Η πρόσφατη ανακοίνωση της Τουρκίας ότι εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να αγοράσει το σύγχρονο σύστημα πυραυλικής άμυνας FD-2000 από την Κίνα σήμανε συναγερμό στα επιτελεία του ΝΑΤΟ και ειδικά στην Ουάσινγκτον. «Αυτό είναι ένα μήνυμα αφύπνισης», δήλωσε στο πρακτορείο Reuters η Κριστίνα Λιν, πρώην κυβερνητική αξιωματούχος και νυν συνεργάτιδα ινστιτούτων που συνεργάζονται στενά με το υπουργείο Άμυνας και το Πεντάγωνο.
Ενδεικτική κίνηση
Παρά το γεγονός ότι η συμφωνία, ύψους 3,4 δισ. δολαρίων, δεν έχει κλείσει ακόμη και δεν αποκλείεται τελικώς να ναυαγήσει (ειδικά καθώς η Άγκυρα θα δεχθεί ισχυρότατες πιέσεις), οι Δυτικοί θεωρούν την κίνηση αυτή ενδεικτική των προθέσεων της Κίνας, ειδικά στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Μέχρι σήμερα, το Πεκίνο διαδραμάτιζε δευτερεύοντα ρόλο και συνήθως ακολουθούσε τις επιλογές των Ρώσων. Σταδιακά, όμως, η εμπλοκή του αρχίζει να γίνεται πολύπλευρη και πιο ουσιαστική -όπως αποδεικνύει, ανάμεσα στα άλλα, ο δωδεκαπλασιασμός των εμπορικών συναλλαγών με τις αραβικές χώρες, η αξία των οποίων έχει φτάσει τα 222 δισ. δολάρια και ξεπερνά τις αντίστοιχες των συγκεκριμένων χωρών με τις ΗΠΑ.
Σε αυτό το πλαίσιο, μια στρατηγική συμμαχία με την Τουρκία θα μπορούσε να ανοίξει νέους δρόμους στους Κινέζους -αναμφίβολα δε, μια συμφωνία σε ένα τόσο ευαίσθητο τομέα, όπως είναι οι ένοπλες δυνάμεις, φέρνει τις δύο χώρες πολύ πιο κοντά. Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως αναφέρουν ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες, Αγκυρα και Πεκίνο εξετάζουν το ενδεχόμενο να σχεδιάσουν και να χρηματοδοτήσουν την κατασκευή -μακροπρόθεσμα- μιας σιδηροδρομικής γραμμής που θα συνδέει τη Μεσόγειο με τον Ειρηνικό, με στόχο να αποτελέσει τον νέο «Δρόμο του Μεταξιού».
Επικίνδυνη εξέλιξη
Όπως προαναφέρθηκε, όμως, παράλληλα με αυτόν τον «πονοκέφαλο» η Δύση έχει να ανησυχεί και για μια ακόμη εξέλιξη που θεωρεί επικίνδυνη. Όπως ανακοίνωσε την Πέμπτη ο Βρετανός υπουργός Οικονομικών, Τζορτζ Οζμπορν, από το Πεκίνο όπου βρίσκεται για επίσημο ταξίδι, οι Κινέζοι θα συμμετέχουν στην κατασκευή νέων μονάδων παραγωγής ατομικής ενέργειας στη χώρα του, κάτι που αποτελεί πρώτη προτεραιότητα της κυβέρνησης Κάμερον στον ενεργειακό τομέα, καθώς οι εννέα πυρηνικοί αντιδραστήρες που υπάρχουν σήμερα στη χώρα θεωρούνται παλιοί και φτάνουν στο τέλος της ζωής τους.
Οπως είναι αναμενόμενο, πρόκειται για μια συμφωνία που προκαλεί επίσης αντιδράσεις, με δύο βασικά επιχειρήματα: Αφενός, ότι οι Κινέζοι δεν καλύπτουν τα κριτήρια ασφαλείας που υπάρχουν στη Δύση και, αφετέρου, ότι έτσι θα αποκτήσουν πρόσβαση σε ένα νευραλγικό και εξαιρετικά ευαίσθητο τομέα. Μάλιστα, οι επικριτές προβάλλουν το γεγονός ότι εκτός των συνόρων τους, οι Κινέζοι έχουν μέχρι σήμερα κατασκευάσει αντιδραστήρες μόνο στο Πακιστάν. Όπως όμως εξηγεί ένας ειδικός του κλάδου στο Πανεπιστήμιο του Πεκίνου, «η Κίνα διαθέτει τόσο πολλά κεφάλαια που την καθιστούν απαραίτητο επενδυτή στην πυρηνική ενέργεια, μιας και τα περιθώρια στους προϋπολογισμούς των ανεπτυγμένων βιομηχανικά χωρών είναι πλέον πολύ στενά».
Εξάλλου, για τους βρετανικούς αντιδραστήρες ενδιαφέρονται τόσο οι Γάλλοι όσο και οι Γερμανοί -όμως, κανείς από τους δύο δεν έχει τα κεφάλαια που απαιτούνται για να χρηματοδοτήσει αυτά τα πανάκριβα έργα...
http://www.imerisia.gr