Του Βασίλη Κοψαχείλη*
www.liberal.gr
Τα ακριβά αρώματα μπαίνουν σε μικρές συσκευασίες! Αυτό προφανώς είχε
κατά νου και ο Ρώσος Πρόεδρος, Vladimir Putin, επισκεπτόμενος τη μικρή
χώρα μας, για να συζητήσει μια φαινομενικά ταπεινή ατζέντα θεμάτων
κοινού ενδιαφέροντος και κρατώντας την ουσία των συζητήσεων
επτασφράγιστο μυστικό μεταξύ των άμεσα ενδιαφερομένων παραγόντων.
Από τον φιλόξενο χώρο του liberal.gr είχαμε έγκαιρα επισημάνει πως μετά
από δυο δεκαετίες άγονων και υπερφίαλων ελληνορωσικών επαφών, είχε έρθει
η ώρα οι διμερείς σχέσεις να τεθούν σε μια νέα ρεαλιστικότερη βάση,
εξίσου σημαντική με το παρελθόν αλλά λιγότερο προκλητική, προκειμένου να
αποδώσουν καρπούς. Η χρυσή τομή βρέθηκε, εγκαινιάζοντας μια χαμηλού
προφίλ συνεργασία με προοπτική στρατηγικής εταιρικής σχέσης.
Ωστόσο, οι συνομιλίες του Ρώσου Προέδρου στην Αθήνα έχουν και παγκόσμιο ενδιαφέρον, αφού μέσα από την προσεκτική αποκρυπτογράφησή τους, προκύπτουν συμπεράσματα για τη διαμόρφωση του γεωπολιτικού και γεωοικονομικού χάρτη της επόμενης δεκαετίας. Η προέκταση των συζητήσεων και των συμφωνιών που συνομολογήθηκαν κρύβουν τη βιασύνη του Ρώσου Προέδρου να εκμεταλλευτεί μέσω Ελλάδας ένα μελλοντικό πλεονέκτημα της Ευρώπης στα θέματα ενέργειας, που καλά – καλά ούτε η ίδια η Ευρώπη δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει. Ρωσο-αμερικανική ενεργειακή σύγκρουση ή νέα Γιάλτα; Η Ρωσία είναι ενεργειακή υπερδύναμη. Οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι προέκταση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και κινούν τη ρωσική οικονομία.
Τα ενεργειακά συμφέροντα είναι σχεδόν ταυτόσημα με την επιβίωση της Ρωσίας ως κυρίαρχης δύναμης στο εσωτερικό και στον κόσμο. Η Ρωσία κατέχει δεσπόζουσα θέση ως ενεργειακός προμηθευτής στο βόρειο ευρασιακό ημισφαίριο. Οι ΗΠΑ δεν ήταν, αλλά προσφάτως έγιναν, ενεργειακή υπερδύναμη. Σε τούτο βοήθησαν τα τεράστια κοιτάσματα σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στη Βόρεια Αμερική, η ωρίμανση της σχετικής τεχνολογίας εξόρυξης και η άρση της απαγόρευσης εξαγωγών από το Αμερικανικό Κογκρέσο. Παράλληλα, από καιρό οι ΗΠΑ επενδύουν σε έναν νότιο διάδρομο τροφοδοσίας των παγκόσμιων αγορών σε ενέργεια, εκμεταλλευόμενες και τα σημαντικά αποθέματα υδρογονανθράκων που βρίσκονται σε χώρες στο νότιο τμήμα της Αφρικής.
Σήμερα, η μεγάλη αγορά στην οποία όλοι θέλουν να πουλήσουν ενέργεια είναι η Ασία. Ακόμη, οι τάσεις δείχνουν ότι οι ενεργειακές ανάγκες θα αυξηθούν και πολλές χώρες που είναι σήμερα εξαγωγείς πετρελαίου και φυσικού αερίου θα μειώνουν ολοένα και περισσότερο τις εξαγωγές τους για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης. Για παράδειγμα, η περιοχή της Μέσης Ανατολής αναμένεται να μειώσει τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, διότι θα έχει να αντιμετωπίσει αυξημένες ανάγκες ενεργειακής ζήτησης στο εσωτερικό της. Οπότε, στο νέο ενεργειακό σκηνικό, οι βασικοί «παίκτες» είναι πάλι οι ΗΠΑ και η Ρωσία, οι οποίες είτε θα συγκρουστούν μεταξύ τους για μερίδια αγοράς και τιμές, είτε θα συνεννοηθούν μοιράζοντας τις αγορές (αυτό θα κριθεί από το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών). Αν προκύψει συμφωνία στα μερίδια αγοράς, τότε το πιθανότερο σενάριο είναι ότι οι ΗΠΑ θα κρατήσουν κυρίαρχη θέση στην Ασία και να αυξηθεί ο ενεργειακός ρόλος της Ρωσίας στη Βόρεια Ευρώπη, όπου Ρωσία και Γερμανία μοιράζονται κοινά επιχειρηματικά συμφέροντα. Η ώρα της Ευρώπης; Αυτό το σκηνικό αφορά κυρίως την παραγόμενη ενέργεια από υδρογονάνθρακες, δηλαδή μορφές ενέργειας μη φιλικές στο περιβάλλον. Με βάση τις πρόσφατες συμφωνίες για το κλίμα, υφίστανται διεθνώς πλέον δεσμεύσεις για τη μείωση της χρήσης υδρογονανθράκων στην παραγωγή ενέργειας με τη σταδιακά υιοθέτηση αντικινήτρων στη χρήση τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν έχει δικούς της υδρογονάνθρακες και είναι εισαγωγέας ενέργειας, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ενεργειακό της έλλειμμα, κινείται κυρίως σε τρεις κατευθύνσεις. Η πρώτη κατεύθυνση αφορά την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς ενέργειας. Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά τη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από το σχετικά ακριβό ρωσικό φυσικό αέριο και την αναζήτηση ανταγωνιστικότερων και εναλλακτικών προμηθευτών συμβατικής ενέργειας. Η τρίτη κατεύθυνση αφορά την επένδυση της Ευρώπης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η τελευταία κατεύθυνση είναι το μέλλον. Είναι η «καθαρή», όπως λέγεται, ενέργεια, φιλική στο περιβάλλον και που, για να γίνει ακόμη πιο ανταγωνιστική, χρειάζονται στοχευμένες επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και υλικά, καθώς και νομοθετικές παρεμβάσεις για τη ρύθμιση του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Όσο ΗΠΑ και Ρωσία θα είναι απασχολημένες για τον έλεγχο της παγκόσμιας οικονομίας με συμβατικά καύσιμα, η Ε.Ε. θα έχει το χρονικό περιθώριο να βελτιώσει τεχνικά και νομικά την ανταγωνιστικότητά της στο μελλοντικό πεδίο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πώς θα επιβάλλει η Ε.Ε. τον ενεργειακό της ρόλο στα παγκόσμια πράγματα; Μα φυσικά μέσα από το γεγονός ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά καταναλωτικών προϊόντων, στην οποία όλος ο υπόλοιπος κόσμος θέλει να εξάγει. Η επιβολή «ενεργειακού πιστοποιητικού» στα εισαγόμενα προϊόντα στην Ευρώπη θα θέσει εκτός αγοράς τα παραγόμενα προϊόντα από συμβατικές μορφές ενέργειας και έτσι η Ε.Ε. θα επιβάλλει τον δικό της έλεγχο επί της παγκόσμιας οικονομίας και των ενεργειακών τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται.
Με αυτόν τον τρόπο η Ε.Ε. θα μετατρέψει το ενεργειακό της έλλειμμα σε στρατηγικό πλεονέκτημα, και ακόμη και αν αυτό δεν έχει γίνει αντιληπτό στις Βρυξέλλες, το έχει εντοπίσει η ρωσική πλευρά και σπεύδει μέσω Ελλάδας να κινηθεί παράλληλα και κατάλληλα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η ευκαιρία για την Ελλάδα Αναγνωρίζοντας τώρα η Ρωσία αυτήν την προοπτική της Ε.Ε. και το δυνητικό πλεονέκτημα της Ευρώπης, έρχεται στη μικρή Ελλάδα (γι’ αυτό εκτός από τις ΗΠΑ, και η Ρωσία είναι αρνητική σε ένα Grexit) και, μέσα από τη φαινομενικά ταπεινή συμφωνία συνεργασίας μεταξύ του Ελληνικού Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και του Ρωσικού Ινστιτούτου Ενέργειας, έρχεται και εγκαινιάζει ουσιαστικά μια στρατηγική ενεργειακή εταιρική σχέση με την Ελλάδα και την Ευρώπη, με άξονα αυτήν τη φορά όχι τους αγωγούς, αλλά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας είναι να βάλουμε στο παιχνίδι και ένα τρίτο σημαντικό εταίρο, ώστε να ολοκληρώσουμε τη δυνατότητα σε σημαντικό στρατήγημα. Να καλέσουμε αμερικανικά funds να επενδύσουν. Να συνδυάσουμε το πλεονέκτημα της χώρας-μέλους της Ε.Ε. και του πολύτιμου ανθρώπινου κεφαλαίου που διαθέτουμε, μαζί με τη σημαντική ρωσική τεχνογνωσία σε νέα υλικά και τεχνολογίες και όλο το πλαίσιο να χρηματοδοτηθεί από τους πλέον ευέλικτους επιχειρηματίες του κόσμου, τους Αμερικανούς. Οι ευκαιρίες δεν αρκούν. Θέλει συνέπεια, δουλειά και αξιοπιστία Ερώτημα αποτελεί αν η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει αυτήν τη δυνατότητα και να διαδραματίσει ρόλο γέφυρας τόσο ισχυρών «παικτών» και συμφερόντων. Την περασμένη δεκαετία, η ρωσική τεχνογνωσία με το ανθρώπινο κεφάλαιο και την ισχυρή αμερικανική χρηματοδότηση συνδυάστηκε επιτυχώς στην περίπτωση του Ισραήλ. Η Ελλάδα, σήμερα, παρουσιάζει περισσότερα πλεονεκτήματα από αυτά του Ισραήλ. Θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τα νέα δεδομένα που προκύπτουν από το ταξίδι Putin, για να μεταφέρουμε και το μήνυμα σε μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ που μας θέλει με το ένα πόδι εκτός Ένωσης, ότι η «πίτα» είναι πολύ μεγάλη και αρκετή για όλους; * Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι διεθνολόγος, σύμβουλος εκτίμησης γεωπολιτικών κινδύνων.
Πηγή: http://wp.me/p3kVLZ-y9e
Ωστόσο, οι συνομιλίες του Ρώσου Προέδρου στην Αθήνα έχουν και παγκόσμιο ενδιαφέρον, αφού μέσα από την προσεκτική αποκρυπτογράφησή τους, προκύπτουν συμπεράσματα για τη διαμόρφωση του γεωπολιτικού και γεωοικονομικού χάρτη της επόμενης δεκαετίας. Η προέκταση των συζητήσεων και των συμφωνιών που συνομολογήθηκαν κρύβουν τη βιασύνη του Ρώσου Προέδρου να εκμεταλλευτεί μέσω Ελλάδας ένα μελλοντικό πλεονέκτημα της Ευρώπης στα θέματα ενέργειας, που καλά – καλά ούτε η ίδια η Ευρώπη δεν έχει ακόμη συνειδητοποιήσει. Ρωσο-αμερικανική ενεργειακή σύγκρουση ή νέα Γιάλτα; Η Ρωσία είναι ενεργειακή υπερδύναμη. Οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι προέκταση της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και κινούν τη ρωσική οικονομία.
Τα ενεργειακά συμφέροντα είναι σχεδόν ταυτόσημα με την επιβίωση της Ρωσίας ως κυρίαρχης δύναμης στο εσωτερικό και στον κόσμο. Η Ρωσία κατέχει δεσπόζουσα θέση ως ενεργειακός προμηθευτής στο βόρειο ευρασιακό ημισφαίριο. Οι ΗΠΑ δεν ήταν, αλλά προσφάτως έγιναν, ενεργειακή υπερδύναμη. Σε τούτο βοήθησαν τα τεράστια κοιτάσματα σχιστολιθικών υδρογονανθράκων στη Βόρεια Αμερική, η ωρίμανση της σχετικής τεχνολογίας εξόρυξης και η άρση της απαγόρευσης εξαγωγών από το Αμερικανικό Κογκρέσο. Παράλληλα, από καιρό οι ΗΠΑ επενδύουν σε έναν νότιο διάδρομο τροφοδοσίας των παγκόσμιων αγορών σε ενέργεια, εκμεταλλευόμενες και τα σημαντικά αποθέματα υδρογονανθράκων που βρίσκονται σε χώρες στο νότιο τμήμα της Αφρικής.
Σήμερα, η μεγάλη αγορά στην οποία όλοι θέλουν να πουλήσουν ενέργεια είναι η Ασία. Ακόμη, οι τάσεις δείχνουν ότι οι ενεργειακές ανάγκες θα αυξηθούν και πολλές χώρες που είναι σήμερα εξαγωγείς πετρελαίου και φυσικού αερίου θα μειώνουν ολοένα και περισσότερο τις εξαγωγές τους για την κάλυψη της εγχώριας ζήτησης. Για παράδειγμα, η περιοχή της Μέσης Ανατολής αναμένεται να μειώσει τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, διότι θα έχει να αντιμετωπίσει αυξημένες ανάγκες ενεργειακής ζήτησης στο εσωτερικό της. Οπότε, στο νέο ενεργειακό σκηνικό, οι βασικοί «παίκτες» είναι πάλι οι ΗΠΑ και η Ρωσία, οι οποίες είτε θα συγκρουστούν μεταξύ τους για μερίδια αγοράς και τιμές, είτε θα συνεννοηθούν μοιράζοντας τις αγορές (αυτό θα κριθεί από το αποτέλεσμα των αμερικανικών προεδρικών εκλογών). Αν προκύψει συμφωνία στα μερίδια αγοράς, τότε το πιθανότερο σενάριο είναι ότι οι ΗΠΑ θα κρατήσουν κυρίαρχη θέση στην Ασία και να αυξηθεί ο ενεργειακός ρόλος της Ρωσίας στη Βόρεια Ευρώπη, όπου Ρωσία και Γερμανία μοιράζονται κοινά επιχειρηματικά συμφέροντα. Η ώρα της Ευρώπης; Αυτό το σκηνικό αφορά κυρίως την παραγόμενη ενέργεια από υδρογονάνθρακες, δηλαδή μορφές ενέργειας μη φιλικές στο περιβάλλον. Με βάση τις πρόσφατες συμφωνίες για το κλίμα, υφίστανται διεθνώς πλέον δεσμεύσεις για τη μείωση της χρήσης υδρογονανθράκων στην παραγωγή ενέργειας με τη σταδιακά υιοθέτηση αντικινήτρων στη χρήση τους. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που δεν έχει δικούς της υδρογονάνθρακες και είναι εισαγωγέας ενέργειας, προκειμένου να αντιμετωπίσει το ενεργειακό της έλλειμμα, κινείται κυρίως σε τρεις κατευθύνσεις. Η πρώτη κατεύθυνση αφορά την ολοκλήρωση της Ευρωπαϊκής ενιαίας αγοράς ενέργειας. Η δεύτερη κατεύθυνση αφορά τη μείωση της εξάρτησης της Ευρώπης από το σχετικά ακριβό ρωσικό φυσικό αέριο και την αναζήτηση ανταγωνιστικότερων και εναλλακτικών προμηθευτών συμβατικής ενέργειας. Η τρίτη κατεύθυνση αφορά την επένδυση της Ευρώπης στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η τελευταία κατεύθυνση είναι το μέλλον. Είναι η «καθαρή», όπως λέγεται, ενέργεια, φιλική στο περιβάλλον και που, για να γίνει ακόμη πιο ανταγωνιστική, χρειάζονται στοχευμένες επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες και υλικά, καθώς και νομοθετικές παρεμβάσεις για τη ρύθμιση του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Όσο ΗΠΑ και Ρωσία θα είναι απασχολημένες για τον έλεγχο της παγκόσμιας οικονομίας με συμβατικά καύσιμα, η Ε.Ε. θα έχει το χρονικό περιθώριο να βελτιώσει τεχνικά και νομικά την ανταγωνιστικότητά της στο μελλοντικό πεδίο των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Πώς θα επιβάλλει η Ε.Ε. τον ενεργειακό της ρόλο στα παγκόσμια πράγματα; Μα φυσικά μέσα από το γεγονός ότι αποτελεί τη μεγαλύτερη αγορά καταναλωτικών προϊόντων, στην οποία όλος ο υπόλοιπος κόσμος θέλει να εξάγει. Η επιβολή «ενεργειακού πιστοποιητικού» στα εισαγόμενα προϊόντα στην Ευρώπη θα θέσει εκτός αγοράς τα παραγόμενα προϊόντα από συμβατικές μορφές ενέργειας και έτσι η Ε.Ε. θα επιβάλλει τον δικό της έλεγχο επί της παγκόσμιας οικονομίας και των ενεργειακών τεχνολογιών που χρησιμοποιούνται.
Με αυτόν τον τρόπο η Ε.Ε. θα μετατρέψει το ενεργειακό της έλλειμμα σε στρατηγικό πλεονέκτημα, και ακόμη και αν αυτό δεν έχει γίνει αντιληπτό στις Βρυξέλλες, το έχει εντοπίσει η ρωσική πλευρά και σπεύδει μέσω Ελλάδας να κινηθεί παράλληλα και κατάλληλα προς αυτήν την κατεύθυνση. Η ευκαιρία για την Ελλάδα Αναγνωρίζοντας τώρα η Ρωσία αυτήν την προοπτική της Ε.Ε. και το δυνητικό πλεονέκτημα της Ευρώπης, έρχεται στη μικρή Ελλάδα (γι’ αυτό εκτός από τις ΗΠΑ, και η Ρωσία είναι αρνητική σε ένα Grexit) και, μέσα από τη φαινομενικά ταπεινή συμφωνία συνεργασίας μεταξύ του Ελληνικού Κέντρου Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και του Ρωσικού Ινστιτούτου Ενέργειας, έρχεται και εγκαινιάζει ουσιαστικά μια στρατηγική ενεργειακή εταιρική σχέση με την Ελλάδα και την Ευρώπη, με άξονα αυτήν τη φορά όχι τους αγωγούς, αλλά τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Η μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας είναι να βάλουμε στο παιχνίδι και ένα τρίτο σημαντικό εταίρο, ώστε να ολοκληρώσουμε τη δυνατότητα σε σημαντικό στρατήγημα. Να καλέσουμε αμερικανικά funds να επενδύσουν. Να συνδυάσουμε το πλεονέκτημα της χώρας-μέλους της Ε.Ε. και του πολύτιμου ανθρώπινου κεφαλαίου που διαθέτουμε, μαζί με τη σημαντική ρωσική τεχνογνωσία σε νέα υλικά και τεχνολογίες και όλο το πλαίσιο να χρηματοδοτηθεί από τους πλέον ευέλικτους επιχειρηματίες του κόσμου, τους Αμερικανούς. Οι ευκαιρίες δεν αρκούν. Θέλει συνέπεια, δουλειά και αξιοπιστία Ερώτημα αποτελεί αν η Ελλάδα έχει τη δυνατότητα να αξιοποιήσει αυτήν τη δυνατότητα και να διαδραματίσει ρόλο γέφυρας τόσο ισχυρών «παικτών» και συμφερόντων. Την περασμένη δεκαετία, η ρωσική τεχνογνωσία με το ανθρώπινο κεφάλαιο και την ισχυρή αμερικανική χρηματοδότηση συνδυάστηκε επιτυχώς στην περίπτωση του Ισραήλ. Η Ελλάδα, σήμερα, παρουσιάζει περισσότερα πλεονεκτήματα από αυτά του Ισραήλ. Θα μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε τα νέα δεδομένα που προκύπτουν από το ταξίδι Putin, για να μεταφέρουμε και το μήνυμα σε μέρος της ευρωπαϊκής πολιτικής ελίτ που μας θέλει με το ένα πόδι εκτός Ένωσης, ότι η «πίτα» είναι πολύ μεγάλη και αρκετή για όλους; * Ο κ. Βασίλης Κοψαχείλης είναι διεθνολόγος, σύμβουλος εκτίμησης γεωπολιτικών κινδύνων.
Πηγή: http://wp.me/p3kVLZ-y9e