Τα νέα μέτρα που επιβάλλονται
στην Ελλάδα στερούνται οικονομικού ορθολογισμού και αποτελούν μνημόνιο
για την αφαίμαξη και τον διαμελισμό της οικονομίας, υποστηρίζουν τρεις
Ευρωπαίοι φιλόσοφοι. Με κοινό τους άρθρο στη γαλλική εφημερίδα
Liberation, ο Γάλλος Ετιέν Μπαλιμπάρ, ο Ιταλός Σάντρο Μετζάντρα και ο
Γερμανός Φρίντερ Οτο επιχείρησαν την αποκρυπτογράφηση των συγκρουόμενων
δυνάμεων στην ελληνική κρίση, αλλά και μια διαφορετική ανάγνωση στις
επιλογές
του Αλέξη Τσίπρα.
Οι φιλόσοφοι ξεκαθαρίζουν ότι τα νέα μέτρα είναι επί της ουσίας ανεφάρμοστα. Θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας υπερβολικά βίαιης επιβολής η οποία θα οδηγήσει σε ακόμη πιο συγκρουσιακή κατάσταση από αυτήν της τελευταίας πενταετίας. Καυτηριάζουν τη στάση των πιστωτών, οι οποίοι στην τελευταία σύνοδο κορυφής επιδόθηκαν κυρίως στην καταστροφή της προσπάθειας του Αλέξη Τσίπρα με αποτέλεσμα να προκύψει ένα «αντι-πρόγραμμα», ερήμην κάθε οικονομικής λογικής, στοχεύοντας στον «διαμελισμό της ελληνικής οικονομίας».
Θεωρούν πολύ σοβαρό το γεγονός ότι τα μέτρα που θέτουν υπό κηδεμονία την Ελλάδα θεσμοθετούν ένα προτεκτοράτο στο εσωτερικό της Ε.Ε. Η Ελλάδα δεν είναι πια κυρίαρχη. Οχι με την έννοια της από κοινού παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας, όπως συμβαίνει σε μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία, αλλά με την έννοια της υποταγής στον «εξουσιαστή», μια εκτελεστική εξουσία απόκρυφη, αδιαφανή και άτυπη. Ο λόγος βέβαια για το Eurogroup, το οποίο δεν προκύπτει από καμία συνθήκη και δεν υπακούει σε καμία νομοθεσία και στο οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραχωρήσει την εξουσία.
Ο πρόεδρός του λειτουργεί ως εκπρόσωπος του ισχυρότερου των κρατών. «Κατά πόσο αυτός ο τρόπος λειτουργίας δεν είναι παρά η μάσκα τού γερμανικού ιμπεριαλισμού;» αναρωτιούνται οι φιλόσοφοι. Εκτός της γερμανικής ηγεμονίας που είναι προφανής όμως, υπάρχουν και άλλοι πόλοι ισχύος οι οποίοι τροφοδοτούν αμφισβητήσεις. Μεταξύ αυτών και η ΕΚΤ, η οποία, όπως υποστηρίζουν, «δεν ταυτίζεται ούτε στην ιδεολογία ούτε στα συμφέροντα» με το Βερολίνο. Αλλά και η Γαλλία, που διαφοροποιήθηκε στην ελληνική κρίση.
Ενώ η αδιαλλαξία της Γερμανίας απέναντι στην Αθήνα οφειλόταν περισσότερο σε πολιτικούς παρά σε οικονομικούς λόγους, για τη Γαλλία αυτό που μέτρησε περισσότερο ήταν το ότι ο μόνος τρόπος για να περάσουν τα επώδυνα μέτρα στον ελληνικό λαό ήταν να τα φορτωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Φρανσουά Ολάντ είχε άλλωστε αυτήν την εμπειρία της ανατροπής των εκλογικών του υποσχέσεων.
Οι φιλόσοφοι θεωρούν ωστόσο ότι -όπως παρατήρησε και ο Γιάνης Βαρουφάκης- «η ουσία της γαλλικής διαφοροποίησης βρισκόταν στη θέληση του Ολάντ να αντισταθεί στον τρόπο με τον οποίο η Γερμανία χρησιμοποιούσε το ελληνικό ζήτημα προκειμένου να πειθαρχήσει τη Γαλλία».
«Τη μοιραία νύχτα (12-13 Ιουλίου) ο Φρανσουά Ολάντ κέρδισε κρατώντας την Ελλάδα στο ευρώ. Εχασε όμως στους όρους της συμφωνίας, στα επίπονα μέτρα… Ετσι είναι πιθανό ότι η νίκη του αυτή δεν θα τον οδηγήσει πολύ μακριά». Ολα αυτά καθιστούν προφανές ότι όσα έγιναν σε βάρος των Ελλήνων δεν έλυσαν κανένα από τα προβλήματά τους, μάλλον τα διόγκωσαν.Και βέβαια η κάθε λύση αυτών των προβλημάτων σκοντάφτει στο άλλο μεγάλο ερώτημα, που αφορά το μέλλον της Ευρώπης: από ένωση χωρών για την άμβλυνση των αιώνιων εχθροτήτων και το άνοιγμα των προοπτικών ευημερίας και αλληλεγγύης των λαών, αυτή μετασχηματίζεται σε διχασμένο σώμα μέσω της δραματικής αύξησης ανισοτήτων και της μετατροπής τους σε σχέσεις κυριαρχίας. Η 13η Ιουλίου ανέδειξε ακόμη τη σοβαρότητα του προβλήματος γύρω από την έννοια της δημοκρατίας και της νομιμοποίησης που αυτή συνεπάγεται για τις αποφάσεις.
Οι ευθύνες
Οι τρεις φιλόσοφοι -υιοθετώντας τη φεντεραλιστική θέαση- θεωρούν «κεφαλαιώδους σημασίας» την επιλογή του Αλέξη Τσίπρα «να πει την αλήθεια» και να συμφωνήσει σε «μια λύση που δεν ήταν η καλύτερη, αλλά η λιγότερο καταστροφική για την Ελλάδα και την Ευρώπη».Αν και θεωρούν ζητούμενο για τη συνέχεια την αντοχή της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, υπογραμμίζουν ότι αυτή η δέσμευση στην υπηρεσία του κοινού συμφέροντος δημιουργεί στους υπόλοιπους Ευρωπαίους που πιστεύουν σε μια αλληλέγγυα και δημοκρατική Ευρώπη μεγάλες ευθύνες. Συμβάλλει, τονίζουν, σε μια ευρύτερη προσπάθεια ανάληψης ευθυνών που θα μπορούσε να οδηγήσει στη γέννηση και άλλων κινημάτων για την αλληλεγγύη των λαών της Ευρώπης. Η ενότητα είναι δύναμη, καταλήγουν... Μεταξύ ποιων, το ζητούμενο.
του Αλέξη Τσίπρα.
Οι φιλόσοφοι ξεκαθαρίζουν ότι τα νέα μέτρα είναι επί της ουσίας ανεφάρμοστα. Θα αποτελέσουν αντικείμενο μιας υπερβολικά βίαιης επιβολής η οποία θα οδηγήσει σε ακόμη πιο συγκρουσιακή κατάσταση από αυτήν της τελευταίας πενταετίας. Καυτηριάζουν τη στάση των πιστωτών, οι οποίοι στην τελευταία σύνοδο κορυφής επιδόθηκαν κυρίως στην καταστροφή της προσπάθειας του Αλέξη Τσίπρα με αποτέλεσμα να προκύψει ένα «αντι-πρόγραμμα», ερήμην κάθε οικονομικής λογικής, στοχεύοντας στον «διαμελισμό της ελληνικής οικονομίας».
Θεωρούν πολύ σοβαρό το γεγονός ότι τα μέτρα που θέτουν υπό κηδεμονία την Ελλάδα θεσμοθετούν ένα προτεκτοράτο στο εσωτερικό της Ε.Ε. Η Ελλάδα δεν είναι πια κυρίαρχη. Οχι με την έννοια της από κοινού παραχώρησης εθνικής κυριαρχίας, όπως συμβαίνει σε μια ευρωπαϊκή ομοσπονδία, αλλά με την έννοια της υποταγής στον «εξουσιαστή», μια εκτελεστική εξουσία απόκρυφη, αδιαφανή και άτυπη. Ο λόγος βέβαια για το Eurogroup, το οποίο δεν προκύπτει από καμία συνθήκη και δεν υπακούει σε καμία νομοθεσία και στο οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει παραχωρήσει την εξουσία.
Ο πρόεδρός του λειτουργεί ως εκπρόσωπος του ισχυρότερου των κρατών. «Κατά πόσο αυτός ο τρόπος λειτουργίας δεν είναι παρά η μάσκα τού γερμανικού ιμπεριαλισμού;» αναρωτιούνται οι φιλόσοφοι. Εκτός της γερμανικής ηγεμονίας που είναι προφανής όμως, υπάρχουν και άλλοι πόλοι ισχύος οι οποίοι τροφοδοτούν αμφισβητήσεις. Μεταξύ αυτών και η ΕΚΤ, η οποία, όπως υποστηρίζουν, «δεν ταυτίζεται ούτε στην ιδεολογία ούτε στα συμφέροντα» με το Βερολίνο. Αλλά και η Γαλλία, που διαφοροποιήθηκε στην ελληνική κρίση.
Ενώ η αδιαλλαξία της Γερμανίας απέναντι στην Αθήνα οφειλόταν περισσότερο σε πολιτικούς παρά σε οικονομικούς λόγους, για τη Γαλλία αυτό που μέτρησε περισσότερο ήταν το ότι ο μόνος τρόπος για να περάσουν τα επώδυνα μέτρα στον ελληνικό λαό ήταν να τα φορτωθεί ο ΣΥΡΙΖΑ. Ο Φρανσουά Ολάντ είχε άλλωστε αυτήν την εμπειρία της ανατροπής των εκλογικών του υποσχέσεων.
Οι φιλόσοφοι θεωρούν ωστόσο ότι -όπως παρατήρησε και ο Γιάνης Βαρουφάκης- «η ουσία της γαλλικής διαφοροποίησης βρισκόταν στη θέληση του Ολάντ να αντισταθεί στον τρόπο με τον οποίο η Γερμανία χρησιμοποιούσε το ελληνικό ζήτημα προκειμένου να πειθαρχήσει τη Γαλλία».
«Τη μοιραία νύχτα (12-13 Ιουλίου) ο Φρανσουά Ολάντ κέρδισε κρατώντας την Ελλάδα στο ευρώ. Εχασε όμως στους όρους της συμφωνίας, στα επίπονα μέτρα… Ετσι είναι πιθανό ότι η νίκη του αυτή δεν θα τον οδηγήσει πολύ μακριά». Ολα αυτά καθιστούν προφανές ότι όσα έγιναν σε βάρος των Ελλήνων δεν έλυσαν κανένα από τα προβλήματά τους, μάλλον τα διόγκωσαν.Και βέβαια η κάθε λύση αυτών των προβλημάτων σκοντάφτει στο άλλο μεγάλο ερώτημα, που αφορά το μέλλον της Ευρώπης: από ένωση χωρών για την άμβλυνση των αιώνιων εχθροτήτων και το άνοιγμα των προοπτικών ευημερίας και αλληλεγγύης των λαών, αυτή μετασχηματίζεται σε διχασμένο σώμα μέσω της δραματικής αύξησης ανισοτήτων και της μετατροπής τους σε σχέσεις κυριαρχίας. Η 13η Ιουλίου ανέδειξε ακόμη τη σοβαρότητα του προβλήματος γύρω από την έννοια της δημοκρατίας και της νομιμοποίησης που αυτή συνεπάγεται για τις αποφάσεις.
Οι ευθύνες
Οι τρεις φιλόσοφοι -υιοθετώντας τη φεντεραλιστική θέαση- θεωρούν «κεφαλαιώδους σημασίας» την επιλογή του Αλέξη Τσίπρα «να πει την αλήθεια» και να συμφωνήσει σε «μια λύση που δεν ήταν η καλύτερη, αλλά η λιγότερο καταστροφική για την Ελλάδα και την Ευρώπη».Αν και θεωρούν ζητούμενο για τη συνέχεια την αντοχή της ενότητας του ΣΥΡΙΖΑ, υπογραμμίζουν ότι αυτή η δέσμευση στην υπηρεσία του κοινού συμφέροντος δημιουργεί στους υπόλοιπους Ευρωπαίους που πιστεύουν σε μια αλληλέγγυα και δημοκρατική Ευρώπη μεγάλες ευθύνες. Συμβάλλει, τονίζουν, σε μια ευρύτερη προσπάθεια ανάληψης ευθυνών που θα μπορούσε να οδηγήσει στη γέννηση και άλλων κινημάτων για την αλληλεγγύη των λαών της Ευρώπης. Η ενότητα είναι δύναμη, καταλήγουν... Μεταξύ ποιων, το ζητούμενο.