Το Ισλαμικό Κράτος και οι γείτονές του
Έχουν περάσει τρία χρόνια αφότου ξέσπασε ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Στο διάστημα αυτό έχουν γραφτεί σχεδόν τα πάντα για την πιθανή εξέλιξη των πραγμάτων στην κρίση αυτή, η οποία ωστόσο εξακολουθεί δίχως ουσιαστικές μεταβολές στο μέτωπο της ένοπλης αντιπαράθεσης και κυρίως στο πεδίο της προσέγγισης των εμπλεκομένων στο πλαίσιο της αναζήτησης πολιτικής λύσης για την αποκλιμάκωση της κρίσης.

Το δεδομένο της γιγάντωσης της δύναμης του Ισλαμικού Κράτους στη Συρία και της αύξησης του ποσοστού των εδαφών που έχουν υπαχθεί στον έλεγχό του δημιουργεί έναν επιπλέον αποσταθεροποιητικό παράγοντα και επιβαρύνει αρνητικά τις όποιες σκέψεις και σενάρια για δημιουργία προϋποθέσεων έστω και μακροπρόθεσμης προσπάθειας επιβολής μέτρων και ενεργειών από τη διεθνή κοινότητα, που θα ήταν ικανά να επηρεάσουν τις ισορροπίες και να εξαναγκάσουν τους αντιμαχόμενους στην έναρξη διαλόγου.

Η επαναπροσέγγιση και ο διάλογος μεταξύ Τεχεράνης και Ουάσιγκτον και η συνεργασία των δύο αυτών πλευρών στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της ακραίας ισλαμικής απειλής στο Ιράκ αποτελεί έναν επιπλέον παράγοντα που περιορίζει σημαντικά τις επιλογές των Αμερικανών για ουσιαστική εμπλοκή στα της Συρίας, ενώ, τέλος, η αδυναμία να αναδειχθεί από τις τάξεις της αντιπολίτευσης μια ικανή προσωπικότητα που θα μπορούσε να συσπειρώσει την πλειοψηφία των Σύρων πολιτών εξακολουθεί να αποτελεί το κυρίαρχο πρόβλημα στο εμφυλιακό πεδίο.

Αν, τώρα, σε όλα αυτά προσθέσει κάποιος και την ψυχροπολεμικού χαρακτήρα αντιπαράθεση ΗΠΑ - Ρωσίας με φόντο τον χάρτη της Ουκρανίας, εύκολα καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως ο πόλεμος στη Συρία έχει περάσει στο περιθώριο του ενδιαφέροντος όσων θα είχαν λόγους να κατευθύνουν τις εξελίξεις προς κάποια κατεύθυνση, με αποτέλεσμα η μακροημέρευση των μαχών να συγκεντρώνει τις πιθανότητες με το μέρος της.

Βεβαίως, ιδιαίτερο ρόλο στη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης στη Συρία διαδραματίζουν και οι χώρες που συνορεύουν με αυτήν και που με τη στάση τους επηρεάζουν τις ισορροπίες και τη δυναμική των αντιμαχόμενων πλευρών. Με δεδομένο πως το Ιράκ έχει περιορισμένες δυνατότητες ελέγχου των συνόρων του με τη Συρία, το βάρος της επιρροής πέφτει στο Ισραήλ, τον Λίβανο και την Τουρκία.

Ο ρόλος του Ισραήλ

Από πλευράς Τελ Αβίβ η προσπάθεια ελέγχου των εξελίξεων περιορίζεται στα υψίπεδα του Γκολάν. Υποστηρίζοντας, σε επίπεδο πληροφοριών, τις δυνάμεις της αντιπολίτευσης, το Ισραήλ επιχειρεί να αποτρέψει το ενδεχόμενο ανάπτυξης των δυνάμεων της Χεζμπολάχ ή εκείνων που κατευθύνουν οι Φρουροί της Ιρανικής Επανάστασης που έχουν αναπτυχθεί στην περιοχή. Επίσης, όταν οι δυνάμεις του καθεστώτος Άσαντ ανακτούν εδάφη, υπάρχει μια διακριτική αποδοχή της προέλασής τους αφού η ισραηλινή κυβέρνηση δεν θεωρεί τον Άσαντ απειλή, ωστόσο εκτιμούν πως δεν αποτελεί και λύση του προβλήματος.

Η τουρκική μεθόριος

Σε πολύ πιο σκληρή γραμμή η Άγκυρα, δεν έχει κρύψει ότι, για να συνεργαστεί με όποιες ξένες δυνάμεις επιθυμούν να επηρεάσουν τα τεκταινόμενα στη Συρία, θα πρέπει να συμφωνήσουν σε άμεση ανατροπή του Σύρου προέδρου. Αυτό, βεβαίως, θα μπορούσε να αποτελεί και έναν εύσχημο τρόπο για να διατηρηθεί η ισορροπία δυνάμεων στα μέτωπα της Συρίας ως έχει, κάτι που εξυπηρετεί συγκεκριμένους σκοπούς.Όπως είναι γνωστό, η ανοχή που έχει επιδείξει η Τουρκία στη δράση του Ισλαμικού Κράτους, η εμπλοκή (σύμφωνα με δυτικές μυστικές υπηρεσίες) Τούρκων αξιωματούχων στο λαθρεμπόριο πετρελαίου και η διακριτική στάση τους απέναντι στο φαινόμενο της προώθησης, μέσω των εδαφών της, μαχητών που επιθυμούν να ενταχθούν στις τάξεις των τζιχαντιστών έχουν βοηθήσει σημαντικά στη διεύρυνση του πεδίου δράσης του Ισλαμικού Κράτους.

Η εισβολή τουρκικών δυνάμεων στη Συρία

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει τη διαμορφωμένη σχέση που υφίσταται μεταξύ Άγκυρας και της οργάνωσης του Αλ Μπαγκντάντι είναι η στρατιωτική επιχείρηση εντός του συριακού εδάφους από τουρκικές δυνάμεις στις 21 Φεβρουαρίου. Σύμφωνα με τα όσα γνωστοποίησε η Άγκυρα, άρματα μάχης που συνόδευαν άλλες τεθωρακισμένες δυνάμεις και υποστηρίζονταν από μη επανδρωμένα κατασκοπευτικά αεροσκάφη εισέβαλαν περίπου τριάντα χιλιόμετρα εντός της Συρίας για να απομακρύνουν το μνημείο και τους ένοπλους φύλακες από τον Τάφο του Σουλεϊμάν, σε περιοχή η οποία πολιορκείται από τους τζιχαντιστές εδώ και μήνες.Λίγους μήνες πριν, η Άγκυρα είχε εκφράσει επιφυλάξεις και είχε αρνηθεί την εμπλοκή των δυνάμεών της για την αποφυγή της ανθρωπιστικής κρίσης στο Κομπάνι, επικαλούμενη μάλιστα την ανυπαρξία σχετικού ψηφίσματος από το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών. Για τη συγκεκριμένη επιχείρηση, τέτοιου είδους προβληματισμοί δεν υπήρξαν...

Η εισβολή έγινε από την περιοχή του Κομπάνι και είχε την υποστήριξη των Κούρδων μαχητών. Το αξιοσημείωτο, όμως, είναι το γεγονός ότι σε δύο περιπτώσεις (σύμφωνα με έκθεση δυτικής μυστικής υπηρεσίας) παρατηρήθηκε υποχώρηση των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους ώστε να επιτραπεί ανεμπόδιστα η επιχείρηση των τουρκικών δυνάμεων. Η επιχείρηση ολοκληρώθηκε επιτυχώς, και κυρίως αναίμακτα. Ουδείς άλλος έχει καταφέρει μέχρι σήμερα κάτι τέτοιο σε περιοχή δράσης των τζιχαντιστών.Σε αντάλλαγμα η Άγκυρα φέρεται να δεσμεύθηκε στους Κούρδους μαχητές πως θα επιτρέπει την ενίσχυση των δυνάμεών τους στο βόρειο τμήμα της Συρίας σε έμψυχο υλικό, απέρριψε όμως αίτημά τους για μεταφορά όπλων από τα σύνορα της Τουρκίας. Αναφορικά με το αντίτιμο για τη συνεργασία των τζιχαντιστών που δεν προέβαλαν εμπόδιο κατά τη διάρκεια της ολιγόωρης τουρκικής επιχείρησης δεν υπάρχουν πληροφορίες, παρά μόνον εικασίες...

Οι προσπάθειες για αποσταθεροποίηση του Λιβάνου

Σε αντίθεση με την Τουρκία, ο Λίβανος βιώνει στο πετσί του τη δράση και τις επεκτατικές διαθέσεις του Ισλαμικού Κράτους. Πιο συγκεκριμένα, λόγω αδιευκρίνιστου αριθμού απωλειών στις τάξεις του στρατού του χώρας, δόθηκε εντολή για ανάληψη στρατιωτικής δράσης κατά των τζιχαντιστών στο βορειοανατολικό τμήμα του Λιβάνου την προηγούμενη Τρίτη.Στην επιχείρηση που πραγματοποιήθηκε στο χωριό Ρας του Μπάαλμπεκ τουλάχιστον σαράντα τζιχαντιστές έχασαν τη ζωή τους και οι υπόλοιποι υποχρεώθηκαν να περάσουν στο έδαφος της Συρίας. Το ζητούμενο για το Ισλαμικό Κράτος στον Λίβανο είναι η εξέγερση του σουνιτικού πληθυσμού κατά των σιιτών και των χριστιανών. Οι μέχρι τώρα προσπάθειες έχουν αποτύχει, ο αριθμός τους είναι ιδιαίτερα περιορισμένος και η δράση τους περιορίζεται στην περιοχή που προαναφέρθηκε, καθώς και στην πόλη Καλαμούν στην ίδια γεωγραφική τοποθεσία.

Επανεμφάνιση του στρατού στο Ιράκ

Αν και οι επιχειρήσεις των δυνάμεων ασφαλείας του Ιράκ κατά των ισλαμιστών παρουσιάζουν αυξητική τάση, απέχουν αρκετά από αυτό που θα ονόμαζε κάποιος ολοκληρωτικό πόλεμο. Αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι ο ιρακινός στρατός, μετά την κατάρρευση των δομών του τον περασμένο Ιούνιο, εξακολουθεί να βρίσκεται σε καθεστώς επανασύστασης.Αν και μεγάλος αριθμός δυνάμεων έχουν προωθηθεί κοντά στην πόλη Αλ Μπαγκντάντι, που βρίσκεται περίπου 70 χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα, εξακολουθούν να υστερούν σε μια ολοκληρωτική αντιπαράθεση με τις δυνάμεις του Ισλαμικού Κράτους. Σημαντικός αριθμός στρατιωτών έχει αναπτυχθεί πλέον και στην περιφέρεια της Μοσούλης.Ο έλεγχος της πόλης θεωρείται στρατηγικής σημασίας, όμως, ακόμη κι αν οι τζιχαντιστές την απολέσουν, αυτό δεν σημαίνει ούτε στο ελάχιστο πως αποδυναμώνεται η παρουσία τους και ο έλεγχος του βορείου Ιράκ. Έχουν αποδείξει πως μπορούν να μετακινούνται ταχύτατα καταλαμβάνοντας περιοχές οι οποίες τους επιτρέπουν να διατηρούν τον έλεγχο κομβικών σημείων, σημαντικών για τον ανεφοδιασμό σε πολεμοφόδια και για τη διατήρηση του λαθρεμπορίου.
Με άλλα λόγια, δεν θα ήταν υπερβολικό το συμπέρασμα ότι, όπως και στο μέτωπο της Συρίας, έτσι και σε αυτό του Ιράκ ελάχιστα έχουν αλλάξει σε επίπεδο δεδομένων. Ίσως η μόνη ουσιαστική κι εντυπωσιακή αλλαγή να είναι η ανεπίσημη συνεργασία Ουάσιγκτον - Τεχεράνης στην αντιμετώπιση των τζιχαντιστών, η οποία μπορεί να καταρρεύσει ανά πάσα ώρα και στιγμή αν αναλογιστεί κανείς πως στην Υεμένη, που επίσης βυθίζεται στο χάος, οι πολιτικές των δύο αυτών χωρών είναι αντικρουόμενες.