25 Μαΐου 2014

Το ντέφι της ρωσικής αρκούδας

Του Δρα Γιάννου Χαραλαμπίδη

  • Ο ενεργειακοί άξονες Ρωσίας-Κίνας και Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας προς Ευρώπη
  • Πώς η δήλωση Μπάιντεν για αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας μπορεί να εναρμονιστεί με δημοκρατική λύση που θα ανατρέπει τη διχοτόμηση και γιατί ο τερματικός σταθμός είναι στρατηγικής σημασίας
  • ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ γιατί να θέλουν ενεργειακό απεγκλωβισμό από τη Μόσχα και εγκλωβισμό στην Τουρκία

Υπό τη σκιά μεγάλων γεωπολιτικών παιχνιδιών, με επίκεντρο την ενέργεια σε περιφερειακό και παγκόσμιο επίπεδο, ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος Τζον Μπάιντεν ήταν συνεπής την περασμένη Τετάρτη -όταν επισκέφθηκε την Κύπρο- με τις δημοκρατικές αρχές της χώρας του όταν δήλωσε πως τόσο οι ΗΠΑ όσο και η διεθνής κοινότητα αναγνωρίζουν μόνο την Κυπριακή Δημοκρατία στο νησί. Αυτή ήταν μια τοποθέτηση θετική. Και βρίσκεται στην ίδια γραμμή με τα ψηφίσματα 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας, καθώς και με την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου, που αποτελεί τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου και καθορίζει ρητώς ότι το μόνο κράτος που αναγνωρίζεται στο νησί είναι αυτό της Κυπριακής Δημοκρατίας.Προσθέτει δε, και κάτι άλλο: Ότι η αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι προϋπόθεση για την ομαλή προώθηση της τουρκικής ενταξιακής διαδικασίας και της ενσωμάτωσης της Τουρκίας στην ΕΕ. Από την άλλη όμως πλευρά, καμιά αναφορά δεν έγινε στην κατοχή και στην αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από το νησί. Η Άγκυρα έμεινε επ’ έξω και το Κυπριακό περιορίστηκε στη δικοινοτική διάσταση. Και προφανώς η ευθύνη γι΄ αυτό πολύ περισσότερο ανήκει στις δικές μας πολιτικές τακτικές παρά στον Αμερικανό Αντιπρόεδρο, ο οποίος ήταν πολύ προσεκτικός και ήθελαν να κρατήσει τα προσχήματα.
Εμείς πήραμε το θετικό στοιχείο περί της αυτονόητης αναγνώρισης και η Άγκυρα κατάφερε να βγάλει την ουρά της έξω και να συνιστά η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων όχι τάχιστη προτεραιότητα αλλά μελλοντική, στο πλαίσιο της τελικής λύσης, γεγονός το οποίο εμείς αποδεχθήκαμε.

Οι επισκέψεις στα κατεχόμενα
Βεβαίως, υπάρχουν και τα εξής άλλα σημεία από την επίσκεψη:

Πρώτο, η επίσκεψη στα κατεχόμενα, δεύτερο, η επιτάχυνση των συνομιλιών και συναντήσεις των δυο ηγετών δυο φορές τον μήνα και τρίτο, η αναφορά στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Ως προς το πρώτο σημείο είχαμε θέσει το ερώτημα, κατά πόσο θα ήταν ορθόν και κατά πόσο θα μπορούσε να συνάδει με τις δημοκρατικές αρχές των ΗΠΑ, η παρουσία του Αμερικανού Αντιπροέδρου στο νησί, υπό την έννοια ότι δεν θα συναντηθεί στο λεγόμενο προεδρικό μέγαρο κάτω από τα κατοχικά σύμβολα του ψευδοκράτους.

Και η θέση μας, ότι μια τέτοια ενέργεια θα χρησιμοποιείτο για την αναγνώριση ή την αποδοχή του ψευδοκράτους και της ύπαρξης στο νησί δυο οντοτήτων. Τελικώς, η επίσκεψη δεν έγινε κάτω από τα τουρκικά κατοχικά σύμβολα και αυτό είναι θετικό στοιχείο για την επίσκεψη. Από την άλλη, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι είναι κακή πρακτική η επίσκεψη ξένων αξιωματούχων στα κατεχόμενα, μια θέση η οποία είναι απολύτως ορθή. Πληροφορίες αναφέρουν ότι όταν ο Υφυπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας θα επισκεφθεί σύντομα την Κύπρο μάλλον δεν θα επισκεφθεί τα κατεχόμενα.

Συναφώς ως προς την επίσκεψη Μπάιντεν στα κατεχόμενα αληθώς θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι είναι αρνητική εξέλιξη, που μπορεί δημιουργήσει προηγούμενο. Υπάρχει, όμως, και η άλλη όψη του νομίσματος: Το προηγούμενο που έχει δημιουργηθεί με μερίδα πολιτικών που επισκέπτονται τα κατεχόμενα για επαφές. Ταυτοχρόνως, πρέπει να επισημανθεί ότι ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος δεν έδωσε με τη στάση του κανένα δικαίωμα στον κατοχικό ηγέτη να εκμεταλλευθεί την επίσκεψη, αφού όχι μόνο αφαιρέθηκαν τα κατοχικά σύμβολα, αλλά και εκείνα των ΗΠΑ από τα αυτοκίνητα της συνοδείας του κ. Μπάιντεν.

Η ομοσπονδία των ΗΠΑ και η λύση του Κυπριακού
ΩΣ προς το ζήτημα της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας είναι μια πάγια θέση της ελληνοκυπριακής ηγεσίας. Ως εκ τούτου, δεν μπορεί ο κ. Μπάιντεν να είναι βασιλικότερος του βασιλέως. Και το ζητούμενο δεν είναι εάν θα επιταχυνθούν οι συνομιλίες, αλλά κατά πόσο αυτή η μορφή λύσης, δηλαδή της ομοσπονδίας, θα μετεξελίσσει, όπως λέγεται, την Κυπριακή Δημοκρατία, την οποία αναγνωρίζουν οι ΗΠΑ, ή εάν τελικά θα τη διχοτομεί από ενιαίο κράτος σε δυο ισότιμα συνιστώντα κράτη, με μια υποτυπώδη κεντρική ομπρέλα.

Το ζητούμενο είναι προς ποια κατεύθυνση θα κινηθεί η διαδικασία και ο στόχος. Όπως ορθά είπε ο Αμερικανός Αντιπρόεδρος δεν κομίζει φόρμουλα λύσης, διότι αυτή είναι υπόθεση των δυο πλευρών στο νησί. Άρα εξαρτάται και από εμάς προς τα πού θα κατευθυνθεί η λύση και αν θα είναι λύση επί των αρχών και αξιών της ΕΕ, που θα διατηρεί την Κυπριακή Δημοκρατία στη ζωή, ή εάν θα συνιστά λύση που θα νομιμοποιεί τα τετελεσμένα της εισβολής στη λογική του διοικητικού, εδαφικού και πληθυσμιακού διαχωρισμού, όπως χαράχθηκε από την εισβολή του 1974.

Επειδή περί Αμερικανών ο λόγος, θα πρέπει να τονιστεί το εξής: Οι δομές και οι αρχές της ομοσπονδίας των ΗΠΑ καμιά σχέση δεν έχουν με το υπό συζήτηση ομοσπονδιακό μοντέλο της Κύπρου. Δεν στηρίζεται ούτε σε εθνολογικούς και ρατσιστικούς διαχωρισμούς ούτε σε άλλες διακρίσεις, όπως είναι η εκ περιτροπής Προεδρία μεταξύ λευκών και μαύρων ή Αγγλοσαξόνων την καταγωγή από τη μια, και Ιταλών, Πολωνών και Ελλήνων από την άλλη. Η ομοσπονδία των ΗΠΑ δεν είναι προϊόν εισβολής-κατοχής, αλλά επανάστασης για την ελευθερία.

Στηρίζεται στην αρχή ένας άνθρωπος μία ψήφος και όχι ένας Τουρκοκύπριος πέντε ψήφοι, όπως η σταθμισμένη ψήφου καθορίζει. Εάν εφαρμοστεί μια αμερικανική ομοσπονδία στην Κύπρο, οι Τούρκοι θα σχίζουν τα ιμάτιά τους. Διότι οι Ελληνοκύπριοι θα είναι δυνατό να ελέγχουν όχι μόνο το νότιο αλλά και το βόρειο συνιστών κράτος, αφού και στα δυο συνιστώντα κράτη θα έχουν την πλειοψηφία και επί του πληθυσμού επί του εδάφους οι Ελληνοκύπριοι. Στην ουσία, θα πρόκειται για δυο ελληνοκυπριακά συνιστώντα κράτη.

Ερώτημα: Πώς μπορεί να είναι δυνατό να γίνει δεκτό κάτι τέτοιο από την Τουρκία, όταν η διχοτόμηση έγινε για να δημιουργηθεί αρχικά η λεγόμενη «Τουρκική Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου» και εν συνεχεία να νομιμοποιηθεί μέσα από μια ομοσπονδία ως «ισότιμο συνιστών κράτος»; Συνεπώς, η εναλλακτική πρόταση θα μπορούσε να ήταν η εσωτερική μεταρρύθμιση του ενιαίου κράτους της Κυπριακής Δημοκρατίας και όχι η διχοτόμησή της από μία ενιαία πολιτεία σε δυο, με τη μορφή ισότιμων κρατών.

Η διχοτόμηση οφείλεται στο ομοσπονδιακό σύστημα πρωτίστως και όχι απλώς στις ζώνες, οι οποίες μπορούν να λειτουργήσουν σε ένα ενιαίο κράτος. Διότι εκείνο που μπορεί να αποτελέσει εσωτερική μεταρρύθμιση και όχι διχοτόμηση, στη βάση των δυο συνιστώντων κρατών, είναι ο διοικητικός διαχωρισμός, στη βάση του οποίου από τις έξι επαρχίες οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να έχουν έπαρχο σε δυο από αυτές, και όχι εξουσίες σε πολιτειακό επίπεδο, όπως θα συμβαίνει σε μια ομοσπονδία.
Ταυτοχρόνως, για να είναι βιώσιμο το κράτος θα πρέπει:

1) Να ισχύουν χωρίς διακρίσεις και αποκλίσεις οι αρχές και αξίες της ΕΕ, όπως είναι η ελευθερία διακίνησης κεφαλαίων, προσώπων, εγκατάστασης, καθώς και το δικαίωμα της ιδιοκτησίας.
2) Να ισχύσει η αρχή ένας άνθρωπος μια ψήφος. Αυτή είναι διαδικασία λύσης που θα ξεκινά από κάτω προς τα πάνω, δηλαδή από τις δημοκρατικές αρχές και αξίες στο πλαίσιο της συνέχειας της Κυπριακής Δημοκρατίας, που θα συνάδει στην πράξη και όχι μόνο φραστικά με τη δήλωση του Αμερικανού Αντιπροέδρου.
Και η πρωτοβουλία για την υλοποίηση δεν είναι δουλειά του κ. Μπάιντεν, αλλά της δικής μας πολιτικής ηγεσίας.

Η υπόθεση της Αμμοχώστου
ΠΡΕΠΕΙ πέραν των ανωτέρω να επισημανθεί και κάτι άλλο: Αποδείχθηκε πολύ λανθασμένος ο πολιτικός λόγος που ήθελε να δαιμονομοποιεί τις ΗΠΑ και πολύ εποικοδομητική η πολιτική προσέγγιση των ανησυχιών, με στόχο την αποτροπή ενεργειών που θα δημιουργούσαν εικόνες αναγνώρισης, εάν ο Αντιπρόεδρος της Αμερικής συναντούσε τον κ. Ερογλου κάτω από τα σύμβολα της κατοχής, γεγονός που δεν θα τιμούσε ούτε τον ίδιο ούτε τον λαό των ΗΠΑ και τη δημοκρατική παγκόσμια κοινωνία.

Συναφές είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν επέδειξαν πρόθεση αναγνώρισης του ψευδοκράτους, ενώ ταυτοχρόνως το θέμα της Αμμοχώστου δεν είδε τα φώτα της δημοσιότητας, διότι η τουρκική πλευρά τα ζητά όλα για να προχωρήσει η διαδικασία της επιστροφής της πόλης και για να αρχίσει η διαδικασία ανοικοδόμησής της, αφού εκτός από το άνοιγμα του λιμανιού, ζητά το άνοιγμα του παράνομου αεροδρομίου της Τύμπου και χωριστά FIR, που σημαίνει διχοτόμηση των σχετικών ειδικών κυριαρχιών της Κυπριακής Δημοκρατίας, καθώς και τη δημιουργία κοινής εταιρείας πετρελαίων και την τριχοτόμηση της υφαλοκρηπίδας και της κυπριακής ΑΟΖ, όπως αυτό γίνεται αντιληπτό από τη ρηματική διακήρυξη που εστάλη λίαν προσφάτως από την Τουρκία στον ΟΗΕ.

Συνεπώς, εάν δεν υπάρχει πρόοδος στο θέμα της Αμμοχώστου, δεν ευθύνεται η κυπριακή κυβέρνηση. Διότι η τουρκική πλευρά, αντί να συνδέει το θέμα της Αμμοχώστου και του ανοίγματος του λιμανιού της με την επανένωση, όπως και η απόφαση της 26ης Απριλίου του 2004 της ΕΕ καθορίζει, το συσχετίζει με τη χωριστή κυριαρχία και με τη διχοτόμηση. Οι αναφορές του κ. Μπάιντεν ήταν περισσότερο ευχολόγια παρά χειροπιαστή διαδικασία, την οποία όλη ευχόμαστε. Οι ευχές όμως δεν αρκούν.

Τα χοντρά παιχνίδια της ενέργειας

Βεβαίως, σημαντική είναι και η αναφορά περί της ενίσχυσης των στρατηγικών συμφερόντων των ΗΠΑ και της Κύπρου. Και αυτό είναι συναφές με την ύπαρξη των υδρογονανθράκων, ζήτημα που έχει δυο όψεις:

Πρώτο, τη δημιουργία τερματικού σταθμού στο Βασιλικό και τη δημιουργία της Κύπρου ως ενεργειακού κέντρου, όπου όχι μόνο το Ισραήλ αλλά και άλλες γειτονικές χώρες, όπως η Αίγυπτος και ο Λίβανος, θα μπορούν να στέλνουν το φυσικό τους αέριο. Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι ζήτημα στρατηγικής απόφασης της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Το ερώτημα είναι εάν υπάρχουν ή όχι οι προϋποθέσεις. Η απάντηση είναι, ναι. Διότι και για το Ισραήλ είναι συμφέρουσα η επιλογή της Κύπρου στη βάση της εξής λογικής:
Α) ο αγωγός από τα ισραηλινά οικόπεδα στην Κύπρο είναι μόνο 180 χιλιόμετρα και χαμηλού κόστους.
Β) Το Ισραήλ προτιμά την Κύπρο αντί την Τουρκία, η οποία είναι ανταγωνίστριά της χώρα σε επίπεδο περιφερειακών δυνάμεων και ως εκ τούτου ουδόλως θα ήθελε να τεθεί υπό την εξάρτηση της Άγκυρας μέσω ενός αγωγού προς το Τσεϊχάν. Μέσα σε αυτήν τη λογική κερδίζει έδαφος ο άξονας Ισραήλ - Κύπρου - Ελλάδας.
Επειδή το Ουκρανικό ήταν στην ατζέντα, θα πρέπει να τονιστούν και τα ακόλουθα:
1) υπάρχει θετική εξέλιξη, υπό την έννοια ότι οι Γερμανοί θέλουν την ενεργειακή απεξάρτησή τους από τη Μόσχα και η Κύπρος μπορεί να συνιστά εναλλακτική επιλογή. Στην ουσία δημιουργούνται προϋποθέσεις για την προέκταση του άξονα των τριών προς τη Γερμανία και στην ουσία στην Ευρώπη. Ενισχυτικό τούτου είναι το ενδιαφέρον για γερμανική επένδυση στον κυπριακό τερματικό σταθμό.
2) οι ΗΠΑ θέλουν συμμαχίες λόγω του προβλήματος με την Ουκρανία. Η Κύπρος, ως μικρή χώρα, δεν έχει άλλη επιλογή παρά να κρυφτεί πίσω από τη Γερμανία, η οποία δεν επιθυμεί τη λήψη σκληρών μέτρων σε βάρος της Ρωσίας, λόγω της ενεργειακής της εξάρτησης από τη Μόσχα.
Όμως, ακόμη και οι ΗΠΑ δεν είναι εύκολο να τραβήξουν το σχοινί στα άκρα, διότι η Ρωσία έχει φροντίσει να ελέγχει μέσω της κατοχής αμερικανικά αξιόγραφα αξίας περί τα 100 δις ευρώ, εκ των οποίων έχει πωλήσει ήδη περί το 20%, δημιουργώντας προβλήματα στην αμερικανική οικονομία. Οι εξαρτήσεις και αλληλεξαρτήσεις δεν αφορούν μόνο τη Ρωσία αλλά και την Κίνα, η οποία έχει καταλήξει στην υπογραφή για προμήθεια φυσικού αερίου από τη Μόσχα, κατόπιν συμφωνίας μεταξύ της Gazprom και της κινεζικής CNPC, με διάρκεια 30 ετών και το ποσό φτάνει περί τα 400 δις δολάρια.
Συνεπώς, η Κίνα τίθεται υπό μορφήν ενεργειακής εξάρτησης σε σχέση με τη Μόσχα, η οποία δημιουργεί ισχυρή ενεργειακή, οικονομική και στρατηγική συνεργασία με το Πεκίνο. Υπάρχει μια σχέση αλληλεξαρτήσεων, που δεν επιτρέπουν στις ΗΠΑ να τιμωρήσουν τη Ρωσία. Από την άλλη, οι ΗΠΑ επιδιώκουν να εκμεταλλευτούν την κρίση μέσω της νέας ρωσικής απειλής και να πωλήσουν εξοπλιστικά συστήματα στις γειτονικές της Μόσχας χώρες στη λογική της αποτροπής, και να ενισχύσουν μέσω του ΝΑΤΟ τη στρατηγική εξάρτηση στην οποία βρίσκεται η ΕΕ ως προς τις ΗΠΑ.
Η Ρωσία με την Ουκρανία άρχισε να βαρά το ντέφι του ενεργειακού και γεωπολιτικού παιγνιδιού, αναγκάζοντας όλους να μπουν στον χορό, περιλαμβανομένης και της μικρής Κύπρου, η οποία βρίσκεται μεταξύ και κάτω από τη σκιά των μεγάλων Τιτάνων.

Τα κοινά συμφέροντα Γερμανίας, ΗΠΑ, Ισραήλ και Κύπρου

Δεύτερο, η εγκατάσταση αγωγού από την Κύπρο στην Τουρκία, η οποία δεν επιλύει το πρόβλημα της συνολικής εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου, διότι: α) Η Τουρκία δεν είναι ασφαλής οδός και β) γιατί η Γερμανία να απεξαρτηθεί από τη Μόσχα και να τεθεί υπό την εξάρτηση της Άγκυρας, γ) γιατί η Κύπρος να τεθεί υπό την τουρκική εξάρτηση και να γίνει η Τουρκία το ενεργειακό κέντρο αντί εμείς, όταν μάλιστα δεν διαθέτει δικά της αποθέματα, παρά μόνο εποφθαλμιά ποσότητες από την τριχοτόμηση της κυπριακής ΑΟΖ και από την ελληνική.
Εάν η Τουρκία δεν αλλάξει την πολιτική της, τότε το φυσικό αέριο θα είναι σημείο τριβής και η κυπριακή πλευρά πρέπει να συνδέσει ακόμη περισσότερο τα συμφέροντά της, όπως ήδη συμβαίνει, με την ιταλική ΕΝΙ, τη γαλλική TOTAL, την αμερικανική NOBLE και προφανώς στο μέλλον τους Γερμανούς, για να δημιουργηθεί ασπίδα συμφερόντων έναντι τουρκικών απειλών.
Εκείνο δε, που θα πρέπει να προσεχθεί και να τονιστεί προς τους Αμερικανούς είναι η ενίσχυση του καλού κλίματος μαζί τους, και ότι η υφιστάμενη κυβέρνηση Ερντογάν, καθώς και το βαθύ κράτος συνιστούν αποσταθεροποιητικό παράγοντα, και ότι η λύση του Κυπριακού δεν μπορεί να καταστεί σανίδα σωτηρίας για το αυταρχικό καθεστώς της Άγκυρας, διότι, υπό αυτές τις συνθήκες, δεν θα επιλυθούν τα προβλήματα ασφαλείας στην περιοχή, αλλά ενδέχεται να οξυνθούν, ειδικώς μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ, το οποίο δεν θα ανεχθεί να του φορέσει φέσι ο νεο-σουλτάνος της Άγκυρας, όπως ο διεθνής Τύπος τον χαρακτηρίζει.

Συνεπώς, η επιβίωση της Κύπρου και η εκμετάλλευση του φυσικού της αερίου περνά μέσα από τον άξονα με το Ισραήλ και την Ελλάδα προς την ΕΕ, και δη με τη στήριξη των Γερμανών, καθώς και την απεξάρτηση από την Τουρκία, και βεβαίως εφόσον έχουμε τις ευλογίες των ΗΠΑ, που σημαίνει ότι η επίσκεψη Μπάιντεν θα πρέπει να ιδωθεί ως ευκαιρία σύγκλισης συμφερόντων, μακράν από ταμπού και αντιαμερικανικά συμπλέγματα άλλων εποχών. Με σαφή στόχο τη διατήρηση και όχι τη διάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, και την προτεκτορατοποίησή της στην Τουρκία.