του Μιχάλη Καϊταντζίδη
Τεράστια η απόσταση μεταξύ της υπογραφής του MoU με Ισραήλ-Κύπρο και
της υλοποίησης του υποθαλάσσιου καλωδίου σύνδεσης. Τι χρειάζεται για να
προχωρήσει και ποιες είναι οι γεωπολιτικές προεκτάσεις. Το παράδειγμα
Nabucco. Πώς πρέπει να κινηθεί η Ελλάδα.
Πολύ μεγάλης πολιτικής σημασίας είναι το MοU για το υποβρύχιο
καλώδιο Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας που υπέγραψαν την Πέμπτη στη Λευκωσία οι
υπουργοί Ενέργειας των τριών χωρών. Το γεγονός ότι οι τρεις χώρες
δεσμεύονται να κάτσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν τρόπους
αξιοποίησης της ενέργειας είναι σημαντικότατο. Ας μη γελιόμαστε όμως.
Από την υπογραφή ΜοU στην πόντιση του καλωδίου, ο δρόμος είναι μακρύς.
Η πολιτική στήριξη σε ένα παρόμοιο έργο και η τεχνική δυνατότητα για την υλοποίησή του, οπωσδήποτε είναι απαραίτητη συνθήκη. Ωστόσο η υλοποίηση του έχει άμεση συνάρτηση, με τα οικονομικά δεδομένα, τη δυνατότητα να λειτουργεί με εμπορικούς όρους στις αγορές προς τις οποίες απευθύνεται και με την εξασφάλιση της αποπληρωμής των δανείων που θα ληφθούν για τη χρηματοδότησή του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα έργου γεωπολιτικής σημασίας με τεράστια πολιτική στήριξη από ΗΠΑ, ΕΕ και εθνικές κυβερνήσεις, είναι ο αγωγός φυσικού αερίου Nabucco. Κανείς δεν πίστευε ότι ο αγωγός φαβορί για το Νότιο Διάδρομο Φυσικού Αερίου, θα χάσει από το αουτσάιντερ που ήταν ο ΤΑΡ.
Ο λόγος που έχασε; Απλούστατος. Οι χρήστες του αγωγού, ήθελαν ένα έργο φθηνό και εύχρηστο ώστε να γνωρίζουν ότι το προϊόν που θα μεταφέρει, το φυσικό αέριο, θα φτάνει στις αγορές χωρίς δυσκολίες και με το μικρότερο δυνατό κόστος. Άρα θα μπορεί να ανταγωνιστεί το φυσικό αέριο από άλλες πηγές.
Τα ίδια ακριβώς κριτήρια ισχύουν και για το υποβρύχιο καλώδιο Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας, μήκους 870 χιλιομέτρων και με πόντιση σε μεγάλα βάθη. Στην άκρη του καλωδίου, δηλαδή εκεί που θα πουλιέται η ηλεκτρική ενέργεια που θα μεταφέρει, η τιμή της θα πρέπει να είναι ανταγωνιστική.
Επίσης οι ποσότητες που θα μεταφέρει, θα πρέπει να εγγυώνται ότι τα τέλη διέλευσης που θα καταβάλλονται στην εταιρεία του καλωδίου μπορούν να αποσβέσουν το κόστος κατασκευής, και θα προσφέρουν και μια λογική απόδοση των επενδυμένων κεφαλαίων, που σε παρόμοια έργα δεν μπορεί να είναι κάτω από 5-6%.
Η εξίσωση γίνεται αρκετά δύσκολη, από το γεγονός ότι το καλώδιο θα μεταφέρει ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγεται με την καύση του φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα του Ισραήλ και της Κύπρου. Στην ουσία δηλαδή πρόκειται για έργο μεταφοράς φυσικού αερίου, το οποίο όμως θα μετατρέπεται προηγουμένως σε ηλεκτρική ενέργεια.
Έτσι, οι χρήστες του καλωδίου, δηλαδή οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας, πριν δεσμεύσουν χωρητικότητα στο καλώδιο, θα πρέπει να έχουν συμφωνήσει προηγουμένως ποσότητες και εύρος τιμών με αγοραστές ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο, την Ελλάδα ή την Ιταλία που θα τους καλύπτουν το κόστος παραγωγής με φυσικό αέριο (πολύ ακριβότερο από άλλα καύσιμα) και τα τέλη διέλευσης. Όλο δε το «πακέτο» θα πρέπει να εγγυάται την χρηματοδότηση και οικονομική λειτουργία του καλωδίου.
Το σημαντικό είναι ότι τα έργα αυτά μπορούν να χρηματοδοτηθούν άνετα μέσω της εξοικονόμησης που προσφέρουν στο λογαριασμό Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, λόγω της διακοπής της λειτουργίας των ενεργοβόρων πετρελαϊκών σταθμών σε Κρήτη και Ρόδο. Το σχετικό κόστος ανέρχεται σε περίπου 500 εκατομμύρια το χρόνο και επιβαρύνει τον Έλληνα καταναλωτή. Επιπλέον η λειτουργία των διασυνδέσεων αυτών, πέραν της διευκόλυνσης της μεγάλης διασύνδεσης , θα αυξήσει τις αποδόσεις των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στο ηπειρωτικό σύστημα, άρα θα κάνει πιο οικονομική τη λειτουργία του εθνικού συστήματος.
Γνωρίζουμε ότι σε μια τέτοια λογική κινείται η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας η ηγεσία της οποίας στο πρόσφατο παρελθόν έχει πραγματοποιήσει επαφές με τους Ρυθμιστές σε Κύπρο και Ισραήλ. Αρκεί βέβαια όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να συμφωνήσουν στο μακροπρόθεσμο στρατηγικό στόχο και στα ενδιάμεσα βήματα για την επίτευξη του.
Η πολιτική στήριξη σε ένα παρόμοιο έργο και η τεχνική δυνατότητα για την υλοποίησή του, οπωσδήποτε είναι απαραίτητη συνθήκη. Ωστόσο η υλοποίηση του έχει άμεση συνάρτηση, με τα οικονομικά δεδομένα, τη δυνατότητα να λειτουργεί με εμπορικούς όρους στις αγορές προς τις οποίες απευθύνεται και με την εξασφάλιση της αποπληρωμής των δανείων που θα ληφθούν για τη χρηματοδότησή του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα έργου γεωπολιτικής σημασίας με τεράστια πολιτική στήριξη από ΗΠΑ, ΕΕ και εθνικές κυβερνήσεις, είναι ο αγωγός φυσικού αερίου Nabucco. Κανείς δεν πίστευε ότι ο αγωγός φαβορί για το Νότιο Διάδρομο Φυσικού Αερίου, θα χάσει από το αουτσάιντερ που ήταν ο ΤΑΡ.
Ο λόγος που έχασε; Απλούστατος. Οι χρήστες του αγωγού, ήθελαν ένα έργο φθηνό και εύχρηστο ώστε να γνωρίζουν ότι το προϊόν που θα μεταφέρει, το φυσικό αέριο, θα φτάνει στις αγορές χωρίς δυσκολίες και με το μικρότερο δυνατό κόστος. Άρα θα μπορεί να ανταγωνιστεί το φυσικό αέριο από άλλες πηγές.
Τα ίδια ακριβώς κριτήρια ισχύουν και για το υποβρύχιο καλώδιο Ισραήλ-Κύπρου-Ελλάδας, μήκους 870 χιλιομέτρων και με πόντιση σε μεγάλα βάθη. Στην άκρη του καλωδίου, δηλαδή εκεί που θα πουλιέται η ηλεκτρική ενέργεια που θα μεταφέρει, η τιμή της θα πρέπει να είναι ανταγωνιστική.
Επίσης οι ποσότητες που θα μεταφέρει, θα πρέπει να εγγυώνται ότι τα τέλη διέλευσης που θα καταβάλλονται στην εταιρεία του καλωδίου μπορούν να αποσβέσουν το κόστος κατασκευής, και θα προσφέρουν και μια λογική απόδοση των επενδυμένων κεφαλαίων, που σε παρόμοια έργα δεν μπορεί να είναι κάτω από 5-6%.
Η εξίσωση γίνεται αρκετά δύσκολη, από το γεγονός ότι το καλώδιο θα μεταφέρει ηλεκτρική ενέργεια που θα παράγεται με την καύση του φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα του Ισραήλ και της Κύπρου. Στην ουσία δηλαδή πρόκειται για έργο μεταφοράς φυσικού αερίου, το οποίο όμως θα μετατρέπεται προηγουμένως σε ηλεκτρική ενέργεια.
Έτσι, οι χρήστες του καλωδίου, δηλαδή οι παραγωγοί ηλεκτρικής ενέργειας, πριν δεσμεύσουν χωρητικότητα στο καλώδιο, θα πρέπει να έχουν συμφωνήσει προηγουμένως ποσότητες και εύρος τιμών με αγοραστές ηλεκτρικής ενέργειας στην Κύπρο, την Ελλάδα ή την Ιταλία που θα τους καλύπτουν το κόστος παραγωγής με φυσικό αέριο (πολύ ακριβότερο από άλλα καύσιμα) και τα τέλη διέλευσης. Όλο δε το «πακέτο» θα πρέπει να εγγυάται την χρηματοδότηση και οικονομική λειτουργία του καλωδίου.
Πώς μπαίνει η Ελλάδα στο παιχνίδι
Είναι άγνωστο που θα καταλήξουν οι συζητήσεις που είναι δύσκολες, καθώς παρεμβαίνουν ευρύτερα θέματα γεωπολιτικής, ανταγωνισμών, και οικονομικών συμφερόντων, που σχετίζονται με την παραγωγή φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο και τους τρόπους μεταφοράς του στις αγορές. Ωστόσο αν η Ελλάδα θέλει να μπει με ρεαλιστικούς όρους στο παιχνίδι, γιατί μπορεί να μπει, δεν έχει από το να ξεκινήσει τις διασυνδέσεις της Κρήτης με το ηπειρωτικό σύστημα και της Ρόδου με την Κρήτη που μπορούν να αποτελέσουν πρόδρομα έργα, ενταγμένα στη μεγάλη διασύνδεση της Κύπρου με την Ελλάδα.Το σημαντικό είναι ότι τα έργα αυτά μπορούν να χρηματοδοτηθούν άνετα μέσω της εξοικονόμησης που προσφέρουν στο λογαριασμό Υπηρεσιών Κοινής Ωφέλειας, λόγω της διακοπής της λειτουργίας των ενεργοβόρων πετρελαϊκών σταθμών σε Κρήτη και Ρόδο. Το σχετικό κόστος ανέρχεται σε περίπου 500 εκατομμύρια το χρόνο και επιβαρύνει τον Έλληνα καταναλωτή. Επιπλέον η λειτουργία των διασυνδέσεων αυτών, πέραν της διευκόλυνσης της μεγάλης διασύνδεσης , θα αυξήσει τις αποδόσεις των μονάδων ηλεκτροπαραγωγής στο ηπειρωτικό σύστημα, άρα θα κάνει πιο οικονομική τη λειτουργία του εθνικού συστήματος.
Γνωρίζουμε ότι σε μια τέτοια λογική κινείται η Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας η ηγεσία της οποίας στο πρόσφατο παρελθόν έχει πραγματοποιήσει επαφές με τους Ρυθμιστές σε Κύπρο και Ισραήλ. Αρκεί βέβαια όλοι οι εμπλεκόμενοι φορείς να συμφωνήσουν στο μακροπρόθεσμο στρατηγικό στόχο και στα ενδιάμεσα βήματα για την επίτευξη του.