Σπύρος ΛίτσαςΕίναι λάθος η ελληνική Πολιτεία να θεωρεί ότι το ζήτημα της
επιστροφής του «δανείου», του επαναπατρισμού των αρχαιοτήτων που έχουν
κλαπεί από τους ναζί και της απόδοσης των πολεμικών αποζημιώσεων στην
Ελλάδα μπορεί να επιλυθεί μονομερώς μέσα από την καταφυγή στη διεθνή
Δικαιοσύνη. Ο λόγος; Ας σκεφτούμε με εικόνες. Η Δικαιοσύνη απεικονίζεται
αρχετυπικά ως νεαρή γυναίκα με δεμένα μάτια, κρατώντας τη ρομφαία και
τη ζυγαριά. Μια εικόνα στη διεθνή αντιστοίχηση θα έδειχνε την ίδια νεαρή
γυναίκα με ανοιχτά όμως μάτια, κρατώντας μια ζυγαριά για να αποτιμά όχι
τις ενέργειες των εθνοκρατικών δρώντων, αλλά τα φορτία ισχύος που ο
κάθε δρων φέρει στη διεθνή αρένα.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι το «δίκαιο» συντάσσεται με την ελληνική πλευρά στο ζήτημα των διεκδικήσεών μας έναντι της Γερμανίας. Αξίζει να διαβάσετε τα πολύ κατατοπιστικά σχετικά άρθρα της «Real News» την Κυριακή που μας πέρασε. Αν όμως ένα κράτος κινηθεί μονοδιάστατα στη διεθνή αρένα αναζητώντας τη διεθνή Δικαιοσύνη, τότε προφανώς δεν κατανοεί τη λειτουργία του διεθνούς συστήματος. Λόγω της μη ύπαρξης μιας ανώτατης αρχής με de facto δυνατότητες ολιστικής παρεμβατικής επίλυσης διακρατικών διαφορών, αλλά και εξαιτίας του ότι το σύνολο των κρατών διαγκωνίζεται με στόχο την επίτευξη της επιβίωσής τους, το διεθνές σύστημα καθίσταται άναρχο και ανταγωνιστικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η όποια διαδικασία αφορά τη μη-καθορισμένη αρχή της διεθνούς Δικαιοσύνης να χάνεται στη δίνη των πολιτικών επιδιώξεων.
Πώς πρέπει να κινηθεί, λοιπόν, η ελληνική πλευρά; Δημιουργία δυο επιπέδων παράλληλης δράσης: Σε υψηλό επίπεδο, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να επιδώσει σε όλες τις κυβερνήσεις ανά την υφήλιο το ιστορικό των κατοχικών αρπαγών, καθώς επίσης και τον φάκελο των νομικών επιχειρημάτων μας, με παράλληλη κατάθεση αντίστοιχου ολοκληρωμένου φακέλου στα Ηνωμένα Εθνη, δίχως όμως να επιδιωχθεί έκδοση κάποιου σχετικού ψηφίσματος. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η διεθνοποίηση του θέματος του κατοχικού «δανείου» σε επίπεδο κορυφής, αλλά δεν μπαίνουμε σε μια de jure διπλωματική διελκυστίνδα με τη γερμανική πλευρά. Οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες για τακτικές διπλωματικές ρήξεις «ανοιχτού πεδίου», αφού πρώτα πρέπει να έχει επιτευχθεί η όσο το δυνατόν ευρύτερη διασφάλιση διεθνούς θετικής στάσης σε κορυφαίο επίπεδο. Σε αυτήν την προσπάθεια δημιουργίας υποστηρικτικού διεθνούς μετώπου θα βρούμε διεθνή στηρίγματα στις δυνάμεις αυτές που μαζί πολεμήσαμε τις δυνάμεις του Αξονα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (π.χ. Βρετανία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς, Νέα Ζηλανδία). Οι εκδηλώσεις στη Μάχη της Κρήτης με φόντο τους βετεράνους πολεμιστές είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για την προβολή μιας τέτοιας ενέργειας και την άμεση μετάδοσή της από τα διεθνή ΜΜΕ.
Επίσης οι ενέργειες της ελληνικής πλευράς πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν και σε επίπεδο κοινωνιών. Η ενδελεχής ενημέρωση των πολιτών άλλων κρατών γύρω από το ζήτημα των γερμανικών αρπαγών και θηριωδιών κατά τη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα από Ελληνες πανεπιστημιακούς, με εκθέσεις φωτογραφικού υλικού από την κατοχική Ελλάδα, με συναυλίες κορυφαίων συνθέτων μας και την προβολή σχετικών ιστορικών ντοκιμαντέρ είναι μια σειρά στρατηγικών ενεργειών «κορμού», ικανών να επιτύχουν τη διεθνοκοινωνική ευαισθητοποίηση υπέρ ημών γύρω από ένα ζήτημα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί από την ελληνική Πολιτεία ως άθροισμα αποσπασματικών αυτενεργειών θυμικού, αλλά ως λελογισμένες κινήσεις διασφάλισης επιπρόσθετων πόρων σε μια χρονική συγκυρία που χρειαζόμαστε ακόμη και το τελευταίο ευρώ.
Η χάραξη και η εφαρμογή μιας τέτοιου είδους «έξυπνης» στρατηγικής λόγω του χαμηλού κόστους αλλά και της ταυτόχρονης πολυεπίπεδης στόχευσης μπορεί να αποδώσει -εκτός των απτών υλικών αποτελεσμάτων- και ένα σημαντικό άυλο αποτέλεσμα στην ψυχοσύνθεση των Ελλήνων, οι οποίοι τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε λοιδορηθεί απροσμέτρητα, λες και είμαστε ο λαός-παρίας του 21ου αιώνα,·να πιστέψουμε ξανά στον εαυτό μας και στην ικανότητά μας να παλέψουμε με τα κύματα του διεθνούς αρχιπελάγους και να βγούμε στην απέναντι όχθη.
Δεν χωρά αμφιβολία ότι το «δίκαιο» συντάσσεται με την ελληνική πλευρά στο ζήτημα των διεκδικήσεών μας έναντι της Γερμανίας. Αξίζει να διαβάσετε τα πολύ κατατοπιστικά σχετικά άρθρα της «Real News» την Κυριακή που μας πέρασε. Αν όμως ένα κράτος κινηθεί μονοδιάστατα στη διεθνή αρένα αναζητώντας τη διεθνή Δικαιοσύνη, τότε προφανώς δεν κατανοεί τη λειτουργία του διεθνούς συστήματος. Λόγω της μη ύπαρξης μιας ανώτατης αρχής με de facto δυνατότητες ολιστικής παρεμβατικής επίλυσης διακρατικών διαφορών, αλλά και εξαιτίας του ότι το σύνολο των κρατών διαγκωνίζεται με στόχο την επίτευξη της επιβίωσής τους, το διεθνές σύστημα καθίσταται άναρχο και ανταγωνιστικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, η όποια διαδικασία αφορά τη μη-καθορισμένη αρχή της διεθνούς Δικαιοσύνης να χάνεται στη δίνη των πολιτικών επιδιώξεων.
Πώς πρέπει να κινηθεί, λοιπόν, η ελληνική πλευρά; Δημιουργία δυο επιπέδων παράλληλης δράσης: Σε υψηλό επίπεδο, η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να επιδώσει σε όλες τις κυβερνήσεις ανά την υφήλιο το ιστορικό των κατοχικών αρπαγών, καθώς επίσης και τον φάκελο των νομικών επιχειρημάτων μας, με παράλληλη κατάθεση αντίστοιχου ολοκληρωμένου φακέλου στα Ηνωμένα Εθνη, δίχως όμως να επιδιωχθεί έκδοση κάποιου σχετικού ψηφίσματος. Με αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνεται η διεθνοποίηση του θέματος του κατοχικού «δανείου» σε επίπεδο κορυφής, αλλά δεν μπαίνουμε σε μια de jure διπλωματική διελκυστίνδα με τη γερμανική πλευρά. Οι συνθήκες δεν είναι κατάλληλες για τακτικές διπλωματικές ρήξεις «ανοιχτού πεδίου», αφού πρώτα πρέπει να έχει επιτευχθεί η όσο το δυνατόν ευρύτερη διασφάλιση διεθνούς θετικής στάσης σε κορυφαίο επίπεδο. Σε αυτήν την προσπάθεια δημιουργίας υποστηρικτικού διεθνούς μετώπου θα βρούμε διεθνή στηρίγματα στις δυνάμεις αυτές που μαζί πολεμήσαμε τις δυνάμεις του Αξονα στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο (π.χ. Βρετανία, ΗΠΑ, Αυστραλία, Καναδάς, Νέα Ζηλανδία). Οι εκδηλώσεις στη Μάχη της Κρήτης με φόντο τους βετεράνους πολεμιστές είναι μια εξαιρετική ευκαιρία για την προβολή μιας τέτοιας ενέργειας και την άμεση μετάδοσή της από τα διεθνή ΜΜΕ.
Επίσης οι ενέργειες της ελληνικής πλευράς πρέπει να κεφαλαιοποιηθούν και σε επίπεδο κοινωνιών. Η ενδελεχής ενημέρωση των πολιτών άλλων κρατών γύρω από το ζήτημα των γερμανικών αρπαγών και θηριωδιών κατά τη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα από Ελληνες πανεπιστημιακούς, με εκθέσεις φωτογραφικού υλικού από την κατοχική Ελλάδα, με συναυλίες κορυφαίων συνθέτων μας και την προβολή σχετικών ιστορικών ντοκιμαντέρ είναι μια σειρά στρατηγικών ενεργειών «κορμού», ικανών να επιτύχουν τη διεθνοκοινωνική ευαισθητοποίηση υπέρ ημών γύρω από ένα ζήτημα, το οποίο σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί από την ελληνική Πολιτεία ως άθροισμα αποσπασματικών αυτενεργειών θυμικού, αλλά ως λελογισμένες κινήσεις διασφάλισης επιπρόσθετων πόρων σε μια χρονική συγκυρία που χρειαζόμαστε ακόμη και το τελευταίο ευρώ.
Η χάραξη και η εφαρμογή μιας τέτοιου είδους «έξυπνης» στρατηγικής λόγω του χαμηλού κόστους αλλά και της ταυτόχρονης πολυεπίπεδης στόχευσης μπορεί να αποδώσει -εκτός των απτών υλικών αποτελεσμάτων- και ένα σημαντικό άυλο αποτέλεσμα στην ψυχοσύνθεση των Ελλήνων, οι οποίοι τα τελευταία τρία χρόνια έχουμε λοιδορηθεί απροσμέτρητα, λες και είμαστε ο λαός-παρίας του 21ου αιώνα,·να πιστέψουμε ξανά στον εαυτό μας και στην ικανότητά μας να παλέψουμε με τα κύματα του διεθνούς αρχιπελάγους και να βγούμε στην απέναντι όχθη.