του Robert D. Kaplan -Η Δύση δεν έχει κατανοήσει τα γεωγραφικά δεδομένα στην περιοχή της
Ουκρανίας. Πώς η Ρωσία παίρνει το «πάνω χέρι». Τι λάθος κάνουν οι
φιλελεύθεροι και πώς παίζεται η μάχη της επιβίωσης. Γράφει ο Robert D.
Kaplan.
Η προσήλωση στη γεωπολιτική
έδωσε τη δυνατότητα στον Βρετανό γεωγράφο και φιλελεύθερο εκπαιδευτικό
Sir Halford J. Mackinder να προβλέψει με ακρίβεια, σε άρθρο του το 1904,
τις βασικές τάσεις του 20ού αιώνα: το πώς ο διακανονισμός των
ευρωπαϊκών δυνάμεων της εδουαρδιανής εποχής θα έδιναν τη θέση τους σε
μία δύναμη που θα περιέκλειε ολόκληρη την Ευρασία, με μια μάχη μεταξύ
της δυτικής θαλάσσιας δύναμης και της ρωσικής επίγειας δύναμης. Η
γεωπολιτική βρισκόταν στην καρδιά του ιμπεριαλιστικου ξεσπάσματος της
Αμερικής του 19ου αιώνα στην ευρύτερη Καραϊβική: εξασφαλίζοντας την
κυριαρχία της κοντινής τους θάλασσας, οι ΗΠΑ, με τη σειρά τους,
κυριάρχησαν στο δυτικό ημισφαίριο, κάτι που τους έδωσε τη δυνατότητα να
επηρεάσουν την ισορροπία δυνάμεων στο ανατολικό ημισφαίριο - αυτή είναι η
ιστορία του 20ού αιώνα.
Η γεωπολιτική βρισκόταν στην καρδιά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με τη γερμανική στρατιωτική μηχανή να κάνει επίθεση για το πετρέλαιο του Καυκάσου και την ιαπωνική στρατιωτική μηχανή να κάνει επίθεση για το πετρέλαιο και τις πρώτες ύλες της νοτιοανατολικής Ασίας. Η γεωπολιτική βρισκόταν στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, με τις αμερικανικές βάσεις και τους συμμάχους να περιφρουρούν τη νότια ευρασιατική περιφέρεια από την Ελλάδα και την Τουρκία, μέχρι τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Η στρατηγική περιορισμού του διάσημου διπλωμάτη George Kennan ήταν, σε σημαντικό βαθμό, γεωπολιτική στρατηγική.
Δεν είναι ότι η γεωγραφία και η γεωπολιτική εκτοπίζουν όλα τα άλλα, συμπεριλαμβανομένων και των δυτικών αξιών και της ανθρώπινης επίδρασης. Κάθε άλλο. Πάντως η γεωγραφία συγκεκριμένα αποτελεί το σημείο εκκίνησης για να κατανοήσουμε όλα τα άλλα. Μόνο εάν σεβαστούν τη γεωγραφία θα μπορέσουν οι δυτικές δυνάμεις και η ανθρώπινη επινοητικότητα να την υπερνικήσουν. Δεν είναι ή το ένα ή το άλλο, αλλά η αλληλουχία της κατανόησης που είναι κρίσιμη.
Ο στρατιωτικός ιστορικός John Keegan εξηγούσε ότι η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ μπορούσαν να προασπίζονται την ελευθερία μόνο διότι η θάλασσα τις προστάτευε «από τους επίγειους εχθρούς της ελευθερίας». Ο Alexander Hamilton παρατηρούσε ότι η εάν η Βρετανία δεν ήταν νησί, τότε τα στρατιωτικά κατεστημένα του θα ήταν το ίδιο δεσποτικά με αυτά της ηπειρωτικής Ευρώπης και η Βρετανία «κατά πάσα βεβαιότητα θα είχε γίνει θύμα της απόλυτης εξουσίας ενός μόνο ανθρώπου».
Ομοίως, το Τείχος του Βερολίνου μπορεί να έπεσε το 1989, όμως η Ρωσία εξακολουθεί να είναι μεγάλη και να βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Και η Ρωσία παραμένει ανελεύθερη και απολυταρχική διότι, σε αντίθεση με τη Βρετανία και την Αμερική, δεν είναι νησιωτικό κράτος, αλλά μια τεράστια ήπειρος με ελάχιστα γεωγραφικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να την προστατεύσουν από τις εισβολές. Η επιθετικότητα του Πούτιν πηγάζει εν τέλει από αυτήν τηνθεμελιώδη γεωγραφική ανασφάλεια. Αν και αυτό δεν τον καταδικάζει να είναι αντιδραστικός. Ένας ηγέτης που βλέπει μακριά, θα έβλεπε πως μόνο η κοινωνία μπορεί τελικά να σώσει τη Ρωσία. Όμως η γεωγραφική θέση της Ρωσίας βάζει τον Πούτιν σε ένα κατανοήσιμο πλαίσιο.
Τα γεωγραφικά δεδομένα είναι πολύ συχνά απλά, ωμά και πασιφανή -δεν είναι ενδιαφέροντα, δεν εμπνέουν και δεν ενέχουν καμία διανοητική πρόκληση με κανέναν τρόπο- όμως δεν παύουν να έχουν συνέπειες. Το θέμα δεν είναι να τα αρνηθούμε, αλλά να τα ξεπεράσουμε. Ο George Bush (ο πρεσβύτερος) διαισθανόταν αυτές τις αλήθειες και έτσι ήταν προσεκτικός να μην προσβάλει τις σοβιετικές ευαισθησίες, ακόμα και όταν η σοβιετική αυτοκρατορία κατέρρεε στην Ευρώπη, φοβούμενος μην προκαλέσει τη Μόσχα δίνοντάς της πρόσχημα για να επιβάλει μεγαλύτερα «πειθαρχικά» μέτρα στις χώρες της Βαλτικής, που βρίσκονται δίπλα στο Κρεμλίνο. Η κυβέρνηση του Bush το πρεσβύτερου γνώριζε, παρά τη γενικότερη ευφορία που προκάλεσαν τα γεγονότα του 1989, ότι η γεωγραφία παραμένει απελπιστικά σχετική, αν όχι καθοριστική.
Ο Πούτιν, για την ώρα, βρίσκεται σε ισχυρή θέση στο θέμα της Ουκρανίας, διότι η Ουκρανία πολύ απλά έχει μεγαλύτερη σημασία για αυτόν απ' ό,τι για τις ΗΠΑ ή ακόμα και για την Ευρώπη. Και έχει μεγαλύτερη σημασία γι' αυτόν λόγω της γεωγραφίας. Η Ουκρανία, για όλους τους γνωστούς λόγους, είναι κεντρικής σημασίας για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ρωσίας, για τη ρωσική ιστορία και ταυτότητα, και ιδιαίτερα για την πρόσβαση της Ρωσίας στα θερμά νερά της Μεσογείου μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Και αφού ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έχει βάση στη χερσόνησο της Κριμαίας, ο Πούτιν αισθάνεται ότι δεν μπορεί απλώς να βλέπει με σταυρωμένα χέρια τον στόλο του να εξαρτάται από ένα αναδυόμενο φιλοδυτικό κράτος στην Ουκρανία.
Εν τω μεταξύ, η γεωγραφία δείχνει ότι η Ουκρανία έχει μακριά σύνορα με τη Ρωσία και ότι δεν
διαχωρίζεται από τη Ρωσία από δύσκολα γεωγραφικά χαρακτηριστικά. Έτσι, ο Πούτιν όχι μόνο χρειάζεται την Ουκρανία και την Κριμαία περισσότερο απ' ό,τι η Δύση, αλλά έχει επίσης και μεγαλύτερο πάτημα στην Ουκρανία και την Κριμαία απ' ό,τι έχει η Δύση. Λόγω της γεωγραφίας, τα κοιτάσματα φυσικού αερίου βρίσκονται κυρίως στη Ρωσία και όχι στην Ουκρανία. Και έτσι η Ουκρανία εξαρτάται από τη Ρωσία, όχι μόνο για το εμπόριο, αλλά και για την ενέργεια (σημειώνεται ότι τα ουκρανικά κοιτάσματα σχιστολίθου βρίσκονται κυρίως στο ανατολικό, φιλορωσικό κομμάτι της χώρας).
Λόγω της γεωγραφίας, τα βαλτικά κράτη της Πολωνίας και της Μολδαβίας απειλούνται: γειτνιάζουν με τη Ρωσία και την Ουκρανία και δεν έχουν φυσικά εμπόδια για να προστατευτούν. Ιδιαίτερα στα κράτη της βαλτικής, υπάρχουν ρωσικές μειονότητες που είναι χρήσιμες για τον Πούτιν, αφού η επίπεδη γεωγραφία της Βόρειας Ευρώπης έχει δώσει τη δυνατότητα ροής ανθρώπων και αλλαγής των συνόρων κατά την πάροδο των αιώνων (ακόμα και αν το μεγαλύτερο μέρος των ρωσόφωνων της βαλτικής κατέληξε εκεί κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου).
Πάλι, αυτά είναι προφανή, στοιχειώδη γεγονότα, όμως γεγονότα που είναι κεντρικής σημασίας για τα δυνατά σημεία και τις αδυναμίες της Δύσης και της Ρωσίας στην τρέχουσα κρίση. Μόνο μέσα από αυτά τα δεδομένα μπορεί να προκύψει ένα χρήσιμο αφήγημα της κρίσης, αλλά και να βρεθούν τρόποι ώστε να υπάρξει υπέρβαση του γεωγραφικού πλεονεκτήματος του Πούτιν. Τα βαλτικά κράτη, η Πολωνία και η Μολδαβία, κινδυνεύουν κυρίως λόγω της θέσης στην οποία βρίσκονται. Η Ουκρανία, παρά τη φιλοδυτική αναταραχή, δεν μπορεί εν τέλει να είναι απολύτως ανεξάρτητη από τη Ρωσία, λόγω επίσης θέσης.
Και η Ουκρανία και η Κριμαία είναι απλώς ο πρόλογος μιας πραγματικότητας που υπάρχει σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Στην Ασία, οι κρίσεις στις θάλασσες της Νότιας και της Ανατολικής Κίνας έχουν να κάνουν με τη γεωγραφία –τις γραμμές στον χάρτη και πού θα πρέπει αυτές να μπουν. Αυτή είναι η παραδοσιακή γεωπολιτική, η οποία δεν επηρεάζεται από την πρόοδο της δυτικής φιλελεύθερης σκέψης. Στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ αντιμετωπίζει την τυραννία της απόστασης στον σχεδιασμό του όποιου στρατιωτικού πλήγματος κατά του Ιράν –το θεμελιώδες δεδομένο της ιρανοϊσραηλινής σύγκρουσης. Η Τυνησία και η Αίγυπτος, αν και πολιτικά έχουν προβλήματα, είναι συνεκτικοί και παμπάλαιοι κόμβοι πολιτισμού και αυτό είναι που τις διατηρεί βιώσιμες ως κράτη, σε αντίθεση με τη Λιβύη, τη Συρία και το Ιράκ, που γεωγραφικά είναι παράλογα κράτη εντός των σημερινών τους συνόρων και έτσι έχουν καταρρεύσει σε διάφορους βαθμούς, μετά την αποδυνάμωση ή την ανατροπή των δικτατορικών καθεστώτων τους.
Η γεωγραφία παραμένει τον 21ο αιώνα όσο σχετική ήταν κατά τη διάρκεια της Ιστορίας. Η τεχνολογία των επικοινωνιών δεν την έχει σβήσει. Αντιθέτως, την έχει κάνει μάλλον πιο κλειστοφοβική, με αποτέλεσμα κάθε περιοχή της Γης να αλληλεπιδρά με κάθε άλλη περιοχή όσο ποτέ στο παρελθόν. Την κλειστοφοβία αυτή εντείνει η ανάπτυξη των πόλεων -άλλο ένα γεωγραφικό φαινόμενο. Η γη είναι πιο περιορισμένη από ποτέ λόγω της τεχνολογίας. Όμως, όπως αν είχες ένα μικρό ρολόι χειρός με όλους τους μηχανισμούς του, έτσι πρέπει να «λύσεις» όλα τα γεωγραφικά σημεία και χαρακτηριστικά ώστε να καταλάβεις πώς λειτουργεί ο κόσμος.
Έτσι, οποιαδήποτε στρατηγική διεθνών σχέσεων πρέπει να προέρχεται αρχικά από το φυσικό έδαφος πάνω στο οποίο ζούμε. Και λόγω του ότι η γεωπολιτική πηγάζει από τη γεωγραφία, ποτέ δεν θα είναι άσχετη. Ο Strausz-Hupe είχε δίκιο. Αν οι φιλελεύθερες δυνάμεις δεν εμπλακούν στη γεωπολιτική, τότε απλώς θα αφήσουν ελεύθερο το πεδίο στους εχθρούς τους. Και αυτό διότι ακόμα και τα ανεπτυγμένα φιλελεύθερα κράτη, όπως αυτά της Αμερικής και της Ευρώπης, δεν εξαιρούνται από τη μάχη της επιβίωσης. Το G8, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο μπορούν και πρέπει να υπερνικήσουν τη γεωγραφία, όμως αυτό θα γίνει εφικτό μόνο αν η γεωπολιτική γίνει μέρος της στρατηγικής της Δύσης.
Η γεωπολιτική βρισκόταν στην καρδιά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, με τη γερμανική στρατιωτική μηχανή να κάνει επίθεση για το πετρέλαιο του Καυκάσου και την ιαπωνική στρατιωτική μηχανή να κάνει επίθεση για το πετρέλαιο και τις πρώτες ύλες της νοτιοανατολικής Ασίας. Η γεωπολιτική βρισκόταν στην καρδιά του Ψυχρού Πολέμου, με τις αμερικανικές βάσεις και τους συμμάχους να περιφρουρούν τη νότια ευρασιατική περιφέρεια από την Ελλάδα και την Τουρκία, μέχρι τη Νότια Κορέα και την Ιαπωνία κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Η στρατηγική περιορισμού του διάσημου διπλωμάτη George Kennan ήταν, σε σημαντικό βαθμό, γεωπολιτική στρατηγική.
Δεν είναι ότι η γεωγραφία και η γεωπολιτική εκτοπίζουν όλα τα άλλα, συμπεριλαμβανομένων και των δυτικών αξιών και της ανθρώπινης επίδρασης. Κάθε άλλο. Πάντως η γεωγραφία συγκεκριμένα αποτελεί το σημείο εκκίνησης για να κατανοήσουμε όλα τα άλλα. Μόνο εάν σεβαστούν τη γεωγραφία θα μπορέσουν οι δυτικές δυνάμεις και η ανθρώπινη επινοητικότητα να την υπερνικήσουν. Δεν είναι ή το ένα ή το άλλο, αλλά η αλληλουχία της κατανόησης που είναι κρίσιμη.
Ο στρατιωτικός ιστορικός John Keegan εξηγούσε ότι η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ μπορούσαν να προασπίζονται την ελευθερία μόνο διότι η θάλασσα τις προστάτευε «από τους επίγειους εχθρούς της ελευθερίας». Ο Alexander Hamilton παρατηρούσε ότι η εάν η Βρετανία δεν ήταν νησί, τότε τα στρατιωτικά κατεστημένα του θα ήταν το ίδιο δεσποτικά με αυτά της ηπειρωτικής Ευρώπης και η Βρετανία «κατά πάσα βεβαιότητα θα είχε γίνει θύμα της απόλυτης εξουσίας ενός μόνο ανθρώπου».
Ομοίως, το Τείχος του Βερολίνου μπορεί να έπεσε το 1989, όμως η Ρωσία εξακολουθεί να είναι μεγάλη και να βρίσκεται ακριβώς δίπλα στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη. Και η Ρωσία παραμένει ανελεύθερη και απολυταρχική διότι, σε αντίθεση με τη Βρετανία και την Αμερική, δεν είναι νησιωτικό κράτος, αλλά μια τεράστια ήπειρος με ελάχιστα γεωγραφικά χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να την προστατεύσουν από τις εισβολές. Η επιθετικότητα του Πούτιν πηγάζει εν τέλει από αυτήν τηνθεμελιώδη γεωγραφική ανασφάλεια. Αν και αυτό δεν τον καταδικάζει να είναι αντιδραστικός. Ένας ηγέτης που βλέπει μακριά, θα έβλεπε πως μόνο η κοινωνία μπορεί τελικά να σώσει τη Ρωσία. Όμως η γεωγραφική θέση της Ρωσίας βάζει τον Πούτιν σε ένα κατανοήσιμο πλαίσιο.
Τα γεωγραφικά δεδομένα είναι πολύ συχνά απλά, ωμά και πασιφανή -δεν είναι ενδιαφέροντα, δεν εμπνέουν και δεν ενέχουν καμία διανοητική πρόκληση με κανέναν τρόπο- όμως δεν παύουν να έχουν συνέπειες. Το θέμα δεν είναι να τα αρνηθούμε, αλλά να τα ξεπεράσουμε. Ο George Bush (ο πρεσβύτερος) διαισθανόταν αυτές τις αλήθειες και έτσι ήταν προσεκτικός να μην προσβάλει τις σοβιετικές ευαισθησίες, ακόμα και όταν η σοβιετική αυτοκρατορία κατέρρεε στην Ευρώπη, φοβούμενος μην προκαλέσει τη Μόσχα δίνοντάς της πρόσχημα για να επιβάλει μεγαλύτερα «πειθαρχικά» μέτρα στις χώρες της Βαλτικής, που βρίσκονται δίπλα στο Κρεμλίνο. Η κυβέρνηση του Bush το πρεσβύτερου γνώριζε, παρά τη γενικότερη ευφορία που προκάλεσαν τα γεγονότα του 1989, ότι η γεωγραφία παραμένει απελπιστικά σχετική, αν όχι καθοριστική.
Ο Πούτιν, για την ώρα, βρίσκεται σε ισχυρή θέση στο θέμα της Ουκρανίας, διότι η Ουκρανία πολύ απλά έχει μεγαλύτερη σημασία για αυτόν απ' ό,τι για τις ΗΠΑ ή ακόμα και για την Ευρώπη. Και έχει μεγαλύτερη σημασία γι' αυτόν λόγω της γεωγραφίας. Η Ουκρανία, για όλους τους γνωστούς λόγους, είναι κεντρικής σημασίας για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ρωσίας, για τη ρωσική ιστορία και ταυτότητα, και ιδιαίτερα για την πρόσβαση της Ρωσίας στα θερμά νερά της Μεσογείου μέσω της Μαύρης Θάλασσας. Και αφού ο ρωσικός στόλος της Μαύρης Θάλασσας έχει βάση στη χερσόνησο της Κριμαίας, ο Πούτιν αισθάνεται ότι δεν μπορεί απλώς να βλέπει με σταυρωμένα χέρια τον στόλο του να εξαρτάται από ένα αναδυόμενο φιλοδυτικό κράτος στην Ουκρανία.
Εν τω μεταξύ, η γεωγραφία δείχνει ότι η Ουκρανία έχει μακριά σύνορα με τη Ρωσία και ότι δεν
διαχωρίζεται από τη Ρωσία από δύσκολα γεωγραφικά χαρακτηριστικά. Έτσι, ο Πούτιν όχι μόνο χρειάζεται την Ουκρανία και την Κριμαία περισσότερο απ' ό,τι η Δύση, αλλά έχει επίσης και μεγαλύτερο πάτημα στην Ουκρανία και την Κριμαία απ' ό,τι έχει η Δύση. Λόγω της γεωγραφίας, τα κοιτάσματα φυσικού αερίου βρίσκονται κυρίως στη Ρωσία και όχι στην Ουκρανία. Και έτσι η Ουκρανία εξαρτάται από τη Ρωσία, όχι μόνο για το εμπόριο, αλλά και για την ενέργεια (σημειώνεται ότι τα ουκρανικά κοιτάσματα σχιστολίθου βρίσκονται κυρίως στο ανατολικό, φιλορωσικό κομμάτι της χώρας).
Λόγω της γεωγραφίας, τα βαλτικά κράτη της Πολωνίας και της Μολδαβίας απειλούνται: γειτνιάζουν με τη Ρωσία και την Ουκρανία και δεν έχουν φυσικά εμπόδια για να προστατευτούν. Ιδιαίτερα στα κράτη της βαλτικής, υπάρχουν ρωσικές μειονότητες που είναι χρήσιμες για τον Πούτιν, αφού η επίπεδη γεωγραφία της Βόρειας Ευρώπης έχει δώσει τη δυνατότητα ροής ανθρώπων και αλλαγής των συνόρων κατά την πάροδο των αιώνων (ακόμα και αν το μεγαλύτερο μέρος των ρωσόφωνων της βαλτικής κατέληξε εκεί κατά τη διάρκεια της σοβιετικής περιόδου).
Πάλι, αυτά είναι προφανή, στοιχειώδη γεγονότα, όμως γεγονότα που είναι κεντρικής σημασίας για τα δυνατά σημεία και τις αδυναμίες της Δύσης και της Ρωσίας στην τρέχουσα κρίση. Μόνο μέσα από αυτά τα δεδομένα μπορεί να προκύψει ένα χρήσιμο αφήγημα της κρίσης, αλλά και να βρεθούν τρόποι ώστε να υπάρξει υπέρβαση του γεωγραφικού πλεονεκτήματος του Πούτιν. Τα βαλτικά κράτη, η Πολωνία και η Μολδαβία, κινδυνεύουν κυρίως λόγω της θέσης στην οποία βρίσκονται. Η Ουκρανία, παρά τη φιλοδυτική αναταραχή, δεν μπορεί εν τέλει να είναι απολύτως ανεξάρτητη από τη Ρωσία, λόγω επίσης θέσης.
Και η Ουκρανία και η Κριμαία είναι απλώς ο πρόλογος μιας πραγματικότητας που υπάρχει σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Στην Ασία, οι κρίσεις στις θάλασσες της Νότιας και της Ανατολικής Κίνας έχουν να κάνουν με τη γεωγραφία –τις γραμμές στον χάρτη και πού θα πρέπει αυτές να μπουν. Αυτή είναι η παραδοσιακή γεωπολιτική, η οποία δεν επηρεάζεται από την πρόοδο της δυτικής φιλελεύθερης σκέψης. Στη Μέση Ανατολή, το Ισραήλ αντιμετωπίζει την τυραννία της απόστασης στον σχεδιασμό του όποιου στρατιωτικού πλήγματος κατά του Ιράν –το θεμελιώδες δεδομένο της ιρανοϊσραηλινής σύγκρουσης. Η Τυνησία και η Αίγυπτος, αν και πολιτικά έχουν προβλήματα, είναι συνεκτικοί και παμπάλαιοι κόμβοι πολιτισμού και αυτό είναι που τις διατηρεί βιώσιμες ως κράτη, σε αντίθεση με τη Λιβύη, τη Συρία και το Ιράκ, που γεωγραφικά είναι παράλογα κράτη εντός των σημερινών τους συνόρων και έτσι έχουν καταρρεύσει σε διάφορους βαθμούς, μετά την αποδυνάμωση ή την ανατροπή των δικτατορικών καθεστώτων τους.
Η γεωγραφία παραμένει τον 21ο αιώνα όσο σχετική ήταν κατά τη διάρκεια της Ιστορίας. Η τεχνολογία των επικοινωνιών δεν την έχει σβήσει. Αντιθέτως, την έχει κάνει μάλλον πιο κλειστοφοβική, με αποτέλεσμα κάθε περιοχή της Γης να αλληλεπιδρά με κάθε άλλη περιοχή όσο ποτέ στο παρελθόν. Την κλειστοφοβία αυτή εντείνει η ανάπτυξη των πόλεων -άλλο ένα γεωγραφικό φαινόμενο. Η γη είναι πιο περιορισμένη από ποτέ λόγω της τεχνολογίας. Όμως, όπως αν είχες ένα μικρό ρολόι χειρός με όλους τους μηχανισμούς του, έτσι πρέπει να «λύσεις» όλα τα γεωγραφικά σημεία και χαρακτηριστικά ώστε να καταλάβεις πώς λειτουργεί ο κόσμος.
Έτσι, οποιαδήποτε στρατηγική διεθνών σχέσεων πρέπει να προέρχεται αρχικά από το φυσικό έδαφος πάνω στο οποίο ζούμε. Και λόγω του ότι η γεωπολιτική πηγάζει από τη γεωγραφία, ποτέ δεν θα είναι άσχετη. Ο Strausz-Hupe είχε δίκιο. Αν οι φιλελεύθερες δυνάμεις δεν εμπλακούν στη γεωπολιτική, τότε απλώς θα αφήσουν ελεύθερο το πεδίο στους εχθρούς τους. Και αυτό διότι ακόμα και τα ανεπτυγμένα φιλελεύθερα κράτη, όπως αυτά της Αμερικής και της Ευρώπης, δεν εξαιρούνται από τη μάχη της επιβίωσης. Το G8, τα ανθρώπινα δικαιώματα και το διεθνές δίκαιο μπορούν και πρέπει να υπερνικήσουν τη γεωγραφία, όμως αυτό θα γίνει εφικτό μόνο αν η γεωπολιτική γίνει μέρος της στρατηγικής της Δύσης.