Ο απολυταρχισμός του Ερντογάν δεν αντικαθιστά τις
δομικές αδυναμίες της Τουρκίας. Το μήνυμα από την κατάρρευση της λίρας
και οι ανάγκες της χώρας για ξένο συνάλλαγμα.Οι βομβιστικές επιθέσεις στην
Κωνσταντινούπολη την Κυριακή είναι μια φρικιαστική υπενθύμιση ότι η
Τουρκία αντιμετωπίζει πολλαπλούς κινδύνους. Η τρομοκρατία και η
οικονομική αδυναμία ενισχύουν η μία την καταστροφική ισχύ της άλλης. Ο
Ερντογάν, ο πρόεδρος της χώρας, πιστεύει ότι ο απολυταρχισμός και ο
«πατριωτισμός» θα αποκαταστήσουν τη σταθερότητα. Κάνει λάθος.
Η προσδοκία ότι ο Τραμπ θα ξεκινήσει ένα μεγάλο πρόγραμμα δημοσιονομικής τόνωσης έχει αυξήσει τα επιτόκια στα μακροπρόθεσμα ομόλογα των ΗΠΑ και την αξία του δολαρίου. Αυτό όμως δεν επηρέασε εξίσου όλες τις ισοτιμίες. Η τουρκική λίρα είναι μεταξύ των μεγάλων χαμένων, έχοντας υποστεί τη δεύτερη μεγαλύτερη πτώση πίσω από το μεξικανικό πέσο.Την προηγούμενη εβδομάδα, ωστόσο, η λίρα σταθεροποιήθηκε, ίσως εν μέρει χάρη στην έκκληση του Ερντογάν. Ενας ακόμα λόγος ίσως είναι η απόφαση της κεντρικής τράπεζας να αυξήσει το επιτόκιο επαναγοράς, η πρώτη αύξηση από τον Ιανουάριο του 2014. Μια περισσότερο ισχυρή εξήγηση είναι ενίσχυση των νομισμάτων των αναδυόμενων οικονομιών. Το ξέσπασμα Τραμπ (Trump tantrum) ίσως τελείωσε προς το παρόν.
Το ερώτημα ωστόσο είναι γιατί η λίρα αποδείχτηκε τόσο αδύναμη. Το μεξικανικό πέσο είναι ευάλωτο, γιατί η οικονομία της χώρας εξαρτάται από τις ΗΠΑ και είναι εκτεθειμένη στον προστατευτισμό του Τραμπ. Στην Τουρκία, η αδυναμία του νομίσματος οφείλεται εν μέρει στο μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και στις τεράστιες υποχρεώσεις σε ξένο νόμισμα του ιδιωτικού τομέα.Τα διαδοχικά πολιτικά σοκ που υπέστη η Τουρκία πριν από το τρομοκρατικό χτύπημα του Σαββάτου -οι πόλεμοι σε Ιράκ και Συρία και η απόπειρα πραξικοπήματος- πρέπει να είναι επίσης ένας παράγοντας. Εξίσου όμως είναι ο απολυταρχισμός Ερντογάν, περιλαμβανομένης της αντίθεσής του σε υψηλότερα επιτόκια.
Οι επιθέσεις του σαββατοκύριακου ήρθαν αφότου το κόμμα του Τούρκου προέδρου παρουσίασε ένα προσχέδιο Συντάγματος που μπορεί να ενισχύσει και ταυτόχρονα να επεκτείνει την προεδρία του. Η Τουρκία γίνεται ένας πολύ λιγότερο ελκυστικός προορισμός για ξένα κεφάλαια.Ο ιδιωτικός επιχειρηματικό τομέας (πλην τραπεζών) έχει σχεδόν 210 δισεκατομμύρια δολάρια υποχρεώσεις σε ξένο νόμισμα. Αυτή η εξωτερική ευπάθεια έχει υπεραντισταθμίσει την επιτυχημένη μείωση του καθαρού χρέους του δημόσιου τομέα σε μόλις 23% του ΑΕΠ φέτος. Καθώς η λίρα υποχωρεί και τα επιτόκια αυξάνουν, το βάρος της εξυπηρέτησης του χρέους των εταιρειών της χώρας θα αυξηθεί, δημιουργώντας ένα φαύλο κύκλο.
Πάνω απ’ όλα η σταθερότητα του νομίσματος και της οικονομίας συνολικά εξαρτάται από τη μαζική εισροή κεφαλαίων. Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της χρονιάς είναι 4,4% του ΑΕΠ. Προβλέπεται να αυξηθεί σε 5,6% την επόμενη χρονιά.
Η Τουρκία χρειάζεται επίσης μια τεράστια εισροή κεφαλαίου μόνο για να χρηματοδοτήσει επενδύσεις. Το ακαθάριστο εθνικό ποσοστό αποταμίευσης της χώρας προβλέπεται από το ΔΝΤ μόλις στο 13% του ΑΕΠ για το 2016. Χωρίς εισροές κεφαλαίων η Τουρκία θα υποφέρει όχι μόνο από νομισματική κρίση αλλά και από κατάρρευση της ανάπτυξης. Ακόμα και το ανεπαρκές μέσο ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης 3,3% μεταξύ 2012-2016 θα ήταν αδύνατο χωρίς εισροές ξένων κεφαλαίων.
Ο Ερντογάν δεν μπορεί με «φοβέρες» να φέρει ξένους να χρηματοδοτήσουν την οικονομία του και η οικονομική επιτυχία είναι απαραίτητος παράγοντας για την πολιτική σταθερότητα. Αυτό που χρειάζεται είναι φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις, υψηλότερη αποταμίευση και φιλόξενο περιβάλλον για το ξένο κεφάλαιο. Μόνο τότε η Τουρκία θα έχει μια καλή πιθανότητα να πετύχει οικονομική πρόοδο και πολιτική γαλήνη που λαχταρά ο ηγέτης της και χρειάζεται απελπισμένα ο κόσμος.