«Μεγάλες αλλαγές
στο εργασιακό και μισθολογικό καθεστώς του ιδιωτικού τομέα φιλοδοξεί να
φέρει το νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας για την επαναφορά των
συλλογικών συμβάσεων και του κατώτατου μισθού, το οποίο δίνεται σήμερα
για δημόσια διαβούλευση. Με το νομοσχέδιο καταργείται όλο το πλέγμα των
νόμων, ρυθμίσεων και αποφάσεων που απορρέουν από τα δύο Μνημόνια.» («Τα
Νέα», 20.4.2015) Το νομοσχέδιο αυτό, εφόσον ψηφισθεί, καταργεί μια σειρά
εφαρμοστικών νόμων που όχι μόνον το Μνημόνιο επέβαλε προκειμένου να
διασφαλισθεί η εξυπηρέτηση της Δανειακής Σύμβασης, αλλά και πλείστοι
όσοι εκ των εγχώριων Δυνατών αφ’ εαυτών ήθελαν, ώστε να δημιουργηθεί μια εργασιακή ζούγκλα, μέσα στην οποίαν θα μπορούσαν να κινούνται οι ίδιοι ωσάν θηρία ευρισκόμενα στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας.
Η κατάργηση αυτού του πλέγματος των θηριωδών εφαρμοστικών νόμων είναι εκ των ων ουκ άνευ της νέας φιλολαϊκής διακυβέρνησης. Ταυτοχρόνως όμως είναι και αντικείμενο των διαπραγματεύσεων με τους (τροϊκανικούς) «θεσμούς».
Το ίδιο και με το ασφαλιστικό, το ίδιο με τον «νόμο Σταθάκη» (που αναμένεται στη Βουλή χωρίς να φθάνει) για τα κόκκινα δάνεια. Και οι τρεις αυτοί τομείς συνιστούν όχι μόνον «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης, αλλά τα τρία μέτωπα πάνω στα οποία μπορεί να θεμελιωθεί η αλλαγή πλεύσης της χώρας από το «κισμέτ» που έχει σχεδιασθεί για αυτήν, μιας ειδικής οικονομικής ζώνης.
Και ακριβώς αυτά τα τρία μέτωπα είναι που υφίστανται τη μεγαλύτερη πίεση από πλευράς δανειστών. Είναι αυτά επί των οποίων θέλουν να επιτύχουν τη συντριβή της ελληνικής κυβέρνησης για να ξεμπερδεύουν μια κι έξω με κάθε αριστερή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Κι έτσι τα τρία κύρια μέτωπα διακυβέρνησης είναι ταυτοχρόνως και τα τρία κύρια μέτωπα διαπραγμάτευσης.
Οι πιέσεις εναντίον της συμμαχικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που μας έρχονται από τους δανειστές και διατυπώνονται μέσω του ευρωπαϊκού και αμερικανικού Τύπου είναι ανηλεείς, ασφυκτικές και τρομώδεις. Ομως με πολλές εξαιρέσεις, ενδεικτικώς η χθεσινή «Λιμπερασιόν» που χαρακτηρίζει την Ελλάδα ένα «σύμβολο που αφορά όλους μας» (σ.σ.: τους Ευρωπαίους) όχι μόνον εις όσα αφορούν τη διαχρονική της αξία για την πολιτική και τον πολιτισμό, αλλά και
για όσα έχει εξαναγκασθεί να υποστεί από μια δογματική, νεκρωτική, ιδιοτελή, άπληστη και ηλίθια πολιτική λιτότητας,
ωσάν αυτές που συν τω χρόνω θα εξουθενώσουν ή και θα διαλύσουν χώρες όπως η Ιταλία ή η ίδια η Γαλλία. Είναι πράγματι γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό όλο και πιο πολλές, διαφορετικές μεταξύ τους, εφημερίδες, πολιτικές δυνάμεις και οικονομικές δομές διαφοροποιούνται υπέρ της Ελλάδας και αποστασιοπιούνται απ’ τη «χορήγηση φαρμάκων που σκοτώνουν τους ασθενείς».
Αλλά, αν είναι έτσι στην αλλοδαπή, δεν είναι το ίδιο στην ημεδαπή. Εδώ το σύνολο σχεδόν του Τύπου με πεμπτοφαλαγγίτικο μένος έχει πέσει να φάει την κυβέρνηση! Ενας ολόκληρος Αρμαγεδδών κινδυνολογίας και καταστροφολογίας εξαπολύεται καθημερινώς εναντίον των πολιτών, λες και πρέπει να καταρρεύσει η Ελλάδα για να «δικαιωθούν» οι μηδίσαντες και οι γραικύλοι. «Σιγά μη φέρει τα 751 ευρώ πίσω» λέει ο ένας, «αν τα φέρει θα είναι καταστροφή» λέει ο άλλος και πάει λέγοντας, σχοινί κορδόνι, με τη θηλιά να σφίγγεται γύρω απ’ τον λαιμό μας και την ασφυξία να θολώνει τη σκέψη μας.
Είναι αλήθεια ότι η νέα κυβέρνηση έχει κάνει στραβοπατήματα και λάθη που ή θα τα διορθώσει στο εγγύς μέλλον ή θα τα πληρώσει στο απώτερο. Ομως το να πέσει εδώ και τώρα ή να αλλάξει η σύνθεσή της δεν έχει να κάνει με αυτά τα λάθη, αλλά με την προσδοκία της συντριβής της, ώστε και τα εργασιακά και τα ασφαλιστικά και όλα τα άλλα να επανέλθουν στις μνημονιακές συντεταγμένες των εφαρμοστικών νόμων.
Ποιοι τα επιδιώκουν όλα αυτά; η Διαπλοκή, η Υποτέλεια και οι πολιτικές τους δυνάμεις, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, το «φιλευρωπαϊκό μέτωπο» που προτείνει ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης και θέλει να σκαρώσει ο κ. Σαμαράς. Οι δυνάμεις του «συνταγματικού τόξου» κατά την ουρανομήκη μπουρδολογία του κ. Βενιζέλου (ποιου άλλου;), μπουρδολογία που υιοθετούν κι ορισμοί κοκορόμυαλοι της Αριστεράς.
Τι είναι όμως το «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο», ου μην και το «συνταγματικό τόξο»; Τις πιο ακροδεξιές νεοφιλελεύθερες πολιτικές εφάρμοσαν στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ., δηλαδή το εν λόγω «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο».
Αυτές οι πολιτικές δυνάμεις και οι κολαούζοι τους υπέταξαν το κράτος στους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, δημιούργησαν την ψευδή ευμάρεια που μας έφερε στην οικονομία της φρίκης, υπήγαγαν τη χώρα στα μνημόνια και την παρέδωσαν στην ξενική λεηλασία. Υπάρχει πιο ακροδεξιά πολιτική απ’ αυτή;
Προς τούτο, μετήλθαν την παραπλάνηση , τη δημαγωγία, τον αυταρχισμό, τον εκφασισμό του πολιτικού λόγου με τη θεωρία των δύο άκρων και την κινδυνολογία, τη φθορά και τη διαφθορά του πολιτεύματος, την κακοποίηση, ακόμα και την κατάλυση του Συντάγματος (απώλεια της Ασυλίας της χώρας, απορφανισμός του λαού απ’ τις πρόνοιες του Συντάγματος για την ευημερία του) και τις συνωμοσίες (κρυφές σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή) - αν όλα αυτά δεν είναι ακροδεξιά πολιτική, τι είναι;
Και ποιος άσκησε αυτήν την πολιτική; το «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο». Πώς; Με τη μετάλλαξη της Ν.Δ. σε ακροδεξιό κόμμα και την ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ στον νεοφιλελευθερισμό που επέβαλε και επιβάλλει σε όλη την Ευρώπη η Νέα Τάξη.
Και τι αποτελέσματα είχε αυτή η πολιτική; Ανεργία, απονέκρωση της αγοράς, αποψίλωση του παραγωγικού ιστού, κλείσιμο μαγαζιών και μαγαζιών, αυτοκτονίες, μετανάστευση, δημογραφική παρακμή, θλίψη, απελπισία και καταστροφή. Τι είναι λοιπόν η νεοφιλελεύθερη πολιτική αν δεν είναι ακροδεξιά;
Αυτά που κατάφερε ο «εκσυγχρονισμός» (αυτή η ύβρις της ώσμωσης του νεοφιλευθερισμού με τη σοσιαλδημοκρατία) στην Ελλάδα μόνον ένας πόλεμος θα μπορούσε να είχε καταφέρει.
Η χώρα πάσχει, και πάσχει βαριά. Μετά τριάντα χρόνια χαβαλέ της Διαπλοκής (και πενήντα χρόνια προηγούμενης δυσπραγίας) δύσκολα ανατάσσεται. Και το κράτος και η κοινωνία. Αφήνει κουσούρια ο εκμαυλισμός. Για αυτό και κάθε αναπαραγωγή της συνήθους παθολογίας απ’ αυτήν την κυβέρνηση είναι απαράδεκτη και μπορεί να αποβεί μοιραία.
Αυτήν τη στιγμή δύο μεγέθη χρησιμοποιούνται εναντίον της νέας κυβέρνησης. Το χρέος και η ρευστότητα. Το χρέος και η απομείωσή του (είτε κατά το γερμανικό προηγούμενο του 1953 είτε κατά άλλους τρόπους) είναι στην προοπτική διαπραγμάτευσης απ’ την κυβέρνηση, μετά την επίτευξη της συμφωνίας (τον Ιούνιο) που θα πρέπει να είναι η αρχή του τέλους των εφαρμοστικών νόμων και του μνημονίου μέσα από την αναπροσαρμογή της δανειακής σύμβασης.
Ο δρόμος αυτός απ’ τον Ιούνιο και μετά θα είναι δύσκολος και μακρύς, αλλά δεν θα έχει επιστροφή (σε μνημόνια). Επιστροφή ή μάλλον παραμονή σε μνημόνια και αέναη λιτότητα θα έχουμε, αν η κυβέρνηση δεν αφεθεί να φθάσει σε καταληκτική διαπραγμάτευση τον Ιούνιο ή αν η κατάληξη των διαπραγματεύσεων οδηγήσει σε μια απ’ τα ίδια.
Προς τούτο και για να συντριβεί ο λαός ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διχασθεί, να διασπασθεί και η συνιστώσα Σταύρος να οδηγήσει τα ράκη της Αριστεράς σε μια «οικουμενική κυβέρνηση» με το κόμμα Γεωργιάδη - Βορίδη, η οποία δεν θα είναι αίφνης ακροδεξιά, ούτε νεοφιλελεύθερη, αλλά θα είναι «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο».
Η οποία «οικουμενική» δεν θα έχει να κάνει με τον φασισμό του πεζοδρομίου και τις μπαγαμποντιές Μπαλτάκου, αλλά με τον φασισμό των σαλονιών και την πολιτικώς ορθή δικτατορία του Σόιμπλε. Που δεν θα έχει να κάνει με τον λαϊκισμό του... λαού, αλλά με την ευπρέπεια των μιζαδόρων και των λαμόγιων.
Οπως καταλαβαίνετε, στην κυρίαρχη γλώσσα, έτσι όπως έχουν παρενδύσει τις έννοιες τα φερέφωνα των Δυνατών, δεν πρόκειται να βγάλει άκρη ο λαός αν δεν μιλήσει ξανά τη γλώσσα του, πράγμα που θα συμβεί αν το μέρος εκείνο της Αριστεράς που παραμιλάει κι αυτό τη γλώσσα των Δυνατών δεν επιστρέψει
όχι «στα Γουναράδικα», αλλά στα βιβλιοπωλεία όπου πωλείται μυαλό, στις γειτονιές όπου παράγεται ήθος και στα σωματεία όπου παράγεται λαϊκή δύναμη...
Η κατάργηση αυτού του πλέγματος των θηριωδών εφαρμοστικών νόμων είναι εκ των ων ουκ άνευ της νέας φιλολαϊκής διακυβέρνησης. Ταυτοχρόνως όμως είναι και αντικείμενο των διαπραγματεύσεων με τους (τροϊκανικούς) «θεσμούς».
Το ίδιο και με το ασφαλιστικό, το ίδιο με τον «νόμο Σταθάκη» (που αναμένεται στη Βουλή χωρίς να φθάνει) για τα κόκκινα δάνεια. Και οι τρεις αυτοί τομείς συνιστούν όχι μόνον «κόκκινες γραμμές» της κυβέρνησης, αλλά τα τρία μέτωπα πάνω στα οποία μπορεί να θεμελιωθεί η αλλαγή πλεύσης της χώρας από το «κισμέτ» που έχει σχεδιασθεί για αυτήν, μιας ειδικής οικονομικής ζώνης.
Και ακριβώς αυτά τα τρία μέτωπα είναι που υφίστανται τη μεγαλύτερη πίεση από πλευράς δανειστών. Είναι αυτά επί των οποίων θέλουν να επιτύχουν τη συντριβή της ελληνικής κυβέρνησης για να ξεμπερδεύουν μια κι έξω με κάθε αριστερή εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη.
Κι έτσι τα τρία κύρια μέτωπα διακυβέρνησης είναι ταυτοχρόνως και τα τρία κύρια μέτωπα διαπραγμάτευσης.
Οι πιέσεις εναντίον της συμμαχικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που μας έρχονται από τους δανειστές και διατυπώνονται μέσω του ευρωπαϊκού και αμερικανικού Τύπου είναι ανηλεείς, ασφυκτικές και τρομώδεις. Ομως με πολλές εξαιρέσεις, ενδεικτικώς η χθεσινή «Λιμπερασιόν» που χαρακτηρίζει την Ελλάδα ένα «σύμβολο που αφορά όλους μας» (σ.σ.: τους Ευρωπαίους) όχι μόνον εις όσα αφορούν τη διαχρονική της αξία για την πολιτική και τον πολιτισμό, αλλά και
για όσα έχει εξαναγκασθεί να υποστεί από μια δογματική, νεκρωτική, ιδιοτελή, άπληστη και ηλίθια πολιτική λιτότητας,
ωσάν αυτές που συν τω χρόνω θα εξουθενώσουν ή και θα διαλύσουν χώρες όπως η Ιταλία ή η ίδια η Γαλλία. Είναι πράγματι γεγονός ότι τον τελευταίο καιρό όλο και πιο πολλές, διαφορετικές μεταξύ τους, εφημερίδες, πολιτικές δυνάμεις και οικονομικές δομές διαφοροποιούνται υπέρ της Ελλάδας και αποστασιοπιούνται απ’ τη «χορήγηση φαρμάκων που σκοτώνουν τους ασθενείς».
Αλλά, αν είναι έτσι στην αλλοδαπή, δεν είναι το ίδιο στην ημεδαπή. Εδώ το σύνολο σχεδόν του Τύπου με πεμπτοφαλαγγίτικο μένος έχει πέσει να φάει την κυβέρνηση! Ενας ολόκληρος Αρμαγεδδών κινδυνολογίας και καταστροφολογίας εξαπολύεται καθημερινώς εναντίον των πολιτών, λες και πρέπει να καταρρεύσει η Ελλάδα για να «δικαιωθούν» οι μηδίσαντες και οι γραικύλοι. «Σιγά μη φέρει τα 751 ευρώ πίσω» λέει ο ένας, «αν τα φέρει θα είναι καταστροφή» λέει ο άλλος και πάει λέγοντας, σχοινί κορδόνι, με τη θηλιά να σφίγγεται γύρω απ’ τον λαιμό μας και την ασφυξία να θολώνει τη σκέψη μας.
Είναι αλήθεια ότι η νέα κυβέρνηση έχει κάνει στραβοπατήματα και λάθη που ή θα τα διορθώσει στο εγγύς μέλλον ή θα τα πληρώσει στο απώτερο. Ομως το να πέσει εδώ και τώρα ή να αλλάξει η σύνθεσή της δεν έχει να κάνει με αυτά τα λάθη, αλλά με την προσδοκία της συντριβής της, ώστε και τα εργασιακά και τα ασφαλιστικά και όλα τα άλλα να επανέλθουν στις μνημονιακές συντεταγμένες των εφαρμοστικών νόμων.
Ποιοι τα επιδιώκουν όλα αυτά; η Διαπλοκή, η Υποτέλεια και οι πολιτικές τους δυνάμεις, Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι, το «φιλευρωπαϊκό μέτωπο» που προτείνει ο κ. Σταύρος Θεοδωράκης και θέλει να σκαρώσει ο κ. Σαμαράς. Οι δυνάμεις του «συνταγματικού τόξου» κατά την ουρανομήκη μπουρδολογία του κ. Βενιζέλου (ποιου άλλου;), μπουρδολογία που υιοθετούν κι ορισμοί κοκορόμυαλοι της Αριστεράς.
Τι είναι όμως το «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο», ου μην και το «συνταγματικό τόξο»; Τις πιο ακροδεξιές νεοφιλελεύθερες πολιτικές εφάρμοσαν στην Ελλάδα το ΠΑΣΟΚ και η Ν.Δ., δηλαδή το εν λόγω «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο».
Αυτές οι πολιτικές δυνάμεις και οι κολαούζοι τους υπέταξαν το κράτος στους κρατικοδίαιτους επιχειρηματίες, δημιούργησαν την ψευδή ευμάρεια που μας έφερε στην οικονομία της φρίκης, υπήγαγαν τη χώρα στα μνημόνια και την παρέδωσαν στην ξενική λεηλασία. Υπάρχει πιο ακροδεξιά πολιτική απ’ αυτή;
Προς τούτο, μετήλθαν την παραπλάνηση , τη δημαγωγία, τον αυταρχισμό, τον εκφασισμό του πολιτικού λόγου με τη θεωρία των δύο άκρων και την κινδυνολογία, τη φθορά και τη διαφθορά του πολιτεύματος, την κακοποίηση, ακόμα και την κατάλυση του Συντάγματος (απώλεια της Ασυλίας της χώρας, απορφανισμός του λαού απ’ τις πρόνοιες του Συντάγματος για την ευημερία του) και τις συνωμοσίες (κρυφές σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή) - αν όλα αυτά δεν είναι ακροδεξιά πολιτική, τι είναι;
Και ποιος άσκησε αυτήν την πολιτική; το «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο». Πώς; Με τη μετάλλαξη της Ν.Δ. σε ακροδεξιό κόμμα και την ενσωμάτωση του ΠΑΣΟΚ στον νεοφιλελευθερισμό που επέβαλε και επιβάλλει σε όλη την Ευρώπη η Νέα Τάξη.
Και τι αποτελέσματα είχε αυτή η πολιτική; Ανεργία, απονέκρωση της αγοράς, αποψίλωση του παραγωγικού ιστού, κλείσιμο μαγαζιών και μαγαζιών, αυτοκτονίες, μετανάστευση, δημογραφική παρακμή, θλίψη, απελπισία και καταστροφή. Τι είναι λοιπόν η νεοφιλελεύθερη πολιτική αν δεν είναι ακροδεξιά;
Αυτά που κατάφερε ο «εκσυγχρονισμός» (αυτή η ύβρις της ώσμωσης του νεοφιλευθερισμού με τη σοσιαλδημοκρατία) στην Ελλάδα μόνον ένας πόλεμος θα μπορούσε να είχε καταφέρει.
Η χώρα πάσχει, και πάσχει βαριά. Μετά τριάντα χρόνια χαβαλέ της Διαπλοκής (και πενήντα χρόνια προηγούμενης δυσπραγίας) δύσκολα ανατάσσεται. Και το κράτος και η κοινωνία. Αφήνει κουσούρια ο εκμαυλισμός. Για αυτό και κάθε αναπαραγωγή της συνήθους παθολογίας απ’ αυτήν την κυβέρνηση είναι απαράδεκτη και μπορεί να αποβεί μοιραία.
Αυτήν τη στιγμή δύο μεγέθη χρησιμοποιούνται εναντίον της νέας κυβέρνησης. Το χρέος και η ρευστότητα. Το χρέος και η απομείωσή του (είτε κατά το γερμανικό προηγούμενο του 1953 είτε κατά άλλους τρόπους) είναι στην προοπτική διαπραγμάτευσης απ’ την κυβέρνηση, μετά την επίτευξη της συμφωνίας (τον Ιούνιο) που θα πρέπει να είναι η αρχή του τέλους των εφαρμοστικών νόμων και του μνημονίου μέσα από την αναπροσαρμογή της δανειακής σύμβασης.
Ο δρόμος αυτός απ’ τον Ιούνιο και μετά θα είναι δύσκολος και μακρύς, αλλά δεν θα έχει επιστροφή (σε μνημόνια). Επιστροφή ή μάλλον παραμονή σε μνημόνια και αέναη λιτότητα θα έχουμε, αν η κυβέρνηση δεν αφεθεί να φθάσει σε καταληκτική διαπραγμάτευση τον Ιούνιο ή αν η κατάληξη των διαπραγματεύσεων οδηγήσει σε μια απ’ τα ίδια.
Προς τούτο και για να συντριβεί ο λαός ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να διχασθεί, να διασπασθεί και η συνιστώσα Σταύρος να οδηγήσει τα ράκη της Αριστεράς σε μια «οικουμενική κυβέρνηση» με το κόμμα Γεωργιάδη - Βορίδη, η οποία δεν θα είναι αίφνης ακροδεξιά, ούτε νεοφιλελεύθερη, αλλά θα είναι «φιλοευρωπαϊκό μέτωπο».
Η οποία «οικουμενική» δεν θα έχει να κάνει με τον φασισμό του πεζοδρομίου και τις μπαγαμποντιές Μπαλτάκου, αλλά με τον φασισμό των σαλονιών και την πολιτικώς ορθή δικτατορία του Σόιμπλε. Που δεν θα έχει να κάνει με τον λαϊκισμό του... λαού, αλλά με την ευπρέπεια των μιζαδόρων και των λαμόγιων.
Οπως καταλαβαίνετε, στην κυρίαρχη γλώσσα, έτσι όπως έχουν παρενδύσει τις έννοιες τα φερέφωνα των Δυνατών, δεν πρόκειται να βγάλει άκρη ο λαός αν δεν μιλήσει ξανά τη γλώσσα του, πράγμα που θα συμβεί αν το μέρος εκείνο της Αριστεράς που παραμιλάει κι αυτό τη γλώσσα των Δυνατών δεν επιστρέψει
όχι «στα Γουναράδικα», αλλά στα βιβλιοπωλεία όπου πωλείται μυαλό, στις γειτονιές όπου παράγεται ήθος και στα σωματεία όπου παράγεται λαϊκή δύναμη...