του Λαοκράτη Βάσση – Συζητώντας για το μέλλον της Ευρώπης δεν πρέπει να ξεχνάμε πως είμαστε, εντός μάλιστα Ευρωζώνης, μετανεωτερική αποικία. Που σημαίνει πως είναι κατάφωρα παραβιασμένη η ισοτιμία της παρουσίας της Ελλάδας στην ΕΕ. Χωρίς να ταυτίζουμε Ευρώπη και ΕΕ, πρέπει να προσεγγίζουμε σωστά τη σχέση Ελλάδας-Ευρώπης και συνακόλουθα Ελλάδας-ΕΕ. Γνωρίζοντας πως η ευρωπαϊκότητα δεν είναι για μας προσκτώμενη (ή υπό πρόσκτηση), αλλά σύμφυτη ιδιότητά μας. Υπό την έννοια πως είναι εν πολλοίς ελληνική η εννοιολογική συγκρότηση του ευρωπαϊκού δυτικού πολιτισμού.
Είναι άλλης τάξης πρόβλημα οι όποιες αναγκαίες τεχνοκρατικού χαρακτήρα προσαρμογές μας σε ευρωδυτικά πρότυπα. Γι’ αυτό και είναι τουλάχιστον ανελλήνιστες οι απόψεις ενός ευρωπαθούς μέρους της διανόησης μας που έχουν μια οιονεί προσαρτηματική λογική έναντι της Ευρώπης (να γίνουμε Ευρωπαίοι!). Ξανατονίζοντας πως οι όποιες τεχνοκρατικού χαρακτήρα υστερήσεις μας, δεν γίνεται να εγείρουν πρόβλημα ευρωπαϊκότητας για τη συνιδρυτική της Ευρώπης Ελλάδα.
Εί μη μόνον αν δεν πιστεύουμε στην ιστορική συνέχεια του ελληνικού έθνους και στη διϊστορικότητα της ελληνικής ταυτότητας και άλλα τέτοια παρόμοια. Που τρέφουν την προσαρτηματική ευρωπάθεια της αποεθνοποιητικής και αποταυτοποιητικής μερίδας της ultra εκσυγχρονιστικής μεταπολιτευτικής μας διανόησης.
Η πολιτιστική ιδιαιτερότητα της Ελλάδας
Τα παραπάνω σημαίνουν πως πρέπει να επαναναγνώσουμε σωστά την ιστορία μας και τον πολιτισμό μας. Έτσι που να αναθεμελιώσουμε σε στέρεες βάσεις την έλλογη εθνική μας αυτοεκτίμηση, η οποία διεμβολίζει το παγιδευτικό δίπολο του νοσηρού (εθνοκεντρικού) ελληνοκεντρισμού και του εξίσου νοσηρού (αποεθνοποιητικού) αντιελληνοκεντρισμού. Προφανώς συνειδητοποιώντας και αναδεικνύοντας την πολύ κρίσιμη κι ακόμη πιο πολύ χρήσιμη πολιτιστική ιδιαιτερότητά μας εντός Ευρώπης.Τα ποιοτικά στοιχεία της συνυφαίνονται, ως προϋποθέσεις, με το καλύτερο ευρωπαϊκό αλλά και οικουμενικό μέλλον. Αναφέρω ενδεικτικά: τις τρεις ισορροπίες του παραδοσιακού πολιτιστικού μας προτύπου, όπως τις αναδεικνύει στις μελέτες του ο Ερατοσθένης Καψωμένος: τη μεταξύ ατόμου-κοινωνίας, ατόμου-φύσης και πολιτισμού-φύσης, τη γνώση (και πράξη) κατ’ αρετήν, έναντι της δυτικής γνωσιοκρατικής χρησιμοθηρίας, τον ορθό λόγο, έναντι του εργαλειακού δυτικού ορθολογισμού, την ελληνική προσωποκρατία, έναντι της δυτικής ατομοκρατίας, την ευδαιμονία, έναντι του δυτικού υλικού ευδαιμονισμού, αλλά και τη δημοκρατία με τη γνήσια αυτεξουσιότητα του «δήμου» (εθνικής συλλογικότητας).
Όλα αυτά και άλλα πολλά ακόμη σημαίνουν πως δεν είμαστε μουσειακός πολιτισμός, αλλά πως εξακολουθούμε να είμαστε μια ζώσα και οικουμενικών διαστάσεων πολιτιστική δύναμη. Έστω κι αν η κακομοιριά του ελλαδισμού δεν μας έχει επιτρέψει να το αναδείξουμε.
Τα αίτια της κρίσης
Tα βαθύτερα αίτια της έρπουσας μεγάλης ευρωπαϊκής κρίσης είναι η μη πρόταξη της εμβάθυνσης της ΕΕ έναντι της επέκτασής της, αλλά και η μη εμβάθυνσή της όταν διευρύνθηκε. Όπως και το ότι, συνακολούθως, δεν έγινε ουσιαστική προσπάθεια για την εναρμόνιση των “εθνικών αριθμητών” με τον “ευρωπαϊκό κοινό παρονομαστή”. Που είναι ένα δυσεπίλυτο σταυρόλεξο, αλλά και κλειδί για το μέλλον της ΕΕ.Οπότε, με ανάπηρη ταυτότητα και σωρευόμενα ελλείμματα (δημοκρατικότητας, επικοινωνίας και αποτελεσματικής στρατηγικής) ήταν μοιραία η επικίνδυνη πορεία της βαθιάς ευρωπαϊκής κρίσης, που επιδεινώνεται και από το Brexit. Ένα, όμως, από τα πιο σημαντικά αίτια της κακοδαιμονίας της είναι η έλλειψη αυτονομίας στην παγκόσμια σφαίρα. Αυτή οφείλεται σε τέσσερα δεινά: στην αμερικανική επικυριαρχία, στην υπερεξουσία των αγορών (ιερατεία χρηματιστικού και τοκογλυφικού κεφαλαίου), στην γερμανοκρατία και στην γραφειοκρατία των Βρυξελλών.
Οπότε, ως έχει, η ΕΕ δεν έχει μέλλον. Πέραν του ότι μπορεί να γίνει κι ακόμη χειρότερη. Καθώς δεν είναι εκτός πιθανών σεναρίων η μετεξέλιξή της σε ζώνες πρώτης, δεύτερης ή και τρίτης ταχύτητας υπό την (επι)κυριαρχία της Γερμανίας. Μια δηλαδή, χωρίς τα σημερινά προσχήματα, γερμανοκρατούμενη Ευρώπη με “πατρίκιους” και “πληβείους”. Όπως, επίσης δεν είναι εκτός σεναρίων και η διάλυσή της, με τους βόρειους (υπό τη Γερμανία) να συγκροτούν μια δική τους ένωση. Έστω κι αν αυτό είναι για την ώρα πέρα από τον ορίζοντα.
Τούτων όλων δοθέντων, όμως, θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι δια παν ενδεχόμενον, αφήνοντας κατά μέρος τα πολύ γλυκερά παρεπόμενα του “ευρωπαϊκού φαντασιακού” περί “κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού”, που μακάρι να είχαν αντίκρισμα. Πρέπει να πάψουμε να συγχέουμε (ταυτίζουμε) την Ευρώπη και τον πολιτισμό της με την (συν)επικυρίαρχή μας ΕΕ.
Η πραγμάτωση του ευρωπαϊκού οράματος
Η διαπίστωση και ο κριτικός ευρωσκεπτικισμός μας δεν έχει σχέση με τον εθνικιστικό ευρωσκεπτικισμό της άρνησης της Ευρώπης. Αυτονοήτως, είναι άλλος ο εθνικιστικός δεξιός ευρωσκεπτικισμός, που θέλει διάλυση της Ευρώπης και επιστροφή στο παρελθόν του κατακερματισμού της, κι άλλος ο κριτικός ευρωσκεπτικισμός, που θέλει την εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ιδέας και την ποιοτική μετεξέλιξη της ΕΕ σε λειτουργική Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία υπό επωφελείς όρους για όλα της τα μέλη. Η ως τώρα εμπειρία και τα αίτια των ανεπαρκειών της ορίζουν και τις προϋποθέσεις πραγμάτωσης του αληθινού ευρωπαϊκού οράματος. Και αυτές είναι:Πρώτη, ως προϋπόθεση των προϋποθέσεων, είναι η εναρμόνιση των “εθνικών αριθμητών” με τον “κοινό ευρωπαϊκό παρονομαστή”, έτσι ώστε να είναι πραγματικά Ευρώπη των λαών και των εναρμονισμένων πολιτιστικών τους ταυτοτήτων ως πλούτου της.
Δεύτερη, η αποτύπωση της εναρμόνισης σε στέρεη θεσμική βάση, έτσι ώστε να διασφαλίζει τη δημοκρατική λειτουργία της, με λυμένα τα ζητήματα της “ευρωπαϊκής πολιτειότητας” και του “ευρωπαϊκού δήμου”. Προφανώς με αμφίδρομη σχέση: Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου – Ευρωπαϊκού “λαού”.
Τρίτη, η ανάδειξη και η παραδοχή, ως συνεκτικών ταυτοτικών γνωρισμάτων της, της δημοκρατίας και της αξιακής βάσης του πολιτισμού της, που πρωτίστως αναπέμπουν στην ελληνική πολιτιστική μήτρα.
Τέταρτη, η ουσιαστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προειρημένων τεσσάρων “δεινών”. Που σημαίνει αποτίναξη των επικυριαρχιών της Αμερικής (ΗΠΑ), των αγορών και της Γερμανίας, αλλά και δημοκρατικό έλεγχο της γραφειοκρατίας των Βρυξελλών.
Πέμπτη, η αντιστοίχιση ΕΕ και ορίων της Ευρώπης. Που σημαίνει και ένταξη ή προνομιακή σχέση της ΕΕ με τη Ρωσία, ως θεμελιακού μάλιστα προαπαιτούμενου για να αναδειχθεί η Ευρώπη σε παγκόσμια ηγέτιδα δύναμη. Οι λόγοι είναι προφανείς: τα αποθέματα της Ρωσίας σε πρώτες ύλες, η αμυντική της ισχύ, το γεωπολιτικό της μέγεθος κ.α).
Διαχείριση της υποτέλειας
Εννοείται πως για όλα αυτά και για άλλα πολλά ακόμη πρέπει να ανοίξει ένας μεγάλος διάλογος στην Ελλάδα και σε όλη την Ευρώπη. Έτσι θα είναι συμμέτοχοι οι λαοί της τόσο στον ποιοτικό αναπροσδιορισμό της προοπτικής της ανανεωμένης ΕΕ όσο, πολύ περισσότερο, και στην πραγμάτωση αυτής της προοπτικής.Στην Ελλάδα προέχει η χάραξη εθνικής στρατηγικής πολιτικής διαχείρισης της “μνημονιακής υποτέλειας” με λογική και όρους κατάργησής της. Γιατί χωρίς ανάκτηση της χαμένης εθνικής αυτεξουσιότητας και της εθνικής αξιοπρέπειας μας, δεν μπορούμε να συζητάμε ισοτίμως για το μέλλον της Ευρώπης. Πέραν του ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι ή τουλάχιστον υποψιασμένοι δια παν ενδεχόμενον.
Γιατί οι καιροί είναι πολύ ύποπτοι και πολύ ύπουλοι. Κλείνοντας αναφέρω μόνο ενδεικτικά την όξυνση των ανισοτήτων, το μεταναστευτικό, την κλιματική αλλαγή, τους τοπικούς-περιφερειακούς πολέμους, τους νέους γεωπολιτικούς αναδασμούς και άλλα πολλά τέτοια…