Ποιόν οδικό χάρτη προτείνει η Διακομματική Επιτροπή της Βουλής
Το ζήτημα της διεκδίκησης των γερμανικών οφειλών ανακίνησε η
κυβέρνηση στις αρχές Αυγούστου, γεγονός που σηματοδοτήθηκε με την
παρουσία του πρωθυπουργού στις εκδηλώσεις μνήμης για τη σφαγή στο
Κομμένο Άρτας (όπου στις 16.8.1943 δολοφονήθηκαν εν ψυχρώ από τα
γερμανικά στρατεύματα κατοχής 318 πολίτες).Εκεί, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε στο πόρισμα της Διακομματικής
Επιτροπής της Βουλής (εγκρίθηκε στις 27 Ιουλίου) ως οδηγό της εθνικής
στρατηγικής που θα ακολουθήσει η κυβέρνηση και δήλωσε ότι η Ελληνική
Δημοκρατία «θα πράξει ό,τι απαιτείται σε διπλωματικό επίπεδο πρωτίστως,
αλλά, αν χρειαστεί, και σε δικαστικό επίπεδο».
Το πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής (πρόεδρός της ο αγωνιστής
του αντιδικτατορικού κινήματος και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Τριαντάφυλλος
Μηταφίδης) θα συζητηθεί στην Ολομέλεια της Βουλής σε συνεδρίαση προς τα
τέλη Σεπτεμβρίου, όπως προανήγγειλε ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος
Βούτσης.
Στόχος είναι το πόρισμα να υιοθετηθεί απ’ όλες τις πολιτικές
δυνάμεις, ώστε στη συνέχεια να καταστεί δυνατή η χάραξη μιας εθνικής
στρατηγικής της διεκδίκησης των οφειλών και να προσδιοριστούν τα επόμενα
βήματα σε πολιτικό, διπλωματικό και νομικό επίπεδο. Στο μεταξύ, στις 8
Σεπτεμβρίου, με πρωτοβουλία του ευρωβουλευτή Νότη Μαριά, εισάγεται στην
Επιτροπή Αναφορών του Ευρωκοινοβουλίου αναφορά αγωνιστών της Εθνικής
Αντίστασης (ΠΕΑΕΑ-ΔΣΕ) για τις γερμανικές οφειλές.
Άλλη μία ευκαιρία
Παρότι η συγκυρία κατά την οποία η κυβέρνηση ανακινεί το ζήτημα
δημιουργεί προβληματισμό και επιφυλάξεις για το αν οι στοχεύσεις της
είναι ειλικρινείς ή επικοινωνιακές, εντούτοις όσοι εμπλέκονται στο
κίνημα διεκδίκησης των οφειλών βλέπουν μια ευκαιρία περαιτέρω ώθησης του
ζητήματος στην κατεύθυνση της οριστικής του επίλυσης, με απόδοση
δικαιοσύνης αλλά και αποζημίωση (σε καμία περίπτωση δεν απεμπολούνται
αξιώσεις στο υλικό πεδίο).
Προκειμένου να «ξεπαγώσει» η υπόθεση της διεκδίκησης των οφειλών, η
οποία στο επίσημο επίπεδο της πολιτείας έχει παραπεμφθεί στις ελληνικές
καλένδες από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, υπό τον φόβο της επιδείνωσης
των ελληνογερμανικών σχέσεων, απαιτείται ενεργοποίηση στο ανώτατο
πολιτικό πλαίσιο για την εκκίνηση των διαπραγματεύσεων σε διακρατικό
επίπεδο.
Όπως προβλέπει η Συμφωνία του Λονδίνου του 1953 στο άρθρο 28 «περί
εξωτερικών γερμανικών χρεών», το Διαιτητικό Δικαστήριο (που ορίζεται με
το εν λόγω άρθρο) είναι αρμόδιο για τη δικαστική επίλυση της διαφοράς
μεταξύ Ελλάδας και Γερμανίας. Ωστόσο, η προσφυγή στο Διαιτητικό Δικαστήριο «προϋποθέτει, ως
αναγκαία προδικασία, την αποτυχία των ενδιαφερόμενων μερών να επιλύσουν
την επίμαχη διαφορά “δια διαπραγματεύσεων”». Σε αυτή την προϋπόθεση
παραπέμπει και η παραπάνω δήλωση του Αλέξη Τσίπρα από το Κομμένο Άρτας
για διεκδίκηση πρωτίστως σε διπλωματικό επίπεδο «και αν χρειαστεί» και
σε δικαστικό.
Αν λοιπόν οι διακρατικές διαπραγματεύσεις αποτύχουν, ανοίγει ο
δρόμος για τη δικαστική οδό. Τα αρμόδια δικαιοδοτικά όργανα είναι το
Διαιτητικό Δικαστήριο του άρθρου 28 της Συμφωνίας του Λονδίνου του 1953,
το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και τα εθνικά δικαστήρια, τόσο σε ό,τι
αφορά τις κρατικές ή δημόσιες αξιώσεις, δηλαδή τις πολεμικές
επανορθώσεις και το κατοχικό δάνειο, όσο και αναφορικά με τις αξιώσεις
ιδιωτών, δηλαδή τις πολεμικές αποζημιώσεις των θυμάτων και των συγγενών
τους.
Εθνική στρατηγική
Βέβαια, σε καθεμία από αυτές τις περιπτώσεις δικαιοδοτικών οργάνων
ανακύπτουν ζητήματα προς αντιμετώπιση και εξεύρεση ελιγμών, με πιο
τρανταχτό παράδειγμα το ζήτημα της ετεροδικίας (σύμφωνα με το οποίο τα
ξένα κράτη δεν υπάγονται στη δικαιοδοσία των εθνικών δικαστηρίων άλλων
κρατών). Ωστόσο, υπάρχει η δυνατότητα για εκτέλεση αμετάκλητων αποφάσεων της
ελληνικής Δικαιοσύνης σε βάρος του γερμανικού Δημοσίου, με άδεια από
τον υπουργό Δικαιοσύνης της Ελλάδας, μια άδεια που δεν έχει δοθεί, για
παράδειγμα, στην περίπτωση της αμετάκλητης απόφασης του Πολυμελούς
Πρωτοδικείου Λιβαδειάς για τα θύματα του Διστόμου (ενώ ανάλογες
αποφάσεις υπάρχουν και για το Αίγιο και την Κρήτη).
Με βάση τα παραπάνω, το πόρισμα της Διακομματικής Επιτροπής
προτείνει μια σειρά ενδεδειγμένων ενεργειών σε κοινοβουλευτικό -
κινηματικό επίπεδο, σε πολιτικό - διπλωματικό επίπεδο και σε δικαστικό
επίπεδο. Επί της ουσίας, αυτό που προτείνει είναι η ανάληψη δράσης σε
πολιτικό - διπλωματικό επίπεδο για την εκκίνηση των διακρατικών
διαπραγματεύσεων, αφού προηγουμένως έχει εκπονηθεί ένα σχέδιο εθνικής
στρατηγικής, πάνω στο οποίο αυτές θα κινηθούν.
Υποστηρικτικά στην κεντρική πολιτική πρωτοβουλία προτείνεται μια
σειρά δράσεων, που κατά κανόνα εμπίπτουν στο πλαίσιο της λεγόμενης
κοινοβουλευτικής διπλωματίας (αλλά όχι μόνο) και αφορούν την ευρύτερη
ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης στην Ελλάδα, τη Γερμανία και αλλού,
και γενικότερα τη «διεθνοποίηση» του ζητήματος ως μέσο πίεσης στη
Γερμανία.
Πολιτικές δράσεις
Στο πολιτικό - διπλωματικό επίπεδο το πόρισμα επισημαίνει πως
προέχει το θέμα των διακρατικών διαπραγματεύσεων παραπέμποντας επί της
ουσίας στην ανάγκη η Ελλάδα να προβεί σε ρηματική διακοίνωση,
προκειμένου να προκαλέσει μια επίσημη –στο πλαίσιο της διπλωματίας–
τοποθέτηση της Γερμανίας.
Τις προηγούμενες μέρες υπήρξε η δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου
Στέφαν Ζάιμπερτ ότι το θέμα έχει διευθετηθεί οριστικά, πολιτικά και
νομικά, (χωρίς όμως να απαντά στα ερωτήματα που θέτει ο Μανώλης Γλέζος
«πότε και πώς έχει διευθετηθεί το ζήτημα;»), επιβεβαιώνοντας τη σταθερή
γερμανική άρνηση για διαπραγματεύσεις, βάση της οποίας η ελληνική
κυβέρνηση μπορεί να στοιχειοθετήσει την προϋπόθεση που θέτει η συμφωνία
του Λονδίνου περί «αποτυχίας των διαπραγματεύσεων», για προσφυγή στο
Διαιτητικό Δικαστήριο.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί η διευκρίνιση που γίνεται σε αυτό το
σημείο, πως σε ό,τι αφορά τις αποζημιώσεις προς τα θύματα και τους
συγγενείς τους οι απαιτήσεις είναι ιδιωτικές και επομένως οι οφειλές δεν
συμψηφίζονται με άλλες απαιτήσεις της Ελλάδας κατά της Γερμανίας. Κατά
συνέπεια, σε περίπτωση διακρατικών διαπραγματεύσεων θα πρέπει να υπάρξει
έλεγχος, ώστε να μην παρακαμφθούν οι απαιτήσεις χρηματικής αποζημίωσης
των θυμάτων και των οικογενειών τους.
Δικαστικές δράσεις
Στο δικαστικό επίπεδο το πόρισμα αναδεικνύει τη σημασία της
απόφασης του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Ιταλίας (η οποία εκδόθηκε 2,5
χρόνια ύστερα από απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης επί
προσφυγής της Γερμανίας), το οποίο άνοιξε τον δρόμο για τις διεκδικήσεις
των θυμάτων του Διστόμου και των συγγενών τους ενώπιον των ελληνικών
δικαστηρίων.
Το ιταλικό Συνταγματικό Δικαστήριο έκρινε (σε ανώτατο βαθμό) ότι το
προνόμιο της ετεροδικίας που επικαλείται η Γερμανία και της
αναγνωρίστηκε από το Δικαστήριο της Χάγης δεν ισχύει σε περιπτώσεις
εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας. Σημειώνεται ότι η Γερμανία, με προσφυγή της στη Χάγη, στράφηκε κατά
των ιταλικών δικαστηρίων, από τα οποία είχε δοθεί το πράσινο φως για
την εκτέλεση της απόφασης του Πρωτοδικείου Λειβαδιάς, δίνοντας τη
δυνατότητα στα θύματα του Διστόμου να αποζημιωθούν μέσω της κατάσχεσης
περιουσίας του γερμανικού κράτους σε ιταλικό έδαφος. http://www.topontiki.gr/