Σύμφωνα με ένα διαδεδομένο στερεότυπο, οι Αμερικανοί πρόεδροι
αφιερώνουν την πρώτη θητεία τους σε εσωτερικές μεταρρυθμίσεις με τα
μάτια στραμμένα στις επόμενες εκλογές, ενώ στη δεύτερη τετραετία,
απελευθερωμένοι από το άγχος της επανεκλογής, αναζητούν μεγάλες
πρωτοβουλίες στην εξωτερική πολιτική, με στόχο να κερδίσουν μια θέση
στην Ιστορία. Τελευταίο παράδειγμα που συνάδει με αυτό το πρότυπο υπήρξε
ο Μπιλ Κλίντον. Υστερα από τις άγονες προσπάθειες, κατά την πρώτη
τετραετία του, να θεμελιώσει μια μεγάλη κοινωνική μεταρρύθμιση, ένα νέο
New Deal, επιδίωξε επίμονα, στους τελευταίους μήνες της οκταετίας του,
να λύσει το Παλαιστινιακό. Αποκορύφωμα υπήρξαν οι διαπραγματεύσεις του
Καμπ Ντέιβιντ, τον Ιούλιο του 2000. Ηταν τότε που ο Ισραηλινός
πρωθυπουργός Εχούντ Μπάρακ και ο ηγέτης των Παλαιστινίων Γιασέρ Αραφάτ
έφτασαν σε απόσταση αναπνοής από μια ιστορική συμφωνία, προτού οι
διαπραγματεύσεις καταρρεύσουν, δίνοντας τη θέση τους στη φωτιά και στο
αίμα της δεύτερης «Ιντιφάντα».
Το πάθημα του Μπιλ Κλίντον είναι ένας από τους λόγους –όχι ο μοναδικός–
που επιβάλλουν χαμηλούς τόνους στον Μπαράκ Ομπάμα εν όψει της πρώτης,
επίσημης επίσκεψής του στο Ισραήλ και στην παλαιστινιακή Δυτική Οχθη,
την ερχόμενη εβδομάδα. Στις προκαταρκτικές συναντήσεις που είχε με
εκπροσώπους του ισραηλινού λόμπι και αραβικών οργανώσεων, στον Λευκό
Οίκο, διεμήνυσε ότι δεν θα υποβάλει κάποιο «μεγάλο σχέδιο» στον
Μπέντζαμιν Νετανιάχου και τον Μαχμούντ Αμπάς. Κράτησε έτσι χαμηλά τον
πήχυ των προσδοκιών, δίνοντας απλώς διερευνητικό χαρακτήρα στις
συνομιλίες του, με τον σεμνό στόχο της επανάληψης των αποτελματωμένων
ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων.
Η αλήθεια είναι ότι το Παλαιστινιακό ελάχιστα απασχόλησε τον Αμερικανό
πρόεδρο κατά την πρώτη θητεία του στον Λευκό Οίκο. Η πρώτη του περιοδεία
στη Μέση Ανατολή, τον Ιούνιο του 2009, με μοναδικούς σταθμούς το Ριάντ
και το Κάιρο, είχε βασικό στόχο την επούλωση των πληγών στις σχέσεις της
υπερδύναμης με τον αραβικό κόσμο, τις οποίες είχε ανοίξει ο πόλεμος του
προκατόχου του, Τζορτζ Μπους, εναντίον του Ιράκ. Στα επόμενα χρόνια, ο
γεννημένος στη Χαβάη Ομπάμα πολιτογραφήθηκε ως «ο πρώτος πρόεδρος του
Ειρηνικού» λόγω της μετατόπισης του κέντρου βάρους της αμερικανικής
εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής από τον Ατλαντικό και τη Μέση Ανατολή
στη ζώνη Ασίας – Ειρηνικού, με τα μάτια στραμμένα στην ανερχόμενη Κίνα.
Ωστόσο, οι σοβαρές ανατροπές των τελευταίων χρόνων στη Μέση Ανατολή δεν
αφήνουν στον Αμερικανό πρόεδρο την πολυτέλεια της αποστασιοποίησης. Το
σιιτικό Ιράν αναδείχθηκε σε μεγάλη περιφερειακή δύναμη εξαιτίας των
πολέμων της κυβέρνησης Μπους σε Ιράκ και Αφγανιστάν, που αποδυνάμωσαν τα
δύο σουνιτικά κράτη, εχθρούς και αντίβαρα της Τεχεράνης. Παράλληλα, η
Αραβική Ανοιξη ανέτρεψε το φιλοαμερικανικό καθεστώς του Μουμπάρακ και
ανέδειξε τους Αδελφούς Μουσουλμάνους σε ηγεμονική δύναμη, σε ένα
περιβάλλον γενικευμένης, περιφερειακής αποσταθεροποίησης. Σε αυτό το
αβέβαιο φόντο, ο Μπαράκ Ομπάμα πήρε τη μεγάλη απόφαση να «αλλάξει
άλογο», ρίχνοντας γέφυρες στους Αδελφούς Μουσουλμάνους, ώστε να σπάσει
τον σιιτικό άξονα Τεχεράνης – Δαμασκού, να ελέγξει τη μετά Ασαντ Συρία
και να αποδυναμώσει τον βασικό αντίπαλο της Αμερικής (και του Ισραήλ)
στην περιοχή, το Ιράν.
Αυτή η τολμηρή στρατηγική του Αμερικανού προέδρου θα μείνει στον αέρα
εάν δεν υπάρξει κάποια θεαματική εξέλιξη στο Παλαιστινιακό, το πρόβλημα
των προβλημάτων του αραβικού κόσμου. Επομένως, όσο κι αν ο Ομπάμα
υιοθετεί σκόπιμα χαμηλούς τόνους, πρέπει να περιμένει κάποιος ότι θα
ασκήσει σοβαρές πιέσεις στον Ισραηλινό πρωθυπουργό Μπέντζαμιν Νετανιάχου
να κάνει πίσω από την πολιτική των αλλεπάλληλων εποικισμών
παλαιστινιακής γης, στη Δυτική Οχθη και την Ανατολική Ιερουσαλήμ, που
ανατινάζουν κάθε προοπτική ειρηνικής επίλυσης του προβλήματος. Η
αποδυνάμωση του σκληροπυρηνικού Νετανιάχου κατά τις πρόσφατες ισραηλινές
εκλογές και τα ασταθή, πλην σημαντικά, βήματα εξομάλυνσης στις σχέσεις
του Αμπάς με την ισλαμική Χαμάς ενισχύουν τη θέση του Αμερικανού
προέδρου. Με αυτά τα δεδομένα, δεν αποκλείεται τα αποτελέσματα της
επίσκεψης Ομπάμα να αποδειχθούν κατά τι ανώτερα των προσδοκιών.
Der Spiegel: Εκπαιδεύουν Σύρους στην Ιορδανία
Εκτός από το Τελ Αβίβ, την Ιερουσαλήμ, τη Ραμάλα και τη Βηθλεέμ, ο
Μπαράκ Ομπάμα θα επισκεφθεί και την Ιορδανία, τη μοναδική αραβική χώρα,
πλην της Αιγύπτου, που έχει υπογράψει συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ. Αν
και δεν απειλήθηκε άμεσα από την Αραβική Ανοιξη, το καθεστώς της
Ιορδανίας βρίσκεται υπό πίεση λόγω της ανερχόμενης ισχύος των Αδελφών
Μουσουλμάνων. Η Ιορδανία αποκτά επιπρόσθετη σημασία για την αμερικανική
στρατηγική καθώς λειτουργεί, μαζί με την Τουρκία, ως ορμητήριο των
ενόπλων αντικαθεστωτικών που μάχονται τον Ασαντ στη γειτονική Συρία.
Οπως αποκάλυψε την περασμένη εβδομάδα το γερμανικό περιοδικό Der
Spiegel, Αμερικανοί εκπαιδεύουν στελέχη του Ελεύθερου Συριακού Στρατού
σε στρατόπεδα, στη δυτική και νότια Ιορδανία. Οι ιορδανικές μυστικές
υπηρεσίες συμμετέχουν ενεργά στην εκπαίδευση των ανταρτών, ενώ η
χρηματοδότηση προέρχεται κυρίως από τη Σαουδική Αραβία.
Ο «άξονας»
Ιορδανίας – Σαουδικής Αραβίας επενδύει στον Ελεύθερο Συριακό Στρατό,
αποκλείοντας τους τζιχαντιστές και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Αντιθέτως, η Τουρκία και το Κατάρ (σε μικρότερο βαθμό και η Αίγυπτος)
υποστηρίζουν κατά κύριο λόγο τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
|
|