Συμπληρώθηκαν εκατό χρόνια από την έναρξη του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ο οποίος είναι και πιο γνωστός ως ο Μεγάλος Πόλεμος. Ονομάστηκε έτσι διότι εξαπλώθηκε πέρα από την ευρωπαϊκή ήπειρο αναμειγνύοντας όλες τις τότε μεγάλες δυνάμεις. Πρόκειται για τον πρώτο πόλεμο κατά τον οποίο χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα η τεχνολογία και, ως εκ τούτου, υπήρξε ο μεγαλύτερος και πιο πολύνεκρος πόλεμος που γνώρισε μέχρι τότε η ανθρώπινη ιστορία.Τα αίτια πρέπει να αναζητηθούν στις οικονομικές συνθήκες των αρχών του 20ου αιώνα και στις επεκτατικές βλέψεις των ισχυρών ευρωπαϊκών κρατών, που είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία μονίμου ανταγωνισμού μεταξύ τους, συντηρώντας την υποβόσκουσα αντιπαράθεση. Τα σχέδια και η εξέλιξη του πολέμου έγιναν αποκλειστικά με βάση τη γεωπολιτική θέση κάθε έθνους.
Η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Γερμανίας που προήλθε από την ταχύτατη εξέλιξη της βιομηχανίας της, οδήγησε στη διεύρυνση του ηγεμονικού ανταγωνισμού με τη Βρετανία ως προς τον έλεγχο του μονοπωλίου των διεθνών αγορών. Επιπλέον, η πολιτική επιθυμία της Τρίτης Γαλλικής Δημοκρατίας για αποκατάσταση του εθνικού γοήτρου από την ήττα στο Γαλλογερμανικό πόλεμο του 1870 – 1871, δημιουργούσε διαρκώς κίνητρα για αντιπαράθεση με τη Γερμανία.
Από την άλλη, η τσαρική Ρωσία αναζητούσε εναγωνίως την εξασφάλιση διεξόδου στα «θερμά ύδατα» της Μεσογείου, μέσω μίας γεωστρατηγικής, η οποία διεκδικούσε το ρόλο του προστάτη των ορθοδόξων λαών των Βαλκανίων. Αυτή η πολιτική προσέκρουε στην αντίδραση της Γερμανίας και της Αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας. Νέα έθνη-κράτη των Βαλκανίων που δημιουργήθηκαν μέσα από την παρακμή και την εδαφική συρρίκνωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έθεταν ανοικτά διεκδικήσεις επί των μειονοτήτων της Αυστροουγγαρίας καθώς επίσης στήριζαν τα πολιτικά αιτήματα των μειονοτήτων της κεντροευρωπαϊκής αυτοκρατορίας , γεγονός που έθετε απειλή κατά της εδαφικής συνοχής της.
Ο Μεγάλος Πόλεμος αποτελεί μέχρι σήμερα ένα από τα πιο θελκτικά αντικείμενα της επιστημονικής έρευνας για τη νεωτέρα ιστορία. Η παγκοσμιότητα και η διάρκεια του γεγονότος το καθιστούν πολύπλευρο και πολυεπίπεδο, συνεπώς και τέτοιες υπήρξαν οι συνέπειές του για να απασχολούν μέχρι σήμερα σε τόσο βάθος την ιστοριογραφική μελέτη. Στην ελληνική κυκλοφόρησαν σε μετάφραση τα τελευταία χρόνια τρία από τα πλέον εξαιρετικά βιβλία της διεθνούς βιβλιογραφίας για τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο: Χιου Στράχαν, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, (Εκδ. Γκοβόστης 2013), Νόρμαν Στόουν, Συνοπτική Ιστορία του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, (Εκδ. Ψυχογιός, 2010) και το πλέον ανατετμημένο και διεθνώς αναγνωρισμένο του Νάιαλ Φέργκιουσον, Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος: Στρατιωτική, διπλωματική, οικονομική και κοινωνική ιστορία, 1914-1918, (Εκδ. Ιωλκός, 2008).
Ο Χιου Στράχαν, καθηγητής στρατιωτικής ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, πρωτοτυπώντας θέτει ένα ζήτημα διαχρονικό:Πόσα προβλήματα έλυσε ο Μεγάλος Πόλεμος αλλά και πόσα δημιούργησε; Ενδιαφέρουσα παραμένει η αναφορά του στα σημερινά μείζονα προβλήματα της Μέσης Ανατολής, των οποίων οι ρίζες ανιχνεύονται στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ιδιαιτέρως ενδιαφέρον θεωρώ το συμπέρασμά του σχετικά με την τεχνολογία του πολέμου, τη χρήση δηλαδή για πρώτη φορά τεθωρακισμένων και αεροπλάνων, την οποία θεωρεί σημαντική αλλά πιο σημαντικό ήταν αλλαγή στο σύστημα ισορροπιών της εποχής: Παρά τη χρήση τεχνολογίας, ο πόλεμος διεξήχθη με βάση τις ιδέες του παρελθόντος. Η τεχνολογία που χρησιμοποιήθηκε θα χρησιμοποιούνταν πιο αποτελεσματικά στον επόμενο μεγάλο πόλεμο, δύο δεκαετίες αργότερα, αλλάζοντας καθοριστικά τον τρόπο διεξαγωγής του.
Στο βιβλίο του ο επίσης Βρετανός πανεπιστημιακός, Νόρμαν Στόουν, αναδεικνύει τις καταστροφικές συνέπειες για το ειδικό βάρος της Ευρώπης στην παγκόσμια ιστορία που μέχρι τότε αποτελούσε τον κινητήριο μοχλό των διεθνών εξελίξεων. Η υπερβολική στρατιωτικοποίηση των Μεγάλων Ευρωπαϊκών Δυνάμεων δεν λειτούργησε ως παράγοντας αποτροπής του πολέμου, μέσω της ισορροπίας τρόμου αλλά προκάλεσε υπερβολική αυτοπεποίθηση, με αποτέλεσμα το κάθε κράτος να πιστεύει απόλυτα στη νίκη. Το αποτέλεσμα ήταν η αρχή της καταστροφή της Ευρώπης και η πρώτη δυναμική εμφάνιση μίας εξωευρωπαϊκής δύναμης στις διεθνείς εξελίξεις: των ΗΠΑ.
Η πιο εξαιρετική ανάλυση των σπουδαιότερων ζητημάτων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου αποτελεί το βιβλίο του καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, Νίαλ Φέργκιουσον, ο οποίος επανεκτιμά και επαναδιατυπώνει τα πλέον κρίσιμα ερωτήματα, δίνοντας απαντήσεις σε μια σειρά ιστορικών ζητημάτων μεγάλης βαρύτητας, όπως: Ήταν αναπόφευκτος εκείνος ο Πόλεμος; Ήταν η Γερμανία μια γνήσια απειλή για τις Δυνάμεις της Αντάντ; Έγινε στ’ αλήθεια δεκτή με κύματα λαϊκού ενθουσιασμού σ’ ολόκληρη την Ευρώπη, η κήρυξη του πολέμου; Γιατί οι στρατιώτες εξακολούθησαν να μάχονται για 4 χρόνια και πλέον χρόνια, ενώ οι συνθήκες ζωής στα χαρακώματα ήταν τόσο άθλιες; Υπήρχε μήπως διάχυτος ένας «έρωτας θανάτου» που οδηγούσε τους ίδιους τους στρατιώτες στην αυτοκαταστροφή τους; Ποιοι πλήρωσαν (ή μάλλον δεν πλήρωσαν τελικά ως όφειλαν) το κόστος του πολέμου; Πόσο υπεύθυνες ήταν για την κατάρρευση της γερμανικής οικονομίας το 1922-23 και τον υπερπληθωρισμό οι περίφημες «επανορθώσεις» της Συνθήκης των Βερσαλλιών, τις οποίες οι Γερμανοί ουδέποτε κατέβαλαν;
Ο Φέργκιουσον εξετάζει όλες τις κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες του πολέμου σε πανευρωπαϊκό επίπεδο και διεισδύει στα φαινόμενα εκείνα που προκάλεσαν τη γένεση των ολοκληρωτικών ιδεολογιών και καθεστώτων της δεκαετίας του 1930, με αποκορύφωμα το Ναζισμό που προετοίμασαν την ακόμα μεγαλύτερη ανθρώπινη καταστροφή του επομένου μεγάλου πολέμου. Ο Ναζισμός δεν θα μπορούσε σαφώς να προσελκύσει την υποστήριξη τόσο μεγάλου αριθμού Γερμανών, αν δεν είχε επενδύσει στα συναισθήματα ταπείνωσης και εθνικής προσβολής που γέννησε στο γερμανικό λαό η εξευτελιστική για το έθνος τους Συνθήκη των Βερσαλλιών.
* Ο Χρήστος Ιακώβου ειναι Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών
http://mignatiou.com/2014/08/100-chronia-apo-tin-enarxi-tou-megalou-polemou/