιτούμενα είναι σαν το κώνειο. Αν δεν το πιεις, δεν τα κακαρώνεις.
Κι αν δεν τα κακαρώνεις, τα σκατώνεις (με το συμπάθιο). Διότι δεν τηρείς τις συμφωνίες. Και οι συμφωνίες είναι να τα κακαρώνεις χωρίς να τα σκατώνεις (με το συμπάθιο). Πιες το λοιπόν και σπαρτάρησε πολιτισμένα,
χωρίς να ενοχλείς τον διαλογισμό του επόμενου που θα το πιει. Το κώνειο. Διότι όλοι έχουμε τα βάσανά μας: τα προαπαιτούμενα. Αλλος το σπίτι του, άλλος το χωράφι του, άλλος τον μισθό του, άλλος το μαγαζί του, άλλος το παιδί του στα ξένα, άλλος που δεν έχει να το ταΐσει - για όλους υπάρχει «το δώρο των über alles θεών», το κώνειο! το πίνεις κι ύστερα θυμάσαι μόνον το 11880 (καθ’ ότι περιέχει και ολίγον λωτό για τη γεύση).
Τώρα που λέω για λωτούς, ενθυμούμαι το δούλεμα που είχα ρίξει (διότι δεν επρόκειτο για πολιτική κριτική) στον Μπενύτο Μπενίτο για τις μπουγάτσες και τον ΦΠΑ. Αν έτρωγες όρθιος (όχι τον ΦΠΑ, τη μπουγάτσα), αυτός ο ΦΠΑ ήταν διαφορετικός από τον ΦΠΑ στη μπουγάτσα που θα έτρωγες καθιστός. Αλλά ακόμα κι αυτό έπαιζε αναλόγως του μείγματος πολιτικής (ή του μείγματος της μπουγάτσας) - βράσε όρυζα (με διαφορετικό ΦΠΑ στα γεμιστά και διαφορετικόν στο πιλάφι). Και μου έλεγε η μανούλα μου: μην κοροϊδεύεις, παιδάκι μου, θα τα βρεις μπροστά σου. Τα βρήκα! Μας το έλεγε κι ο Χαρίλαος: «μην κατουράτε στη θάλασσα, θα το βρείτε στο αλάτι». Να το το αλάτι! εκτοξεύει τον ΦΠΑ στα μούτρα μου. Κωμωδία όλα αυτά, θα μου πείτε. Ναι, αλλά προαπαιτούμενη.
Για την τραγωδία. Αλλά κι αυτή, παρακαλώ, σε δόσεις. Να τη σηκώνει ο οργανισμός μου. Σήμερα τρώγονται σπίτια (με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα φαγωθούν), η βρώσις των γεωργών αναβάλλεται για το επόμενο φεγγάρι. Το Σύνταγμα. Να το ξεσκίζουμε κομματάκι-κομματάκι, κομμάτι και προαπαιτούμενο! το ίδιο και τον κανονισμό της Βουλής. Και το κόμμα και την Κεντρική Επιτροπή και τις οργανώσεις. Ολα είναι προαπαιτούμενα για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να επέλθει η επόμενη συμφωνία, το νέο Μνημόνιο, «διότι δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς» και έτσι ο «αποστάτης» γίνεται προαπαιτούμενο της ρητορικής μιας Αριστεράς που πίνει το κώνειό της (με ολίγον από λωτό) για να μη θυμάται τι έπαθε η ίδια και η χώρα, κάθε φορά που το λύειν και δεσμείν πάνω στις ενέργειες της Αριστεράς το είχαν εξωχώριες δυνάμεις «διότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς». Ομως, σταματώ εδώ. Δεν θέλω να αποκαρδιώνω εκείνους που πιστεύουν ότι χάθηκε μια μάχη, αλλά ότι ο πόλεμος μπορεί να συνεχισθεί. Μπορεί να έχουν δίκιο, μπορεί να κάνω λάθος - τίποτα δεν θα με έκανε πιο χαρούμενο.
Πριν όμως να πάρω τον βραδινό μου λωτό και να ξεχασθώ μπροστά στην οθόνη μου και πάνω στον καναπέ μου με μια-δυο τηλεσειρές που παρακολουθώ, θέλω να θυμηθώ απ’ τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» την παρακμή του. Οταν οι παλιοί Συγκλητικοί είχαν γίνει Σιλεντιάριοι (σιωπηλοί). Τον καιρό των παρακοιμώμενων και των ευνούχων. Ειδικώς οι τελευταίοι παρεξηγημένα όντα, πολλοί υπήρξαν ευφυείς στρατηγοί, όπως ο Ναρσής, ή δαιμόνιοι πολιτικοί, όπως ο Βασίλειος. Το κακό ήταν ότι δεν τους ήλεγχε κανείς. Εκτός απ’ τους επόμενους παρακοιμώμενους. Ως φαίνεται, το κακό ως προαπαιτούμενο του καλού είχε πάντα μια δυσκολία να κυλήσει την ιστορία προς τα μπρος. Είχε όμως πάντα (το κακό) την ευχέρεια να δίνει εξηγήσεις, διότι ουδέποτε το καλό είναι προαπαιτούμενο του κακού. Κι έτσι το έρμο (το καλό) βρίσκεται πάντα σε δυσμενή θέση. Με ένα «ανάγκα και θεοί πείθονται» και με ένα «δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς», όχι μόνον ο παρακοιμώμενος απεκδύεται τις ευθύνες του, αλλά τις φορτώνει κι από πάνω στον αποστάτη.
Πάει πολλούς αιώνες πίσω αυτή η ιστορία. Στην εποχή που προσπαθώντας να υπερασπισθεί τα αντίθετα απ’ τα παραπάνω ο ολιγαρχικός Ξενοφώντας έλεγε στον ακόμα ολιγαρχικότερο Πέρση που κάγχαζε με τη δημοκρατία (και τη δυνατότητα των πολλών, άλλων αδαών κι άλλων άξεστων, να παίρνουν αποφάσεις): Ο λαός μπορεί να διορθώνει τα λάθη του. Αλλά τα λάθη που κάνουν οι τύραννοι (οι ανεξέλεγκτοι) δεν μπορεί να τα διορθώσει κανείς. Εκτός πάλι απ’ τον λαό. Και είχε δίκιο ο Ξενοφών. Ακόμα κι αν ένας ανεξέλεγκτος διορθώσει τα λάθη του προηγούμενου ανεξέλεγκτου, μπορεί να τα (ξανα)κάνει μαντάρα ο επόμενος ανεξέλεγκτος (απόδειξη, η ιστορία της ΕΣΣΔ). Αντιθέτως, ο λαός μπορεί συνήθως «να ετοιμάζει τα επόμενα λάθη του», αλλά ενίοτε και να τα διορθώνει... «Αμωμος, αν έπταισαν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος»… Tags: Ο ΣΤΑΘΗΣ ΣΤΟΝ ΕΝΙΚΟ εκτύπωση
Τώρα που λέω για λωτούς, ενθυμούμαι το δούλεμα που είχα ρίξει (διότι δεν επρόκειτο για πολιτική κριτική) στον Μπενύτο Μπενίτο για τις μπουγάτσες και τον ΦΠΑ. Αν έτρωγες όρθιος (όχι τον ΦΠΑ, τη μπουγάτσα), αυτός ο ΦΠΑ ήταν διαφορετικός από τον ΦΠΑ στη μπουγάτσα που θα έτρωγες καθιστός. Αλλά ακόμα κι αυτό έπαιζε αναλόγως του μείγματος πολιτικής (ή του μείγματος της μπουγάτσας) - βράσε όρυζα (με διαφορετικό ΦΠΑ στα γεμιστά και διαφορετικόν στο πιλάφι). Και μου έλεγε η μανούλα μου: μην κοροϊδεύεις, παιδάκι μου, θα τα βρεις μπροστά σου. Τα βρήκα! Μας το έλεγε κι ο Χαρίλαος: «μην κατουράτε στη θάλασσα, θα το βρείτε στο αλάτι». Να το το αλάτι! εκτοξεύει τον ΦΠΑ στα μούτρα μου. Κωμωδία όλα αυτά, θα μου πείτε. Ναι, αλλά προαπαιτούμενη.
Για την τραγωδία. Αλλά κι αυτή, παρακαλώ, σε δόσεις. Να τη σηκώνει ο οργανισμός μου. Σήμερα τρώγονται σπίτια (με τη διαβεβαίωση ότι δεν θα φαγωθούν), η βρώσις των γεωργών αναβάλλεται για το επόμενο φεγγάρι. Το Σύνταγμα. Να το ξεσκίζουμε κομματάκι-κομματάκι, κομμάτι και προαπαιτούμενο! το ίδιο και τον κανονισμό της Βουλής. Και το κόμμα και την Κεντρική Επιτροπή και τις οργανώσεις. Ολα είναι προαπαιτούμενα για να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση και να επέλθει η επόμενη συμφωνία, το νέο Μνημόνιο, «διότι δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς» και έτσι ο «αποστάτης» γίνεται προαπαιτούμενο της ρητορικής μιας Αριστεράς που πίνει το κώνειό της (με ολίγον από λωτό) για να μη θυμάται τι έπαθε η ίδια και η χώρα, κάθε φορά που το λύειν και δεσμείν πάνω στις ενέργειες της Αριστεράς το είχαν εξωχώριες δυνάμεις «διότι δεν μπορούσαμε να κάνουμε αλλιώς». Ομως, σταματώ εδώ. Δεν θέλω να αποκαρδιώνω εκείνους που πιστεύουν ότι χάθηκε μια μάχη, αλλά ότι ο πόλεμος μπορεί να συνεχισθεί. Μπορεί να έχουν δίκιο, μπορεί να κάνω λάθος - τίποτα δεν θα με έκανε πιο χαρούμενο.
Πριν όμως να πάρω τον βραδινό μου λωτό και να ξεχασθώ μπροστά στην οθόνη μου και πάνω στον καναπέ μου με μια-δυο τηλεσειρές που παρακολουθώ, θέλω να θυμηθώ απ’ τον «ένδοξό μας βυζαντινισμό» την παρακμή του. Οταν οι παλιοί Συγκλητικοί είχαν γίνει Σιλεντιάριοι (σιωπηλοί). Τον καιρό των παρακοιμώμενων και των ευνούχων. Ειδικώς οι τελευταίοι παρεξηγημένα όντα, πολλοί υπήρξαν ευφυείς στρατηγοί, όπως ο Ναρσής, ή δαιμόνιοι πολιτικοί, όπως ο Βασίλειος. Το κακό ήταν ότι δεν τους ήλεγχε κανείς. Εκτός απ’ τους επόμενους παρακοιμώμενους. Ως φαίνεται, το κακό ως προαπαιτούμενο του καλού είχε πάντα μια δυσκολία να κυλήσει την ιστορία προς τα μπρος. Είχε όμως πάντα (το κακό) την ευχέρεια να δίνει εξηγήσεις, διότι ουδέποτε το καλό είναι προαπαιτούμενο του κακού. Κι έτσι το έρμο (το καλό) βρίσκεται πάντα σε δυσμενή θέση. Με ένα «ανάγκα και θεοί πείθονται» και με ένα «δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς», όχι μόνον ο παρακοιμώμενος απεκδύεται τις ευθύνες του, αλλά τις φορτώνει κι από πάνω στον αποστάτη.
Πάει πολλούς αιώνες πίσω αυτή η ιστορία. Στην εποχή που προσπαθώντας να υπερασπισθεί τα αντίθετα απ’ τα παραπάνω ο ολιγαρχικός Ξενοφώντας έλεγε στον ακόμα ολιγαρχικότερο Πέρση που κάγχαζε με τη δημοκρατία (και τη δυνατότητα των πολλών, άλλων αδαών κι άλλων άξεστων, να παίρνουν αποφάσεις): Ο λαός μπορεί να διορθώνει τα λάθη του. Αλλά τα λάθη που κάνουν οι τύραννοι (οι ανεξέλεγκτοι) δεν μπορεί να τα διορθώσει κανείς. Εκτός πάλι απ’ τον λαό. Και είχε δίκιο ο Ξενοφών. Ακόμα κι αν ένας ανεξέλεγκτος διορθώσει τα λάθη του προηγούμενου ανεξέλεγκτου, μπορεί να τα (ξανα)κάνει μαντάρα ο επόμενος ανεξέλεγκτος (απόδειξη, η ιστορία της ΕΣΣΔ). Αντιθέτως, ο λαός μπορεί συνήθως «να ετοιμάζει τα επόμενα λάθη του», αλλά ενίοτε και να τα διορθώνει... «Αμωμος, αν έπταισαν ο Δίαιος και ο Κριτόλαος»… Tags: Ο ΣΤΑΘΗΣ ΣΤΟΝ ΕΝΙΚΟ εκτύπωση