Η Μόσχα έκανε στη διαχείριση της υπόθεσης Σνόουντεν ό,τι ήταν
δυνατόν για να αυξήσει το πολιτικό κόστος για τον Ομπάμα, με αποκορύφωμα
την αίτηση ασύλου στη Ρωσία που κατέθεσε ο ενδιαφερόμενος προφανώς μετά
το πράσινο φως των αρμοδίων αρχών.Είναι φανερό ότι στο Κρεμλίνο
ουδείς πλέον πιστεύει πως μέσω διαπραγματεύσεων μπορούμε να οδηγηθούμε
στο Restart των σχέσεων ΗΠΑ-Ρωσίας για το οποίο μίλησε η αμερικανική
πλευρά στην αρχή της θητείας Ομπάμα. Σήμερα η συμπεριφορά της Μόσχας
είναι τιμωρητική, καθώς έχει ως προτεραιότητα να συναισθανθούν στην
Ουάσιγκτον το υψηλό κόστος του μη σεβασμού της Ρωσίας ως Μεγάλης
Δύναμης.
Από την αρχή της θητείας του ο Πούτιν είχε φανεί πρόθυμος για στενή προσέγγιση-συνεργασία με τις ΗΠΑ, με πρώτη κίνηση μεγάλης εμβέλειας, αμέσως μετά την 11.9.2001, τη συγκατάθεσή του για διέλευση μέσω πρώην σοβιετικής Κεντρικής Ασίας αλλά και εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων στην ίδια περιοχή στο πλαίσιο της προετοιμασίας για εισβολή στο Αφγανιστάν. Από τότε μέχρι και σήμερα το Κρεμλίνο δεν θεωρεί ότι η αμερικανική ανταπόκριση-απάντηση ήταν η αναμενόμενη.
Τούτων λεχθέντων, το κύριο διακύβευμα εξακολουθεί και παραμένει η πρώην ΕΣΣΔ, με τη Μόσχα να την αντιμετωπίζει ως αποκλειστική ζώνη γεωπολιτικής επικυριαρχίας και την Ουάσιγκτον να θεωρεί ότι πρόκειται για ανεξάρτητα κράτη όπως τα άλλα, χωρίς κάποιο προνόμιο για το πρώην αυτοκρατορικό κέντρο. Με δεδομένη τη φθίνουσα ισχύ των ΗΠΑ ως Μεγάλης Δύναμης που μπορεί να παρεμβαίνει παντού, πρόκειται πλέον για μια ρητορική πυγμής χωρίς αντίκρισμα, όπως άλλωστε φάνηκε περίτρανα και πριν από την εκλογή Ομπάμα το καλοκαίρι του 2008, στον πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία, όπου ο φιλοαμερικανός Σακασβίλι κατάλαβε στην πράξη τα όρια της αμερικανικής στήριξης.
Ουάσιγκτον και Μόσχα έχουν ως κοινή απειλή τον ισλαμικό φονταμενταλισμό, την ισχυροποίηση της Κίνας αλλά και τη μη περαιτέρω διασπορά των πυρηνικών όπλων. Αργά ή γρήγορα η δυναμική του Restart θα επιστρέψει ως μοναδική επιλογή των δύο πλευρών, με την καθυστέρηση να μην ωφελεί κανέναν από τους δύο.
kapopoulos@pegasus.gr
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Από την αρχή της θητείας του ο Πούτιν είχε φανεί πρόθυμος για στενή προσέγγιση-συνεργασία με τις ΗΠΑ, με πρώτη κίνηση μεγάλης εμβέλειας, αμέσως μετά την 11.9.2001, τη συγκατάθεσή του για διέλευση μέσω πρώην σοβιετικής Κεντρικής Ασίας αλλά και εγκατάσταση αμερικανικών βάσεων στην ίδια περιοχή στο πλαίσιο της προετοιμασίας για εισβολή στο Αφγανιστάν. Από τότε μέχρι και σήμερα το Κρεμλίνο δεν θεωρεί ότι η αμερικανική ανταπόκριση-απάντηση ήταν η αναμενόμενη.
Τούτων λεχθέντων, το κύριο διακύβευμα εξακολουθεί και παραμένει η πρώην ΕΣΣΔ, με τη Μόσχα να την αντιμετωπίζει ως αποκλειστική ζώνη γεωπολιτικής επικυριαρχίας και την Ουάσιγκτον να θεωρεί ότι πρόκειται για ανεξάρτητα κράτη όπως τα άλλα, χωρίς κάποιο προνόμιο για το πρώην αυτοκρατορικό κέντρο. Με δεδομένη τη φθίνουσα ισχύ των ΗΠΑ ως Μεγάλης Δύναμης που μπορεί να παρεμβαίνει παντού, πρόκειται πλέον για μια ρητορική πυγμής χωρίς αντίκρισμα, όπως άλλωστε φάνηκε περίτρανα και πριν από την εκλογή Ομπάμα το καλοκαίρι του 2008, στον πόλεμο της Ρωσίας με τη Γεωργία, όπου ο φιλοαμερικανός Σακασβίλι κατάλαβε στην πράξη τα όρια της αμερικανικής στήριξης.
Ουάσιγκτον και Μόσχα έχουν ως κοινή απειλή τον ισλαμικό φονταμενταλισμό, την ισχυροποίηση της Κίνας αλλά και τη μη περαιτέρω διασπορά των πυρηνικών όπλων. Αργά ή γρήγορα η δυναμική του Restart θα επιστρέψει ως μοναδική επιλογή των δύο πλευρών, με την καθυστέρηση να μην ωφελεί κανέναν από τους δύο.
kapopoulos@pegasus.gr
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ