Mέρες λαμπρές, μέρες μνήμης και τιμής, υπέροχες μέρες·
γιορτινές, αγλαΐζουσες, πατριωτικές· μέρες ελευθερίας και ανεξαρτησίας,
εθνεγερτήριες μέρες. Ως εδώ καλά. Ετσι και τις αναλύσουμε, χάνουν την
ουσία τους, αποσύρονται, σχεδόν αυτοκαταργούνται. Διότι οι ελληνικές
κυβερνήσεις της απελευθέρωσης φρόντισαν να τις μιάνουν, να τις
διαφθείρουν, να τις εξευτελίσουν. Οι πιο πολλοί αγνοούμε το τι και το
πώς της Επανάστασης του 1821, δεκάρα δεν δίνουμε για το ποια ήταν η
συνείδηση του ελληνικού λαού εκείνα τα χρόνια, ποιος ο ρόλος των
διανοουμένων και των κοτζαμπάσηδων, του Φαναριού, του κλήρου, των
νησιών, των ξένων δυνάμεων, των Κλεφτών, της Φιλικής Εταιρείας, των
οπλαρχηγών, των φιλελλήνων, της Διασποράς και λοιπά.
Η υπερηφάνεια και το φιλότιμο είναι εξάλλου ξένες λέξεις για τη λογοκρατική σκέψη και συμπεριφορά. Οποιος επικαλείται τέτοιες λέξεις κινδυνεύει να χαρακτηριστεί υπονομευτής του ευρωπαϊκού πολιτισμού, εχθρός της τάξης και της ασφάλειας. Από ποιους; Ελάτε, τώρα. Κάποιους αμερικανόθρεφτους νεοϊστορικούς, τους γνωστούς (χωρίς σθένος) ευρωπαϊστές, όλους εκείνους που απεχθάνονται το αίμα και την εξέγερση, διότι -λέει- μπορείς να αποκτήσεις την ελευθερία σου, εάν είσαι δούλος, με το εμπόριο και το πνεύμα. Ξεχνούν ότι μ’ αυτά μπορεί να ασχοληθεί μικρό μόνο κομμάτι των υπόδουλων· αυτοί πότε θα πλουτίσουν και πότε θα μορφωθούν; Αυτά είναι αστειότητες των νεοδιεθνιστών, αυτών που συγχέουν τον διεθνισμό με τον κοσμοπολιτισμό και την παγκοσμιοποίηση (sic).
Κοντεύουν δύο αιώνες και η αλήθεια για το ‘21 είναι λειψή· τεθλασμένη, αφ’ υψηλού. Ας είναι. Ετσι κι αλλιώς δεν χρειάζεται. Ολα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Είμαστε κράτος ανεξάρτητο και ελεύθερο, ισότιμο με όσα μάς περιβάλλουν, κυρίαρχο, πολιτισμένο και λοιπά. Ε, πάνε λίγο στραβά τα πράγματα, πεινάμε λίγο (ας μην είμαστε απαιτητικοί, ολόκληρες ήπειροι στενάζουν και πεθαίνουν οι άνθρωποι από την πείνα), έως και αριστερή κυβέρνηση κατορθώσαμε να εκλέξουμε. Ολα αυτά είναι πρόοδος, ας μην υποτιμάμε εαυτούς και τις μεταπελευθερωτικές κυβερνήσεις μας, διαφορετικά θα φανούμε αχάριστοι απέναντι στην Ιστορία που (με την πανουργία της;) μερίμνησε να λέμε και να γράφουμε ό,τι θέλουμε.
Οι λίγοι -ενίοτε- κάνουν πολλά για πολλούς· κάπως έτσι είχαν πάντα τα πράγματα. Αυτοί οι λίγοι χαρακτηρίζονται από ευψυχία και ευτολμία, κάτι σαν τη σημερινή κυβέρνηση... Πολλοί καπηλεύονται τον αγώνα των λίγων μετά το νικηφόρο, συνήθως, αποτέλεσμα των τελευταίων. Και τότε αρχίζουν τα εθνικοπατριωτικά ταρατατζούμ, οι επισημότητες, η κρατική εκμετάλλευση όσων αγωνίστηκαν. Και, πάντα, οι αγωνιστές περιφρονούνται, εξορίζονται, άλλοι φαίνονται ότι αγωνίστηκαν. Το ‘χει η μοίρα όσων επιλέγουν τον αγώνα και αρνούνται την υποταγή; Τα κιτάπια έτσι λένε. Λίγοι, όμως, διαβάζουν αυτά τα κιτάπια, οι πολλοί επαναπαύονται σε ό,τι τους σερβίρει (στο θυμικό κυρίως) η κρατική εξουσία, είτε μέσα από τη Βουλή, είτε μέσα από την εκπαίδευση, είτε μέσα από την Εκκλησία. Οπως πάντα, ανάγκη πάσα να επιστρέψουμε στα λεξικά της Ιστορίας· ίσως τότε προετοιμαστούμε καλύτερα για το μέλλον.
Η υπερηφάνεια και το φιλότιμο είναι εξάλλου ξένες λέξεις για τη λογοκρατική σκέψη και συμπεριφορά. Οποιος επικαλείται τέτοιες λέξεις κινδυνεύει να χαρακτηριστεί υπονομευτής του ευρωπαϊκού πολιτισμού, εχθρός της τάξης και της ασφάλειας. Από ποιους; Ελάτε, τώρα. Κάποιους αμερικανόθρεφτους νεοϊστορικούς, τους γνωστούς (χωρίς σθένος) ευρωπαϊστές, όλους εκείνους που απεχθάνονται το αίμα και την εξέγερση, διότι -λέει- μπορείς να αποκτήσεις την ελευθερία σου, εάν είσαι δούλος, με το εμπόριο και το πνεύμα. Ξεχνούν ότι μ’ αυτά μπορεί να ασχοληθεί μικρό μόνο κομμάτι των υπόδουλων· αυτοί πότε θα πλουτίσουν και πότε θα μορφωθούν; Αυτά είναι αστειότητες των νεοδιεθνιστών, αυτών που συγχέουν τον διεθνισμό με τον κοσμοπολιτισμό και την παγκοσμιοποίηση (sic).
Κοντεύουν δύο αιώνες και η αλήθεια για το ‘21 είναι λειψή· τεθλασμένη, αφ’ υψηλού. Ας είναι. Ετσι κι αλλιώς δεν χρειάζεται. Ολα έχουν πάρει τον δρόμο τους. Είμαστε κράτος ανεξάρτητο και ελεύθερο, ισότιμο με όσα μάς περιβάλλουν, κυρίαρχο, πολιτισμένο και λοιπά. Ε, πάνε λίγο στραβά τα πράγματα, πεινάμε λίγο (ας μην είμαστε απαιτητικοί, ολόκληρες ήπειροι στενάζουν και πεθαίνουν οι άνθρωποι από την πείνα), έως και αριστερή κυβέρνηση κατορθώσαμε να εκλέξουμε. Ολα αυτά είναι πρόοδος, ας μην υποτιμάμε εαυτούς και τις μεταπελευθερωτικές κυβερνήσεις μας, διαφορετικά θα φανούμε αχάριστοι απέναντι στην Ιστορία που (με την πανουργία της;) μερίμνησε να λέμε και να γράφουμε ό,τι θέλουμε.
Οι λίγοι -ενίοτε- κάνουν πολλά για πολλούς· κάπως έτσι είχαν πάντα τα πράγματα. Αυτοί οι λίγοι χαρακτηρίζονται από ευψυχία και ευτολμία, κάτι σαν τη σημερινή κυβέρνηση... Πολλοί καπηλεύονται τον αγώνα των λίγων μετά το νικηφόρο, συνήθως, αποτέλεσμα των τελευταίων. Και τότε αρχίζουν τα εθνικοπατριωτικά ταρατατζούμ, οι επισημότητες, η κρατική εκμετάλλευση όσων αγωνίστηκαν. Και, πάντα, οι αγωνιστές περιφρονούνται, εξορίζονται, άλλοι φαίνονται ότι αγωνίστηκαν. Το ‘χει η μοίρα όσων επιλέγουν τον αγώνα και αρνούνται την υποταγή; Τα κιτάπια έτσι λένε. Λίγοι, όμως, διαβάζουν αυτά τα κιτάπια, οι πολλοί επαναπαύονται σε ό,τι τους σερβίρει (στο θυμικό κυρίως) η κρατική εξουσία, είτε μέσα από τη Βουλή, είτε μέσα από την εκπαίδευση, είτε μέσα από την Εκκλησία. Οπως πάντα, ανάγκη πάσα να επιστρέψουμε στα λεξικά της Ιστορίας· ίσως τότε προετοιμαστούμε καλύτερα για το μέλλον.