Οι διαμαρτυρίες που
ξέσπασαν πριν από τέσσερις εβδομάδες για το αμφιλεγόμενο σχέδιο
ανάπλασης του πάρκου Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη έδειξαν στην έκπληκτη
ηγεσία της Αγκυρας και στο κατάπληκτο παγκόσμιο κοινό πόσο ασαφής είναι η
τουρκική ταυτότητα, γράφει το «Spiegel». Πρόκειται για μια χώρα που
κοιτούσε πάντα σταθερά προς τη Δύση αφότου ιδρύθηκε πριν από 90 χρόνια,
εντάχθηκε στο ΝΑΤΟ πριν από περισσότερα από 60 χρόνια και κατέθεσε
αίτηση για ένταξη στην ΕΕ πριν από 25 χρόνια. Η χώρα αυτή όμως
αντιμετωπίζει σήμερα ακριβώς το ίδιο ερώτημα που αντιμετώπιζε στην
ίδρυσή της: Ποιοι θέλουμε να είμαστε; Προς τα πού θέλει να πάει η
Τουρκία;
Οι πρόσφατες διαδηλώσεις και αντιδιαδηλώσεις, συνεχίζει το
γερμανικό περιοδικό, δείχνουν τα δυο ρεύματα που κυριαρχούν στην
τουρκική κοινωνία. Από τη μια πλευρά οι προοδευτικοί αστοί με επιρροές
από την Ευρώπη και από την άλλη η συντηρητική επαρχία που επηρεάζεται
από το ισλάμ. Οι μεν υποστηρίζουν ότι δεν ανέχονται άλλο να τους λέει ο
πρωθυπουργός και οι ισλαμιστές σύντροφοί του πώς να ντυθούν, πόσα παιδιά
να αποκτήσουν και αν μπορούν να εκδηλώσουν την αγάπη τους δημοσίως. Οι
δε δηλώνουν ότι δεν ανέχονται να τους καπελώνει μια δυτικότροπη ελίτ που
τους αντιμετωπίζει σαν αφελείς επαρχιώτες.
Η σύγκρουση δείχνει ότι το χάσμα στην Τουρκία εντάθηκε υπό το
«κάλυμμα» της οικονομικής ανάπτυξης, όπως και η οργή της κάθε πλευράς.
Υπάρχουν δυο κοινωνικές ομάδες: οι «λευκοί Τούρκοι» (beyaz turkler) των
πόλεων και οι «μαύροι Τούρκοι» (kara turkler) της επαρχίας. Αμφότερες
επέκτειναν την απήχησή τους την τελευταία δεκαετία. Το κατά κεφαλήν
εισόδημα της Τουρκίας αυξήθηκε μιάμιση φορά στο διάστημα αυτό και
παράλληλα η χώρα έγινε ταυτόχρονα πιο κοσμοπολίτικη και πιο
θρησκευόμενη, πιο προοδευτική και πιο συντηρητική, πιο αστική και πιο
επαρχιώτικη.
Τα επιτεύγματα του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι
αμελητέα. Ο Κεμάλ Ατατούρκ εκσυγχρόνισε τη χώρα αλλά ο Ερντογάν την
μετέτρεψε σε περιφερειακή δύναμη. Ο Ατατούρκ την έκανε πιο κοσμική αλλά ο
Ερντογάν πιο δημοκρατική. Τις μεγαλύτερες επιτυχίες του όμως _ την
απελευθέρωση της Τουρκίας από τον στρατιωτικό ζυγό, την ευημερία σε ευρύ
φάσμα του πληθυσμού και την έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την
ΕΕ _ τις πραγματοποίησε στην πρώτη του θητεία.
Μετά την επανεκλογή του το 2007, εμφάνισε τα πρώτα δείγματα
αμετροέπειας: έσυρε στα δικαστήρια γελοιογράφους που τον παρουσίασαν σαν
γάτα, άλογο ή αγελάδα, έβαλε στο στόχαστρο τον δημοσιογραφικό όμιλο
Ντογάν επειδή τα έσπασε μαζί του και έστειλε δεκάδες στρατιωτικούς στη
φυλακή.
Ο Ερντογάν δεν είναι πια ο χαρισματικός πολιτικός που έφερε τα πάνω
κάτω στην Τουρκία πριν από 10 χρόνια. Δεν είναι ο έξυπνος
«μακιαβελιστής» που ζύγιζε τους αντιπάλους του και στη συνέχεια τους
έβαζε στη θέση τους. Την περασμένη εβδομάδα, σε ομιλία του προς την
κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματός του, ΑΚΡ, αποκάλεσε «προδότες» τους διαδηλωτές θεωρώντας υπεύθυνους για τις ταραχές «τους εταίρους τους στο εξωτερικό».
Οι διαδηλωτές που εκδιώχθηκαν από το πάρκο Γκεζί φθάνουν στην
επίπονη συνειδητοποίηση ότι μεγάλο μέρος της τουρκικής κοινωνίας δεν
μοιράζεται τους ίδιους στόχους. Αλλά θα είναι ακόμη πιο επίπονη η
συνειδητοποίηση από πλευράς Ερντογάν ότι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία
δεν αρκεί για να τον νομιμοποιήσει ως ηγέτη.
Στον αγώνα για την τουρκική ταυτότητα δεν θα υπάρξουν νικητές και
ηττημένοι. Οι «μαύροι» και οι «άσπροι» Τούρκοι θα αναγκαστούν κάποτε να
συνομιλήσουν.