Σαφίν Ντεζαΐ: Στο δημοψήφισμα στις αμφισβητούμενες περιοχές
το ερώτημα θα είναι αν οι πολίτες θέλουν να ενταχθούν στο Κουρδιστάν ή
να παραμείνουν στο Ιράκ. Στο δεύτερο δημοψήφισμα, το ερώτημα θα είναι αν
επιθυμούν την ανεξαρτητοποίηση του Κουρδιστάν ή την παραμονή του σε μια
ιρακινή συνομοσπονδία.
«Η ανεξαρτησία του Κουρδιστάν δεν είναι
μια “χάρη” στην οποία προσβλέπουμε. Δεν δεχόμαστε ότι υπάρχουν έθνη που
δικαιούνται να απολαύσουν την “πολυτέλεια” της ανεξαρτησίας και άλλα
που δεν το δικαιούνται. Η αυτοδιάθεση είναι δικαίωμά μας και αυτό
βρίσκει σύμφωνο κάθε Κούρδο – άλλο ζήτημα το πότε και πώς θα την
πετύχουμε. Φυσικά, προτιμάμε ένα “βελούδινο διαζύγιο”, μια συναινετική
διαδικασία με τη Βαγδάτη, αλλά δεν θέτουμε το δικαίωμά μας υπό
διαπραγμάτευση».
Με αυτά τα λόγια συνοψίζει τη στάση των Κούρδων του βορείου Ιράκ ο εκπρόσωπος Τύπου της τοπικής κυβέρνησης, Σαφίν Ντεζαΐ, τον οποίο συναντήσαμε στο Αρμπίλ, στις αρχές της εβδομάδας, στη διάρκεια της δημοσιογραφικής μας αποστολής στην περιοχή. «Η διαδικασία που θα ακολουθήσουμε προβλέπεται από το ιρακινό σύνταγμα», προσθέτει. «Θα προχωρήσουμε σε δύο στάδια. Πρώτα, θα οργανώσουμε δημοψήφισμα στις αμφισβητούμενες περιοχές (στις οποίες ανήκει και ο μεγάλος πετρελαϊκός κόμβος του Κιρκούκ, τον οποίο κατέλαβαν οι Κούρδοι για να μην πέσει στα χέρια του διαβόητου ISIS) με το ερώτημα αν θέλουν να ενταχθούν στο Κουρδιστάν ή να παραμείνουν στο Ιράκ.
Στη συνέχεια, θα προχωρήσουμε σε δεύτερο δημοψήφισμα, πάντα με διεθνή επιτήρηση για να εξασφαλισθεί η διαφάνεια, όπου οι πολίτες θα αποφασίσουν ελεύθερα εάν επιθυμούν την ανεξαρτητοποίηση του Κουρδιστάν ή την παραμονή του σε μια ιρακινή συνομοσπονδία. Ολα αυτά, βέβαια, αφού τερματισθούν οι εχθροπραξίες με τους τρομοκράτες του ISIS και αποκατασταθεί η ασφάλεια».
Η σθεναρή αντίσταση των τζιχαντιστών, σε πείσμα των αμερικανικών βομβαρδισμών και οι αντεπιθέσεις που επιχειρούν σε περιοχές των Κούρδων έθεσαν σε αμφισβήτηση την ικανότητα της τοπικής κυβέρνησης να εγγυηθεί την ασφάλεια των πολιτών της και των ξένων επενδυτών. Ο κ. Ντεζαΐ σχολιάζει:
«Από την αρχή του 2014 διαπιστώσαμε ασυνήθιστες κινήσεις στη Μοσούλη και στην ευρύτερη επαρχία Νινευή, για τις οποίες ενημερώσαμε την κυβέρνηση του κ. Μαλικί, στη Βαγδάτη. Δυστυχώς, δεν μας πήραν στα σοβαρά. Οταν το ISIS επιτέθηκε στη Μοσούλη, οι τέσσερις μεραρχίες του ιρακινού στρατού εξαερώθηκαν. Οι κουρδικές ένοπλες δυνάμεις των Πεσμεργκά αναγκάστηκαν να καλύψουν το κενό, εξασφαλίζοντας την ασφάλεια των βορείων περιοχών σε μήκος 1.050 χιλιομέτρων, από τα όρη Σιντζάρ, προς τα σύνορα με τη Συρία, μέχρι το Χανάκι, προς τις περιοχές που συνορεύουν με το Ιράν. Το γεγονός αυτό είχε αναπόφευκτη συνέπεια να εξασθενήσουν οι γραμμές μας, δίνοντας τη δυνατότητα στους τρομοκράτες του ISIS να προωθηθούν σε ορισμένες περιπτώσεις. Ωστόσο, με τη βοήθεια και των αμερικανικών βομβαρδισμών, καταφέραμε να πάρουμε πίσω τις κουρδικές περιοχές που είχαν καταλάβει οι τρομοκράτες και τώρα πλέον βρισκόμαστε στην επίθεση».
Επισημάναμε στον συνομιλητή μας ότι οι τζιχαντιστές έγιναν δεκτοί ως ελευθερωτές από μεγάλο τμήμα των σουνιτών Αράβων που έπνεαν μένεα κατά του σιίτη πρώην πρωθυπουργού Νούρι Μαλικί και τον ρωτήσαμε αν, πέραν της στρατιωτικής εκστρατείας, χρειάζεται να δοθεί πολιτική λύση στο πρόβλημα. «Θίγετε μια εξαιρετικά σοβαρή πλευρά του θέματος», απαντάει. «Το 2012, στην επαρχία Ανμπάρ, οι σουνίτες εξεγέρθηκαν ειρηνικά κατά του Μαλικί, με διαδηλώσεις και καταλήψεις κεντρικών δρόμων, υπό την επίδραση και της Αραβικής Ανοιξης. Αντί να απαντήσει στις νόμιμες ανησυχίες τους, ο Μαλικί έστειλε τις δυνάμεις ασφαλείας να τους διαλύσουν, καθαίρεσε υπουργούς, συνέλαβε βουλευτές και εδραίωσε την αίσθηση των σουνιτών πως αποτελούν καταπιεσμένη μειονότητα.
Αυτή η αυταρχική αντιμετώπιση λίπανε το έδαφος για την ανάπτυξη ριζοσπαστικών τάσεων, με ακραία έκφραση το ISIS. Γι’ αυτό, όταν οι Αμερικανοί μάς ζήτησαν να συνεργαστούμε με τη Βαγδάτη για την ανακατάληψη της Μοσούλης, τους είπαμε ότι θα το κάνουμε μόνον αν δεν υπάρξει επιστροφή στην προηγούμενη, νοσηρή κατάσταση πραγμάτων, θέτοντας ως πρώτο ζήτημα τον σχηματισμό νέας, αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης.
Πιστεύω ότι το Ιράκ δεν έχει καμία ελπίδα να επιβιώσει εάν δεν εξελιχθεί στην κατεύθυνση μιας χαλαρής συνομοσπονδίας, που θα δώσει στους σουνίτες ανάλογη αυτονομία με εκείνη του Κουρδιστάν». Κάτι τέτοιο, κατά τον συνομιλητή μας, θα μπορούσε να βοηθήσει αρχηγούς σουνιτικών φυλών και πρώην Μπααθιστές να σπάσουν την τακτική συμμαχία τους με το ISIS και να στραφούν εναντίον του. «Το ISIS δεν θα υπήρχε περίπτωση να κυβερνά αστικά κέντρα, μεταξύ των οποίων και τη δεύτερη πόλη του Ιράκ, τη Μοσούλη, αν δεν είχε την υποστήριξη ενός ευρέος φάσματος φατριών των σουνιτών Αράβων, συμπεριλαμβανομένων παλιών στρατιωτικών και στελεχών του κόμματος Μπάαθ, που κυβερνούσε επί Σαντάμ Χουσεΐν. Κάθε μία από τις συνιστώσες αυτής της ετερόκλητης, τακτικής συμμαχίας έχει τους δικούς της σκοπούς και το μόνο που τους ενώνει είναι η αντίθεση στον Μαλικί και στη Βαγδάτη».
Ποιοι βοήθησαν το καρκίνωμα
Ο Μασούντ Μπαρζανί θεωρείται ένας από τους πιο σταθερούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον πρόεδρο του Ιρακινού Κουρδιστάν να υποδεχθεί με ανοιχτές αγκάλες, την περασμένη Τρίτη, στο Αρμπίλ, τον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν, Τζαβάντ Ζαρίφ. Στην κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ανδρών, ο Μπαρζανί εξέφρασε μάλιστα την ευγνωμοσύνη του για την υποστήριξη της Ισλαμικής Δημοκρατίας στον αιματηρό αγώνα των Κούρδων εναντίον του Ισλαμικού Κράτους (ISIS). «Ζητήσαμε βοήθεια από τους φίλους και συμμάχους μας και το Ιράν ήταν η πρώτη χώρα που μας τροφοδότησε με όπλα και πολεμοφόδια», δήλωσε ο πρόεδρος των Κούρδων.
«Οι Ιρανοί θεωρούν, όπως και εμείς, θανάσιμο εχθρό τους τρομοκράτες του ISIS», θα μας πει ο αναπληρωτής «υπουργός Εξωτερικών» του Κουρδιστάν, Τζαμάλ Ταχίρ. «Από τη στιγμή που εκδηλώθηκε η επίθεση του ISIS, προθυμοποιήθηκαν να παράσχουν κάθε δυνατή βοήθεια τόσο στο Αρμπίλ όσο και στη Βαγδάτη. Δεν υπάρχουν Ιρανοί στρατιώτες στα εδάφη μας, ωστόσο η Τεχεράνη έχει προσφέρει σημαντική βοήθεια για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, ενώ υπάρχει συνεργασία σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών».
Αντιμέτωποι με έναν αδυσώπητο εχθρό, που βρίσκεται λίγες δεκάδες χιλιόμετρα από τα σύνορά τους, οι Κούρδοι του βορείου Ιράκ επιζητούν βοήθεια από κάθε πλευρά, χωρίς να αποκλείουν τη Συρία. «Εκείνο που δυσκολεύει τα πράγματα είναι ο διχασμός του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, κυρίως λόγω των αντιθέσεων Δύσης και Ρωσίας, έναντι του Μπασάρ Ασαντ. Ωστόσο, για να χτυπηθεί αποφασιστικά το ISIS, θα χρειαστεί κάποιου είδους συμβιβασμός, αν και δεν είμαστε εμείς εκείνοι που θα τον καθορίσουν», σχολιάζει ο κ. Ταχίρ.
Σε πρόσφατο άρθρο της σύνταξης, οι New York Times υποστήριζαν πως «το ISIS χρηματοδοτήθηκε από παράγοντες του Κουβέιτ και του Κατάρ, ενώ η Σαουδική Αραβία έστελνε όπλα στους Σύρους αντάρτες χωρίς να νοιάζεται αν θα κατέληγαν στον ISIS και η Τουρκία επέτρεπε στους μαχητές της οργάνωσης να περνάνε τα σύνορά της». Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μπομπ Κέισι επέρριψε ευθύνες στην κυβέρνηση Ερντογάν για την ανάπτυξη του «καρκινώματος» που λέγεται ISIS, ενώ το CNBC φιλοξενούσε ρεπορτάζ το οποίο κατηγορούσε τον γιο του Ερντογάν, Μπιλάλ, ότι χρηματοδοτεί την ισλαμική μη κυβερνητική οργάνωση ΙΗΗ, η οποία, σύμφωνα με τις ίδιες καταγγελίες, ενισχύει εξτρεμιστικές ομάδες στη Συρία.
Κατάλογος 13 οργανώσεων
Ρωτήσαμε τον κ. Ταχίρ αν συμμερίζεται αυτές τις καταγγελίες.
«Πολλά ακούγονται», θα μας απαντήσει. «Το βέβαιο είναι ότι το ISIS αναπτύχθηκε χάρη στην υποστήριξη πολλών οντοτήτων (κρατικών ή μη) από το εξωτερικό. Δεν ήταν ο μόνος παραλήπτης της βοήθειας. Μπορώ να σας δώσω κατάλογο 13 οργανώσεων που ενισχύθηκαν από το εξωτερικό. Σήμερα, το ISIS έχει στις γραμμές του περί τους 9.000 ξένους –όχι Σύρους ή Ιρακινούς– μαχητές από διάφορες χώρες, όπως Πακιστάν, αραβικά κράτη του Κόλπου, αλλά ακόμη και ισλαμιστές από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία. Αλλος ένας λόγος που συνηγορεί υπέρ της άποψής μας ότι χρειάζεται διεθνής συντονισμός για την αντιμετώπιση της απειλής».
Ιδιαίτερα περίπλοκη διαγράφεται η σχέση του ιρακινού Κουρδιστάν με την Τουρκία. Από τη μία πλευρά, η Τουρκία είναι ο υπ’ αριθμόν ένα εμπορικός εταίρος και ξένος επενδυτής στην αυτόνομη περιοχή των Κούρδων. Από την άλλη, όπως καταγγέλλουν γερουσιαστές και σημαντικά think tanks στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Ερντογάν φέρει ευθύνες για την ενίσχυση των τζιχαντιστών. Μήπως η ανακήρυξη ανεξαρτησίας από το ιρακινό Κουρδιστάν θα περιέπλεκε αυτή την ήδη αμφιλεγόμενη σχέση, δημιουργώντας έναν πόλο κουρδικού αλυτρωτισμού στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας; Ο κ. Ταχίν εμφανίζεται καθησυχαστικός:
«Η Τουρκία έχει αλλάξει δραματικά την τελευταία δεκαετία αναφορικά με τον σεβασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων γενικά και των δικαιωμάτων των Κούρδων ιδιαίτερα. Δεν είναι πολύς καιρός που οι Κούρδοι δεν μπορούσαν να μιλήσουν τη γλώσσα τους στα σχολεία και στα δικαστήρια, ούτε καν να δώσουν το όνομα που ήθελαν στα παιδιά τους. Πρόσφατα, ο Αχμέτ Νταβούτογλου επισκέφθηκε, με την ιδιότητα του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, τη Σουλεϊμανίγια του ιρακινού Κουρδιστάν και άρχισε την ομιλία του στην κουρδική γλώσσα, πράγμα που θα ήταν μέχρι πρότινος αδιανόητο.
Ο νέος αγωγός πετρελαίου που συνδέει απ’ ευθείας το Κουρδιστάν με την Τουρκία άρχισε φέτος να λειτουργεί, δημιουργώντας μια μεγάλης σημασίας ενεργειακή γέφυρα μεταξύ μας. Εν ολίγοις, έχουμε δημιουργήσει μια καλή σχέση με την Τουρκία, την οποία είμαστε βέβαιοι ότι θα τη διατηρήσουμε και στην προοπτική της δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους, στα όρια του ιρακινού Κουρδιστάν. Αλλωστε και η Αγκυρα έχει συμφέρον να υπάρχει ένα σταθερό, δημοκρατικό κράτος ανάμεσα σε αυτήν και στο Ιράκ».
Χτύπημα κατά ISIS σε Συρία και Ιράκ
Ρωτήσαμε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο αν θα έπρεπε η διεθνής κοινότητα, και κυρίως οι Αμερικανοί, να έρθουν σε μια τακτική έστω συνδιαλλαγή με τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ Ασαντ εναντίον του κοινού εχθρού, του ISIS. Ιδού τι μας απάντησε:
«Είναι ένα δύσκολο ερώτημα. Το ISIS αναπτύχθηκε πρώτα στη Συρία, πολεμώντας εναντίον του Ασαντ, και ύστερα μας ήρθε στο Ιράκ. Στη Συρία είναι που έχει τις σταθερές βάσεις ανεφοδιασμού του. Επομένως πρέπει να χτυπηθεί παράλληλα και στις δύο χώρες. Ακόμη και αν καταφέρουμε να το διώξουμε από την τάδε ή δείνα περιοχή, μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιστρέψει στο Ιράκ και το Κουρδιστάν, αλλά και να ανοίξει καινούργια μέτωπα στην Ιορδανία, στα παλαιστινιακά εδάφη ή και στο Ισραήλ. Επομένως, χρειάζεται ο μέγιστος δυνατός συντονισμός προσπαθειών από όλες τις δυνάμεις που έχουν συμφέρον να ξεριζωθεί αυτή η τρομοκρατική οργάνωση, ή μάλλον το τρομοκρατικό κράτος».
Ο κ. Ντεζαΐ είχε και ένα μήνυμα να στείλει στην Ελλάδα: «Εκτιμούμε βαθιά την αλληλεγγύη που έδειξε στο παρελθόν ο ελληνικός λαός και οι κυβερνήσεις του προς τους Κούρδους. Η Ελλάδα έχει δυναμική επιχειρηματική και διπλωματική παρουσία στο Αρμπίλ και τα περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων είναι μεγάλα. Προσβλέπουμε στον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα σας, στο πλαίσιο της Ε.Ε. ή και αυτοτελώς, για την ενίσχυση του αγώνα μας απέναντι στην τρομοκρατία, αλλά και στη συνδρομή της για την αντιμετώπιση της τεράστιας ανθρωπιστικής κρίσης, ιδίως στο θέμα των 700.000 προσφύγων».
Με αυτά τα λόγια συνοψίζει τη στάση των Κούρδων του βορείου Ιράκ ο εκπρόσωπος Τύπου της τοπικής κυβέρνησης, Σαφίν Ντεζαΐ, τον οποίο συναντήσαμε στο Αρμπίλ, στις αρχές της εβδομάδας, στη διάρκεια της δημοσιογραφικής μας αποστολής στην περιοχή. «Η διαδικασία που θα ακολουθήσουμε προβλέπεται από το ιρακινό σύνταγμα», προσθέτει. «Θα προχωρήσουμε σε δύο στάδια. Πρώτα, θα οργανώσουμε δημοψήφισμα στις αμφισβητούμενες περιοχές (στις οποίες ανήκει και ο μεγάλος πετρελαϊκός κόμβος του Κιρκούκ, τον οποίο κατέλαβαν οι Κούρδοι για να μην πέσει στα χέρια του διαβόητου ISIS) με το ερώτημα αν θέλουν να ενταχθούν στο Κουρδιστάν ή να παραμείνουν στο Ιράκ.
Στη συνέχεια, θα προχωρήσουμε σε δεύτερο δημοψήφισμα, πάντα με διεθνή επιτήρηση για να εξασφαλισθεί η διαφάνεια, όπου οι πολίτες θα αποφασίσουν ελεύθερα εάν επιθυμούν την ανεξαρτητοποίηση του Κουρδιστάν ή την παραμονή του σε μια ιρακινή συνομοσπονδία. Ολα αυτά, βέβαια, αφού τερματισθούν οι εχθροπραξίες με τους τρομοκράτες του ISIS και αποκατασταθεί η ασφάλεια».
Η σθεναρή αντίσταση των τζιχαντιστών, σε πείσμα των αμερικανικών βομβαρδισμών και οι αντεπιθέσεις που επιχειρούν σε περιοχές των Κούρδων έθεσαν σε αμφισβήτηση την ικανότητα της τοπικής κυβέρνησης να εγγυηθεί την ασφάλεια των πολιτών της και των ξένων επενδυτών. Ο κ. Ντεζαΐ σχολιάζει:
«Από την αρχή του 2014 διαπιστώσαμε ασυνήθιστες κινήσεις στη Μοσούλη και στην ευρύτερη επαρχία Νινευή, για τις οποίες ενημερώσαμε την κυβέρνηση του κ. Μαλικί, στη Βαγδάτη. Δυστυχώς, δεν μας πήραν στα σοβαρά. Οταν το ISIS επιτέθηκε στη Μοσούλη, οι τέσσερις μεραρχίες του ιρακινού στρατού εξαερώθηκαν. Οι κουρδικές ένοπλες δυνάμεις των Πεσμεργκά αναγκάστηκαν να καλύψουν το κενό, εξασφαλίζοντας την ασφάλεια των βορείων περιοχών σε μήκος 1.050 χιλιομέτρων, από τα όρη Σιντζάρ, προς τα σύνορα με τη Συρία, μέχρι το Χανάκι, προς τις περιοχές που συνορεύουν με το Ιράν. Το γεγονός αυτό είχε αναπόφευκτη συνέπεια να εξασθενήσουν οι γραμμές μας, δίνοντας τη δυνατότητα στους τρομοκράτες του ISIS να προωθηθούν σε ορισμένες περιπτώσεις. Ωστόσο, με τη βοήθεια και των αμερικανικών βομβαρδισμών, καταφέραμε να πάρουμε πίσω τις κουρδικές περιοχές που είχαν καταλάβει οι τρομοκράτες και τώρα πλέον βρισκόμαστε στην επίθεση».
Επισημάναμε στον συνομιλητή μας ότι οι τζιχαντιστές έγιναν δεκτοί ως ελευθερωτές από μεγάλο τμήμα των σουνιτών Αράβων που έπνεαν μένεα κατά του σιίτη πρώην πρωθυπουργού Νούρι Μαλικί και τον ρωτήσαμε αν, πέραν της στρατιωτικής εκστρατείας, χρειάζεται να δοθεί πολιτική λύση στο πρόβλημα. «Θίγετε μια εξαιρετικά σοβαρή πλευρά του θέματος», απαντάει. «Το 2012, στην επαρχία Ανμπάρ, οι σουνίτες εξεγέρθηκαν ειρηνικά κατά του Μαλικί, με διαδηλώσεις και καταλήψεις κεντρικών δρόμων, υπό την επίδραση και της Αραβικής Ανοιξης. Αντί να απαντήσει στις νόμιμες ανησυχίες τους, ο Μαλικί έστειλε τις δυνάμεις ασφαλείας να τους διαλύσουν, καθαίρεσε υπουργούς, συνέλαβε βουλευτές και εδραίωσε την αίσθηση των σουνιτών πως αποτελούν καταπιεσμένη μειονότητα.
Αυτή η αυταρχική αντιμετώπιση λίπανε το έδαφος για την ανάπτυξη ριζοσπαστικών τάσεων, με ακραία έκφραση το ISIS. Γι’ αυτό, όταν οι Αμερικανοί μάς ζήτησαν να συνεργαστούμε με τη Βαγδάτη για την ανακατάληψη της Μοσούλης, τους είπαμε ότι θα το κάνουμε μόνον αν δεν υπάρξει επιστροφή στην προηγούμενη, νοσηρή κατάσταση πραγμάτων, θέτοντας ως πρώτο ζήτημα τον σχηματισμό νέας, αντιπροσωπευτικής κυβέρνησης.
Πιστεύω ότι το Ιράκ δεν έχει καμία ελπίδα να επιβιώσει εάν δεν εξελιχθεί στην κατεύθυνση μιας χαλαρής συνομοσπονδίας, που θα δώσει στους σουνίτες ανάλογη αυτονομία με εκείνη του Κουρδιστάν». Κάτι τέτοιο, κατά τον συνομιλητή μας, θα μπορούσε να βοηθήσει αρχηγούς σουνιτικών φυλών και πρώην Μπααθιστές να σπάσουν την τακτική συμμαχία τους με το ISIS και να στραφούν εναντίον του. «Το ISIS δεν θα υπήρχε περίπτωση να κυβερνά αστικά κέντρα, μεταξύ των οποίων και τη δεύτερη πόλη του Ιράκ, τη Μοσούλη, αν δεν είχε την υποστήριξη ενός ευρέος φάσματος φατριών των σουνιτών Αράβων, συμπεριλαμβανομένων παλιών στρατιωτικών και στελεχών του κόμματος Μπάαθ, που κυβερνούσε επί Σαντάμ Χουσεΐν. Κάθε μία από τις συνιστώσες αυτής της ετερόκλητης, τακτικής συμμαχίας έχει τους δικούς της σκοπούς και το μόνο που τους ενώνει είναι η αντίθεση στον Μαλικί και στη Βαγδάτη».
Ποιοι βοήθησαν το καρκίνωμα
Ο Μασούντ Μπαρζανί θεωρείται ένας από τους πιο σταθερούς συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών στην ευρύτερη Μέση Ανατολή. Το γεγονός αυτό δεν εμπόδισε τον πρόεδρο του Ιρακινού Κουρδιστάν να υποδεχθεί με ανοιχτές αγκάλες, την περασμένη Τρίτη, στο Αρμπίλ, τον υπουργό Εξωτερικών του Ιράν, Τζαβάντ Ζαρίφ. Στην κοινή συνέντευξη Τύπου των δύο ανδρών, ο Μπαρζανί εξέφρασε μάλιστα την ευγνωμοσύνη του για την υποστήριξη της Ισλαμικής Δημοκρατίας στον αιματηρό αγώνα των Κούρδων εναντίον του Ισλαμικού Κράτους (ISIS). «Ζητήσαμε βοήθεια από τους φίλους και συμμάχους μας και το Ιράν ήταν η πρώτη χώρα που μας τροφοδότησε με όπλα και πολεμοφόδια», δήλωσε ο πρόεδρος των Κούρδων.
«Οι Ιρανοί θεωρούν, όπως και εμείς, θανάσιμο εχθρό τους τρομοκράτες του ISIS», θα μας πει ο αναπληρωτής «υπουργός Εξωτερικών» του Κουρδιστάν, Τζαμάλ Ταχίρ. «Από τη στιγμή που εκδηλώθηκε η επίθεση του ISIS, προθυμοποιήθηκαν να παράσχουν κάθε δυνατή βοήθεια τόσο στο Αρμπίλ όσο και στη Βαγδάτη. Δεν υπάρχουν Ιρανοί στρατιώτες στα εδάφη μας, ωστόσο η Τεχεράνη έχει προσφέρει σημαντική βοήθεια για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης, ενώ υπάρχει συνεργασία σε επίπεδο μυστικών υπηρεσιών».
Αντιμέτωποι με έναν αδυσώπητο εχθρό, που βρίσκεται λίγες δεκάδες χιλιόμετρα από τα σύνορά τους, οι Κούρδοι του βορείου Ιράκ επιζητούν βοήθεια από κάθε πλευρά, χωρίς να αποκλείουν τη Συρία. «Εκείνο που δυσκολεύει τα πράγματα είναι ο διχασμός του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, κυρίως λόγω των αντιθέσεων Δύσης και Ρωσίας, έναντι του Μπασάρ Ασαντ. Ωστόσο, για να χτυπηθεί αποφασιστικά το ISIS, θα χρειαστεί κάποιου είδους συμβιβασμός, αν και δεν είμαστε εμείς εκείνοι που θα τον καθορίσουν», σχολιάζει ο κ. Ταχίρ.
Σε πρόσφατο άρθρο της σύνταξης, οι New York Times υποστήριζαν πως «το ISIS χρηματοδοτήθηκε από παράγοντες του Κουβέιτ και του Κατάρ, ενώ η Σαουδική Αραβία έστελνε όπλα στους Σύρους αντάρτες χωρίς να νοιάζεται αν θα κατέληγαν στον ISIS και η Τουρκία επέτρεπε στους μαχητές της οργάνωσης να περνάνε τα σύνορά της». Ο Δημοκρατικός γερουσιαστής Μπομπ Κέισι επέρριψε ευθύνες στην κυβέρνηση Ερντογάν για την ανάπτυξη του «καρκινώματος» που λέγεται ISIS, ενώ το CNBC φιλοξενούσε ρεπορτάζ το οποίο κατηγορούσε τον γιο του Ερντογάν, Μπιλάλ, ότι χρηματοδοτεί την ισλαμική μη κυβερνητική οργάνωση ΙΗΗ, η οποία, σύμφωνα με τις ίδιες καταγγελίες, ενισχύει εξτρεμιστικές ομάδες στη Συρία.
Κατάλογος 13 οργανώσεων
Ρωτήσαμε τον κ. Ταχίρ αν συμμερίζεται αυτές τις καταγγελίες.
«Πολλά ακούγονται», θα μας απαντήσει. «Το βέβαιο είναι ότι το ISIS αναπτύχθηκε χάρη στην υποστήριξη πολλών οντοτήτων (κρατικών ή μη) από το εξωτερικό. Δεν ήταν ο μόνος παραλήπτης της βοήθειας. Μπορώ να σας δώσω κατάλογο 13 οργανώσεων που ενισχύθηκαν από το εξωτερικό. Σήμερα, το ISIS έχει στις γραμμές του περί τους 9.000 ξένους –όχι Σύρους ή Ιρακινούς– μαχητές από διάφορες χώρες, όπως Πακιστάν, αραβικά κράτη του Κόλπου, αλλά ακόμη και ισλαμιστές από τις ΗΠΑ, τη Βρετανία και τη Γαλλία. Αλλος ένας λόγος που συνηγορεί υπέρ της άποψής μας ότι χρειάζεται διεθνής συντονισμός για την αντιμετώπιση της απειλής».
Ιδιαίτερα περίπλοκη διαγράφεται η σχέση του ιρακινού Κουρδιστάν με την Τουρκία. Από τη μία πλευρά, η Τουρκία είναι ο υπ’ αριθμόν ένα εμπορικός εταίρος και ξένος επενδυτής στην αυτόνομη περιοχή των Κούρδων. Από την άλλη, όπως καταγγέλλουν γερουσιαστές και σημαντικά think tanks στις ΗΠΑ, η κυβέρνηση Ερντογάν φέρει ευθύνες για την ενίσχυση των τζιχαντιστών. Μήπως η ανακήρυξη ανεξαρτησίας από το ιρακινό Κουρδιστάν θα περιέπλεκε αυτή την ήδη αμφιλεγόμενη σχέση, δημιουργώντας έναν πόλο κουρδικού αλυτρωτισμού στο μαλακό υπογάστριο της Τουρκίας; Ο κ. Ταχίν εμφανίζεται καθησυχαστικός:
«Η Τουρκία έχει αλλάξει δραματικά την τελευταία δεκαετία αναφορικά με τον σεβασμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων γενικά και των δικαιωμάτων των Κούρδων ιδιαίτερα. Δεν είναι πολύς καιρός που οι Κούρδοι δεν μπορούσαν να μιλήσουν τη γλώσσα τους στα σχολεία και στα δικαστήρια, ούτε καν να δώσουν το όνομα που ήθελαν στα παιδιά τους. Πρόσφατα, ο Αχμέτ Νταβούτογλου επισκέφθηκε, με την ιδιότητα του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας, τη Σουλεϊμανίγια του ιρακινού Κουρδιστάν και άρχισε την ομιλία του στην κουρδική γλώσσα, πράγμα που θα ήταν μέχρι πρότινος αδιανόητο.
Ο νέος αγωγός πετρελαίου που συνδέει απ’ ευθείας το Κουρδιστάν με την Τουρκία άρχισε φέτος να λειτουργεί, δημιουργώντας μια μεγάλης σημασίας ενεργειακή γέφυρα μεταξύ μας. Εν ολίγοις, έχουμε δημιουργήσει μια καλή σχέση με την Τουρκία, την οποία είμαστε βέβαιοι ότι θα τη διατηρήσουμε και στην προοπτική της δημιουργίας ανεξάρτητου κράτους, στα όρια του ιρακινού Κουρδιστάν. Αλλωστε και η Αγκυρα έχει συμφέρον να υπάρχει ένα σταθερό, δημοκρατικό κράτος ανάμεσα σε αυτήν και στο Ιράκ».
Χτύπημα κατά ISIS σε Συρία και Ιράκ
Ρωτήσαμε τον κυβερνητικό εκπρόσωπο αν θα έπρεπε η διεθνής κοινότητα, και κυρίως οι Αμερικανοί, να έρθουν σε μια τακτική έστω συνδιαλλαγή με τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ Ασαντ εναντίον του κοινού εχθρού, του ISIS. Ιδού τι μας απάντησε:
«Είναι ένα δύσκολο ερώτημα. Το ISIS αναπτύχθηκε πρώτα στη Συρία, πολεμώντας εναντίον του Ασαντ, και ύστερα μας ήρθε στο Ιράκ. Στη Συρία είναι που έχει τις σταθερές βάσεις ανεφοδιασμού του. Επομένως πρέπει να χτυπηθεί παράλληλα και στις δύο χώρες. Ακόμη και αν καταφέρουμε να το διώξουμε από την τάδε ή δείνα περιοχή, μπορεί ανά πάσα στιγμή να επιστρέψει στο Ιράκ και το Κουρδιστάν, αλλά και να ανοίξει καινούργια μέτωπα στην Ιορδανία, στα παλαιστινιακά εδάφη ή και στο Ισραήλ. Επομένως, χρειάζεται ο μέγιστος δυνατός συντονισμός προσπαθειών από όλες τις δυνάμεις που έχουν συμφέρον να ξεριζωθεί αυτή η τρομοκρατική οργάνωση, ή μάλλον το τρομοκρατικό κράτος».
Ο κ. Ντεζαΐ είχε και ένα μήνυμα να στείλει στην Ελλάδα: «Εκτιμούμε βαθιά την αλληλεγγύη που έδειξε στο παρελθόν ο ελληνικός λαός και οι κυβερνήσεις του προς τους Κούρδους. Η Ελλάδα έχει δυναμική επιχειρηματική και διπλωματική παρουσία στο Αρμπίλ και τα περιθώρια για περαιτέρω ανάπτυξη των σχέσεων είναι μεγάλα. Προσβλέπουμε στον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χώρα σας, στο πλαίσιο της Ε.Ε. ή και αυτοτελώς, για την ενίσχυση του αγώνα μας απέναντι στην τρομοκρατία, αλλά και στη συνδρομή της για την αντιμετώπιση της τεράστιας ανθρωπιστικής κρίσης, ιδίως στο θέμα των 700.000 προσφύγων».