ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΕΛΛΙΣ
Ενα βήμα πιο κοντά στην υλοποίηση του
οράματός του να αναδειχθεί σε παντοδύναμο πρόεδρο μιας ισχυρής Τουρκίας,
και στην πορεία να αναλάβει τον ηγετικό ρόλο που θεωρεί ότι του αρμόζει
στον μουσουλμανικό κόσμο, αναμένεται να βρεθεί ο Ταγίπ Ερντογάν μετά τη
διαφαινόμενη νίκη του στις προεδρικές εκλογές, τις πρώτες με άμεση
πανεθνική ψηφοφορία.
Η αναρρίχησή του στην προεδρία θεωρείται δεδομένη, είτε το πετύχει σήμερα, εξασφαλίζοντας πάνω από το 50% των ψήφων, είτε χρειασθεί και δεύτερος γύρος, σε δύο εβδομάδες. Αν και σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις εξασφάλιζε 55% των προτιμήσεων έναντι 38% του κοινού υποψηφίου σοσιαλδημοκρατών και εθνικιστών, Εκμελενττίν Ιχσάνογλου, η εκλογή του σήμερα παραμένει αβέβαιη. Το σίγουρο είναι ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα γίνει ο μακροβιότερος ηγέτης της Τουρκίας μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ, έχοντας ήδη διατελέσει μία δεκαετία πρωθυπουργός. Εάν, μάλιστα, επανεκλεγεί το 2019, μπορεί να ξεπεράσει τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας και να βρίσκεται στην ηγεσία της χώρας κατά την επέτειο της συμπλήρωσης εκατό ετών από την ίδρυσή της, το 2023.
Η εκρηκτική συμπεριφορά του Ερντογάν, που συχνά χαρακτηρίζεται από ακραίες φραστικές και όχι μόνον εξάρσεις, βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή με το ήπιο ακαδημαϊκό ύφος του 70χρονου αντιπάλου του, πρώην προέδρου της Παγκόσμιας Ισλαμικής Διάσκεψης. Ο μειλίχιος λόγος του Ιχσάνογλου δεν ξεσηκώνει τα πλήθη και ως πολιτική επιλογή αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων. «Μιλάει τρεις γλώσσες. Μήπως αναζητάτε διερμηνέα;» αναρωτήθηκε πρόσφατα με ειρωνικό ύφος ο Ερντογάν, και τον κατηγόρησε ότι «από πολιτική δεν γνωρίζει τίποτα».
Οι επικριτές του Ερντογάν τον κατηγορούν για πολιτική πόλωση και κοινωνική αποσύνθεση. Ανησυχούν ότι σε ένα σύστημα χωρίς θεσμικές ισορροπίες, μετά την εκλογή του στην προεδρία ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξει περαιτέρω αποδυνάμωση του κοσμικού χαρακτήρα της χώρας και να επιταχυνθεί η ισλαμοποίησή της.
Εχοντας πετύχει τρεις διαδοχικές νίκες και μάλιστα με συνεχώς αυξανόμενα ποσοστά, ο Ερντογάν προβάλλει το γεγονός ότι ηγήθηκε της χώρας κατά τη δεκαετή αλματώδη ανάπτυξή της, που την ανέδειξε στη 17η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Ομως, σε αντιδιαστολή με την οικονομική πρόοδο, παρατηρείται υποχώρηση στο πεδίο των πολιτικών και κοινωνικών ελευθεριών, με παρεμβάσεις στη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, διώξεις εισαγγελέων και κρατικών λειτουργών, όπως και τη βίαιη διάλυση αντικυβερνητικών διαδηλώσεων.
Την εξίσωση των σημερινών εκλογών συμπληρώνει ο 41χρονος Κούρδος υποψήφιος Σαλαχατίν Ντεμιρτάς. Δεν έχει ελπίδες νίκης –στις τελευταίες δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει 7%–, αλλά το ποσοστό του θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο εάν θα υπάρξει και δεύτερος γύρος.
Η διεθνής κοινότητα θεωρεί δεδομένη την εξέλιξη της προεδρικής εκλογής και αναλύει με προσοχή την πορεία του Ερντογάν. Αμερική και ευρωπαϊκές χώρες δεν κρύβουν τη δυσφορία τους για τη συμπεριφορά του και αναρωτιούνται αν αυτή θα γίνει ακόμη χειρότερη ως απόρροια της αναρρίχησής του στην προεδρία. Τον Απρίλιο του ’09, ο Μπαράκ Ομπάμα πραγματοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό στην Αγκυρα και διεμήνυσε ότι έβλεπε την έστω και προβληματική τουρκική δημοκρατία ως μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο. Εκτοτε πολλά έχουν αλλάξει. Οι αποκαλύψεις περί διαφθοράς, ο αυταρχισμός Ερντογάν και οι συχνές επιθέσεις του κατά της Δύσης και του Ισραήλ –συμπεριλαμβανομένων και δημόσιων αναφορών σε αμερικανικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά της Τουρκίας– έχουν εξοργίσει πολλούς στην Ουάσιγκτον. Η αμερικανική διπλωματία επεξεργάζεται τρόπους διαχείρισης μιας «ανεξέλεγκτης» Τουρκίας, χωρίς να παραγνωρίζει τη γεωπολιτική της σημασία, που απορρέει από τη γεωγραφική της θέση και τη μετεξέλιξή της σε ενεργειακό κόμβο.
Οι πολιτικές εξελίξεις στη γείτονα ενδεχομένως να επηρεάσουν και τις προοπτικές λύσης του Κυπριακού, καθώς ΟΗΕ, ΗΠΑ και Ε.Ε. θεωρούν πως αν μετά τις προεδρικές εκλογές δεν διεξαχθούν και πρόωρες βουλευτικές, το επόμενο εξάμηνο καθίσταται ένα «παράθυρο ευκαιρίας» το οποίο θα επιχειρήσουν να αξιοποιήσουν. Τέλος, με ενδιαφέρον αναμένουν η Αθήνα και η Λευκωσία το πρόσωπο που θα αναλάβει πρωθυπουργός, καθώς μεταξύ των επικρατέστερων υποψηφίων είναι δύο άριστοι γνώστες των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του Κυπριακού, οι κ. Γκιουλ και Νταβούτογλου.
Η αναρρίχησή του στην προεδρία θεωρείται δεδομένη, είτε το πετύχει σήμερα, εξασφαλίζοντας πάνω από το 50% των ψήφων, είτε χρειασθεί και δεύτερος γύρος, σε δύο εβδομάδες. Αν και σε πρόσφατες δημοσκοπήσεις εξασφάλιζε 55% των προτιμήσεων έναντι 38% του κοινού υποψηφίου σοσιαλδημοκρατών και εθνικιστών, Εκμελενττίν Ιχσάνογλου, η εκλογή του σήμερα παραμένει αβέβαιη. Το σίγουρο είναι ότι ο Ταγίπ Ερντογάν θα γίνει ο μακροβιότερος ηγέτης της Τουρκίας μετά τον Κεμάλ Ατατούρκ, έχοντας ήδη διατελέσει μία δεκαετία πρωθυπουργός. Εάν, μάλιστα, επανεκλεγεί το 2019, μπορεί να ξεπεράσει τον ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας και να βρίσκεται στην ηγεσία της χώρας κατά την επέτειο της συμπλήρωσης εκατό ετών από την ίδρυσή της, το 2023.
Η εκρηκτική συμπεριφορά του Ερντογάν, που συχνά χαρακτηρίζεται από ακραίες φραστικές και όχι μόνον εξάρσεις, βρίσκεται σε πλήρη αντιδιαστολή με το ήπιο ακαδημαϊκό ύφος του 70χρονου αντιπάλου του, πρώην προέδρου της Παγκόσμιας Ισλαμικής Διάσκεψης. Ο μειλίχιος λόγος του Ιχσάνογλου δεν ξεσηκώνει τα πλήθη και ως πολιτική επιλογή αποδεικνύεται κατώτερος των περιστάσεων. «Μιλάει τρεις γλώσσες. Μήπως αναζητάτε διερμηνέα;» αναρωτήθηκε πρόσφατα με ειρωνικό ύφος ο Ερντογάν, και τον κατηγόρησε ότι «από πολιτική δεν γνωρίζει τίποτα».
Οι επικριτές του Ερντογάν τον κατηγορούν για πολιτική πόλωση και κοινωνική αποσύνθεση. Ανησυχούν ότι σε ένα σύστημα χωρίς θεσμικές ισορροπίες, μετά την εκλογή του στην προεδρία ελλοχεύει ο κίνδυνος να υπάρξει περαιτέρω αποδυνάμωση του κοσμικού χαρακτήρα της χώρας και να επιταχυνθεί η ισλαμοποίησή της.
Εχοντας πετύχει τρεις διαδοχικές νίκες και μάλιστα με συνεχώς αυξανόμενα ποσοστά, ο Ερντογάν προβάλλει το γεγονός ότι ηγήθηκε της χώρας κατά τη δεκαετή αλματώδη ανάπτυξή της, που την ανέδειξε στη 17η μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Ομως, σε αντιδιαστολή με την οικονομική πρόοδο, παρατηρείται υποχώρηση στο πεδίο των πολιτικών και κοινωνικών ελευθεριών, με παρεμβάσεις στη λειτουργία των μέσων ενημέρωσης, διώξεις εισαγγελέων και κρατικών λειτουργών, όπως και τη βίαιη διάλυση αντικυβερνητικών διαδηλώσεων.
Την εξίσωση των σημερινών εκλογών συμπληρώνει ο 41χρονος Κούρδος υποψήφιος Σαλαχατίν Ντεμιρτάς. Δεν έχει ελπίδες νίκης –στις τελευταίες δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει 7%–, αλλά το ποσοστό του θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο εάν θα υπάρξει και δεύτερος γύρος.
Η διεθνής κοινότητα θεωρεί δεδομένη την εξέλιξη της προεδρικής εκλογής και αναλύει με προσοχή την πορεία του Ερντογάν. Αμερική και ευρωπαϊκές χώρες δεν κρύβουν τη δυσφορία τους για τη συμπεριφορά του και αναρωτιούνται αν αυτή θα γίνει ακόμη χειρότερη ως απόρροια της αναρρίχησής του στην προεδρία. Τον Απρίλιο του ’09, ο Μπαράκ Ομπάμα πραγματοποίησε την πρώτη του επίσκεψη στο εξωτερικό στην Αγκυρα και διεμήνυσε ότι έβλεπε την έστω και προβληματική τουρκική δημοκρατία ως μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο. Εκτοτε πολλά έχουν αλλάξει. Οι αποκαλύψεις περί διαφθοράς, ο αυταρχισμός Ερντογάν και οι συχνές επιθέσεις του κατά της Δύσης και του Ισραήλ –συμπεριλαμβανομένων και δημόσιων αναφορών σε αμερικανικές παρεμβάσεις στα εσωτερικά της Τουρκίας– έχουν εξοργίσει πολλούς στην Ουάσιγκτον. Η αμερικανική διπλωματία επεξεργάζεται τρόπους διαχείρισης μιας «ανεξέλεγκτης» Τουρκίας, χωρίς να παραγνωρίζει τη γεωπολιτική της σημασία, που απορρέει από τη γεωγραφική της θέση και τη μετεξέλιξή της σε ενεργειακό κόμβο.
Οι πολιτικές εξελίξεις στη γείτονα ενδεχομένως να επηρεάσουν και τις προοπτικές λύσης του Κυπριακού, καθώς ΟΗΕ, ΗΠΑ και Ε.Ε. θεωρούν πως αν μετά τις προεδρικές εκλογές δεν διεξαχθούν και πρόωρες βουλευτικές, το επόμενο εξάμηνο καθίσταται ένα «παράθυρο ευκαιρίας» το οποίο θα επιχειρήσουν να αξιοποιήσουν. Τέλος, με ενδιαφέρον αναμένουν η Αθήνα και η Λευκωσία το πρόσωπο που θα αναλάβει πρωθυπουργός, καθώς μεταξύ των επικρατέστερων υποψηφίων είναι δύο άριστοι γνώστες των ελληνοτουρκικών σχέσεων και του Κυπριακού, οι κ. Γκιουλ και Νταβούτογλου.