Βερολίνο, Χειλάς Νίκος
…Όχι όμως ακόμα για να τον συγχαρεί
Συνήθως είναι η πρώτη που
σπεύδει να συγχαρεί έναν νεοεκλεγμένο πρωθυπουργό στην Ευρώπη. Τη
Δευτέρα όμως, η Άνγκελα Μέρκελ ήταν ίσως η τελευταία ευρωπαία πολιτικός,
που δεν είχε αποστείλει τα συγχαρητήρια στον Αλέξη Τσίπρα για την
εκλογή του. Άγνωστο ήταν, και το πότε σχεδιάζει να το κάνει. «Δεν έχουμε
τίποτα το καινούριο» ήταν η λακωνική δήλωση εκπροσώπου της καγκελαρίας
το βράδυ της Δευτέρας.
Το ότι κάποτε θα τον συγχαρεί, αυτό είναι βέβαια σίγουρο. Αυτό θα
γίνει, σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Στέφεν Σάιμπερτ, αφότου
ορκιστεί ο κ.Τσίπρας ως πρωθυπουργός. Τότε «η καγκελάριος θα του στείλει
συγχαρητήρια» είπε - χωρίς να διευκρινίσει ωστόσο την ταχύτητα της
αποστολής τους. «Ας ελπίσουμε ότι δεν θα τα στείλει με τον διπλωματικό
σάκο, ή με την ιππάμαξα» σχολίαζε παριστάμενος δημοσιογράφος.
Οι λόγοι για την καθυστέρηση δεν είναι γνωστοί. Ο κ.Σάιμπερτ τη δικαιολόγησε έμμεσα με τα λόγια: «Περιμένουμε τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, καθώς και τις πρώτες σαφείς τοποθετήσεις της αναφορικά με την περαιτέρω μεταρρυθμιστική πορεία και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της».
Διπλωμάτες στο Βερολίνο υποθέτουν ωστόσο, ότι η καθυστέρηση οφείλεται καταρχάς στο «ξάφνιασμα» των συμβούλων της καγκελαρίας από τη μεγάλη επιτυχία του κ.Τσίπρα, και ακόμη περισσότερο στο σοκ που υπέστησαν αμέσως μετά: Από την εξαγγελία μιας κυβέρνησης συνασπισμού της ανανεωτικής Αριστεράς με τη Λαϊκιστική Δεξιά, με την τελευταία μάλιστα να ρέπει, ιδίως σε ότι αφορά τους πρόσφυγες, προς την Ακροδεξιά. «Τέτοιο συνεργασία των Άκρων είναι καινοφανής στη μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης και γι αυτό χρήζει προσεκτικής εξέτασης» λέει ένας από αυτούς.
Και χωρίς συγχαρητήρια ωστόσο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέπεμψε ένα «φιλικό» μήνυμα προς τους νέους κυβερνήτες της Αθήνας. «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσφέρει τη συνεργασία της στη μελλοντική κυβέρνηση (της Ελλάδας)» είπε. Ταυτόχρονα ωστόσο πρόσθεσε, ότι αυτό πρέπει να γίνει στο ήδη «δοκιμασμένο» πλαίσιο που περιλαμβάνει «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έναντι ελληνικών μεταρρυθμιστικών προσπαθειών».
Ο ίδιος τόνισε, ότι η στάση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας δεν άλλαξε μετεκλογικά. «Από την αρχή της κρίσης, η πρόθεση και ο στόχος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν να σταθεροποιήσει την ευρωζώνη με όλα της μέλη, στα οποία ανήκει φυσικά και η Ελλάδα» είπε. «Αυτό παραμένει ο στόχος της δουλειάς μας».
Ο κ.Σάιμπερτ απέφυγε να απαντήσει άμεσα στο ερώτημα, αν το Βερολίνο αναγνωρίζει στη νέα ελληνική κυβέρνηση το δικαίωμα, να ζητήσει την αναθεώρηση του μνημονίου. «Σύντομα θα υπάρξουν επαφές μεταξύ της νέας ελληνικής κυβέρνησης και των ευρωπαίων εταίρων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», είπε. Εκεί, η νέα κυβέρνηση θα δείξει σαφώς, το πώς φαντάζεται «την περαιτέρω πορεία της χώρας της. Εμείς, και οι άλλοι ευρωπαίοι θα επιχειρηματολογήσουμε (επίσης) υπέρ της γνωστής θέσης μας. Αυτό είναι μια κανονική διαδικασία».
Ο ίδιος τόνισε επίσης, ότι η διμερής συνεργασία, που έχει εντατικοποιηθεί σε πολλά πεδία τα χρόνια της κρίσης, θα συνεχιστεί και με τη νέα κυβέρνηση. Σαν επιτυχημένο παράδειγμα ανέφερε την ελληνογερμανική συνεργασία στον τομέα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτό πρέπει να αλλάξει» είπε. Το Βερολίνο πάντως δεν επιδιώκει κάτι τέτοιο.
Οι λόγοι για την καθυστέρηση δεν είναι γνωστοί. Ο κ.Σάιμπερτ τη δικαιολόγησε έμμεσα με τα λόγια: «Περιμένουμε τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης, καθώς και τις πρώτες σαφείς τοποθετήσεις της αναφορικά με την περαιτέρω μεταρρυθμιστική πορεία και την εκπλήρωση των υποχρεώσεων της».
Διπλωμάτες στο Βερολίνο υποθέτουν ωστόσο, ότι η καθυστέρηση οφείλεται καταρχάς στο «ξάφνιασμα» των συμβούλων της καγκελαρίας από τη μεγάλη επιτυχία του κ.Τσίπρα, και ακόμη περισσότερο στο σοκ που υπέστησαν αμέσως μετά: Από την εξαγγελία μιας κυβέρνησης συνασπισμού της ανανεωτικής Αριστεράς με τη Λαϊκιστική Δεξιά, με την τελευταία μάλιστα να ρέπει, ιδίως σε ότι αφορά τους πρόσφυγες, προς την Ακροδεξιά. «Τέτοιο συνεργασία των Άκρων είναι καινοφανής στη μεταπολεμική ιστορία της Ευρώπης και γι αυτό χρήζει προσεκτικής εξέτασης» λέει ένας από αυτούς.
Και χωρίς συγχαρητήρια ωστόσο, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος εξέπεμψε ένα «φιλικό» μήνυμα προς τους νέους κυβερνήτες της Αθήνας. «Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση προσφέρει τη συνεργασία της στη μελλοντική κυβέρνηση (της Ελλάδας)» είπε. Ταυτόχρονα ωστόσο πρόσθεσε, ότι αυτό πρέπει να γίνει στο ήδη «δοκιμασμένο» πλαίσιο που περιλαμβάνει «ευρωπαϊκή αλληλεγγύη έναντι ελληνικών μεταρρυθμιστικών προσπαθειών».
Ο ίδιος τόνισε, ότι η στάση της Γερμανίας έναντι της Ελλάδας δεν άλλαξε μετεκλογικά. «Από την αρχή της κρίσης, η πρόθεση και ο στόχος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης ήταν να σταθεροποιήσει την ευρωζώνη με όλα της μέλη, στα οποία ανήκει φυσικά και η Ελλάδα» είπε. «Αυτό παραμένει ο στόχος της δουλειάς μας».
Ο κ.Σάιμπερτ απέφυγε να απαντήσει άμεσα στο ερώτημα, αν το Βερολίνο αναγνωρίζει στη νέα ελληνική κυβέρνηση το δικαίωμα, να ζητήσει την αναθεώρηση του μνημονίου. «Σύντομα θα υπάρξουν επαφές μεταξύ της νέας ελληνικής κυβέρνησης και των ευρωπαίων εταίρων στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο», είπε. Εκεί, η νέα κυβέρνηση θα δείξει σαφώς, το πώς φαντάζεται «την περαιτέρω πορεία της χώρας της. Εμείς, και οι άλλοι ευρωπαίοι θα επιχειρηματολογήσουμε (επίσης) υπέρ της γνωστής θέσης μας. Αυτό είναι μια κανονική διαδικασία».
Ο ίδιος τόνισε επίσης, ότι η διμερής συνεργασία, που έχει εντατικοποιηθεί σε πολλά πεδία τα χρόνια της κρίσης, θα συνεχιστεί και με τη νέα κυβέρνηση. Σαν επιτυχημένο παράδειγμα ανέφερε την ελληνογερμανική συνεργασία στον τομέα της τοπικής και περιφερειακής αυτοδιοίκησης. «Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτό πρέπει να αλλάξει» είπε. Το Βερολίνο πάντως δεν επιδιώκει κάτι τέτοιο.