Στην Ολλανδία, ο ακροδεξιός ρατσιστής ηγέτης του Κόμματος
για την Ελευθερία Geert Wilders ενισχύεται μέρα με τη μέρα μετά την ήττα
των κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού στις τελευταίες περιφερειακές
εκλογές. Στη Γαλλία η Marine Le Pen προβάλλεται ως το απόλυτο φαβορί
για τις προεδρικές εκλογές του 2017, στη Γερμανία το ξενόφοβο
αντιευρωπαϊκό κόμμα AfD υπερ-τριπλασίασε τα ποσοστά του το τελευταίο
εξάμηνο μόνο. Τα πράγματα στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή εξελίσσονται
τόσο άσχημα, που σε λίγο, ο Ούγγρος πρωθυπουργός Victor Orban, που
προκάλεσε «ρίγη» στο ευρωπαϊκό κατεστημένο όταν κέρδισε τις εκλογές και
θεωρείται ως «ενσαρκωτής» του μοντέλου της «ανελεύθερης» Δημοκρατίας,
σιγά-σιγά αρχίζει να θεωρείται μετριοπαθής(!) και κανονικός...
Αλλά και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα πράγματα δεν είναι καλύτερα: το αδιανόητο έως χθες ενδεχόμενο να κερδίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές ο ακροδεξιών αντιλήψεων λαϊκιστής μεγιστάνας Donald Trump, προβάλλεται πλέον ως το πλέον πιθανό σενάριο!
Είναι προφανές ότι γύρω μας συμβαίνουν τεκτονικές αλλαγές, τις οποίες το «σύστημα», δηλαδή το πολιτικο-οικονομικό κατεστημένο δεν φαίνεται επί του παρόντος να μπορεί να ορίσει, να προβλέψει και να επηρεάσει. Ο διευθυντής του Bruegel –ενός από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά think tanks-Daniel Gros έγραψε σε πρόσφατο άρθρο του ότι η κυρίαρχη εξήγηση και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού είναι ότι ο ανερχόμενος λαϊκισμός τροφοδοτείται και τροφοδοτεί (από) «μια εξέγερση των ηττημένων της παγκοσμιοποίησης».
Το πρόβλημα είναι ότι τα τελευταία χρόνια και κυρίως τα χρόνια της κρίσης «οι ηττημένοι» πολλαπλασιάστηκαν κι εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται, δημιουργώντας «κοινωνίες των 2/3» από την ανάποδη: δηλαδή με το 1/3 –ή και λιγότερο-να ευημερεί και τα 2/3 να εξομοιώνονται προς τα κάτω! Η κατάρριψη των συνόρων, ως αποτέλεσμα των διαδοχικών κύκλων απελευθέρωσης του παγκόσμιου εμπορίου και η αλματώδης τεχνολογική εξέλιξη, συρρικνώνουν την εγχώρια μεταποιητική βάση σχεδόν παντού, με αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά για θέσεις καλά αμοιβόμενες και να αυξάνεται για χαμηλά αμοιβόμενες, χαμηλών προσόντων θέσεις. Ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, βιώνουν ή αισθάνονται να απειλούνται από το δίλημμα «συρρίκνωση του εισοδήματος ή ανεργία».
Μέσα σ αυτό το ήδη δύσκολο σκηνικό, η νέα έξαρση του μεταναστευτικού-προσφυγικού προβλήματος επιδεινώνει ραγδαία την κατάσταση, γιατί απλούστατα οξύνει και διευρύνει το δίλημμα που έτσι κι αλλιώς αντιμετωπίζουν πολλοί ευρωπαίοι (και όχι μόνο).
Λύση, τουλάχιστον προφανής, δεν υπάρχει! Κι αυτό εξηγεί εν πολλοίς, γιατί ο λαϊκισμός και οι ακροδεξιές φωνές βρίσκουν τέτοια απήχηση σήμερα και στην Αμερική και στην Ευρώπη. Λαϊκιστές και ακροδεξιοί «παίζουν» με την ανασφάλεια και με το αίσθημα «εθνικής ταυτότητας» και καλλιεργούν φρούδες ελπίδες ότι θα ορθώσουν τείχη και θα κλείσουν σύνορα και στους μετανάστες αλλά και στις Αγορές!
Υπόσχονται επιστροφή σ' ένα καθεστώς «εθνικού προστατευτισμού» είτε από αφέλεια είτε από στυγνό κυνισμό, προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία, την οποία είναι βέβαιο ότι μετά, δεν θα ξέρουν τι να την κάνουν!
Χωρίς καμία διάθεση ταύτισης ή παραλληλισμού, τα διαδραματιζόμενα σε μας εδώ, με τη θεαματική στροφή Τσίπρα προς το «ρεαλισμό», δείχνουν ότι το αδιέξοδο είναι πολύ μεγάλο. Ακόμα και στη «συστημική» Γαλλία, εκτός ή και σε συνδυασμό με την επέλαση της Marine Le Pen, το διογκούμενο κύμα οργής εναντίον του γάλλου Προέδρου Francois Hollande, έχει ως υπόβαθρο ένα «αίσθημα εξαπάτησης» μεγάλης μερίδας του γαλλικού λαού, λόγω των προωθούμενων αλλαγών στην αγορά εργασίας, σε πλήρη αναντιστοιχία με τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και υποσχέσεις. Στην Αυστρία, όπου σε 10 μέρες διεξάγονται οι προεδρικές εκλογές, η βασική «υπόσχεση» του ακροδεξιού διαφαινόμενου νικητή είναι ότι «θα διώξει τους ξένους» και θα «βάλει βέτο» στην προωθούμενη ιστορική εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ, που αναμένεται να δημιουργήσει τη μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο.
Είναι τελείως προφανές ότι τα όσα επαγγέλλονται και υπόσχονται οι ακροδεξιοί και οι κάθε απόχρωσης λαϊκιστές είναι εκτός τόπου και χρόνου και λύσεις δεν πρόκειται να δώσουν. Λύσεις όμως δεν δίνουν, επί του παρόντος τουλάχιστον, ούτε τα «συστημικά» κόμματα, στο φαινόμενο της «ανάποδης» κοινωνίας των 2/3. Για μεν την ανά τον κόσμο συντηρητική ή κεντροδεξιά οικογένεια το πρόβλημα είναι μικρότερο, γιατί το 1/3 των ευνοημένων οπωσδήποτε την προτιμά και γιατί είναι πολύ περισσότερο ανεκτική απέναντι στο φαινόμενο της διεύρυνσης των ανισοτήτων. Για τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά είναι ζήτημα επιβίωσης να ανακτήσει τη διακριτότητά της και να προσπαθήσει με σοβαρότητα και με συμμαχίες στο ευρωπαϊκό κυρίως πλαίσιο, να (επανα) σχεδιάσει πολιτικές προτάσεις που θα απαντούν στα σύνθετα προβλήματα όχι του χθες, αλλά του σήμερα και του αύριο. Είτε θα το κάνει είτε θα παρακολουθεί τους παραδοσιακούς και «φυσικούς» ψηφοφόρους της όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη την Ευρώπη να υποκύπτουν, μέσα στην απελπισία τους, στις σειρήνες είτε της ακροδεξιάς είτε του λαϊκισμού κάθε προέλευσης. Και παράλληλα, θα παρακολουθεί την αποσύνθεση ενός προνομιακού πεδίου για τις δικές της πολιτικές, δηλαδή την αποσύνθεση της Ευρώπης…
*H Άννυ Ποδηματά είναι δημοσιογράφος, πρώην ευρωβουλευτής και πρώην Αντιπρόεδρος του ΕΚ.
Αλλά και στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού τα πράγματα δεν είναι καλύτερα: το αδιανόητο έως χθες ενδεχόμενο να κερδίσει το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων για τις προεδρικές εκλογές ο ακροδεξιών αντιλήψεων λαϊκιστής μεγιστάνας Donald Trump, προβάλλεται πλέον ως το πλέον πιθανό σενάριο!
Είναι προφανές ότι γύρω μας συμβαίνουν τεκτονικές αλλαγές, τις οποίες το «σύστημα», δηλαδή το πολιτικο-οικονομικό κατεστημένο δεν φαίνεται επί του παρόντος να μπορεί να ορίσει, να προβλέψει και να επηρεάσει. Ο διευθυντής του Bruegel –ενός από τα μεγαλύτερα ευρωπαϊκά think tanks-Daniel Gros έγραψε σε πρόσφατο άρθρο του ότι η κυρίαρχη εξήγηση και στις δυο πλευρές του Ατλαντικού είναι ότι ο ανερχόμενος λαϊκισμός τροφοδοτείται και τροφοδοτεί (από) «μια εξέγερση των ηττημένων της παγκοσμιοποίησης».
Το πρόβλημα είναι ότι τα τελευταία χρόνια και κυρίως τα χρόνια της κρίσης «οι ηττημένοι» πολλαπλασιάστηκαν κι εξακολουθούν να πολλαπλασιάζονται, δημιουργώντας «κοινωνίες των 2/3» από την ανάποδη: δηλαδή με το 1/3 –ή και λιγότερο-να ευημερεί και τα 2/3 να εξομοιώνονται προς τα κάτω! Η κατάρριψη των συνόρων, ως αποτέλεσμα των διαδοχικών κύκλων απελευθέρωσης του παγκόσμιου εμπορίου και η αλματώδης τεχνολογική εξέλιξη, συρρικνώνουν την εγχώρια μεταποιητική βάση σχεδόν παντού, με αποτέλεσμα να μειώνεται η προσφορά για θέσεις καλά αμοιβόμενες και να αυξάνεται για χαμηλά αμοιβόμενες, χαμηλών προσόντων θέσεις. Ολοένα και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, βιώνουν ή αισθάνονται να απειλούνται από το δίλημμα «συρρίκνωση του εισοδήματος ή ανεργία».
Μέσα σ αυτό το ήδη δύσκολο σκηνικό, η νέα έξαρση του μεταναστευτικού-προσφυγικού προβλήματος επιδεινώνει ραγδαία την κατάσταση, γιατί απλούστατα οξύνει και διευρύνει το δίλημμα που έτσι κι αλλιώς αντιμετωπίζουν πολλοί ευρωπαίοι (και όχι μόνο).
Λύση, τουλάχιστον προφανής, δεν υπάρχει! Κι αυτό εξηγεί εν πολλοίς, γιατί ο λαϊκισμός και οι ακροδεξιές φωνές βρίσκουν τέτοια απήχηση σήμερα και στην Αμερική και στην Ευρώπη. Λαϊκιστές και ακροδεξιοί «παίζουν» με την ανασφάλεια και με το αίσθημα «εθνικής ταυτότητας» και καλλιεργούν φρούδες ελπίδες ότι θα ορθώσουν τείχη και θα κλείσουν σύνορα και στους μετανάστες αλλά και στις Αγορές!
Υπόσχονται επιστροφή σ' ένα καθεστώς «εθνικού προστατευτισμού» είτε από αφέλεια είτε από στυγνό κυνισμό, προκειμένου να καταλάβουν την εξουσία, την οποία είναι βέβαιο ότι μετά, δεν θα ξέρουν τι να την κάνουν!
Χωρίς καμία διάθεση ταύτισης ή παραλληλισμού, τα διαδραματιζόμενα σε μας εδώ, με τη θεαματική στροφή Τσίπρα προς το «ρεαλισμό», δείχνουν ότι το αδιέξοδο είναι πολύ μεγάλο. Ακόμα και στη «συστημική» Γαλλία, εκτός ή και σε συνδυασμό με την επέλαση της Marine Le Pen, το διογκούμενο κύμα οργής εναντίον του γάλλου Προέδρου Francois Hollande, έχει ως υπόβαθρο ένα «αίσθημα εξαπάτησης» μεγάλης μερίδας του γαλλικού λαού, λόγω των προωθούμενων αλλαγών στην αγορά εργασίας, σε πλήρη αναντιστοιχία με τις προεκλογικές του δεσμεύσεις και υποσχέσεις. Στην Αυστρία, όπου σε 10 μέρες διεξάγονται οι προεδρικές εκλογές, η βασική «υπόσχεση» του ακροδεξιού διαφαινόμενου νικητή είναι ότι «θα διώξει τους ξένους» και θα «βάλει βέτο» στην προωθούμενη ιστορική εμπορική συμφωνία ΗΠΑ-ΕΕ, που αναμένεται να δημιουργήσει τη μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο.
Είναι τελείως προφανές ότι τα όσα επαγγέλλονται και υπόσχονται οι ακροδεξιοί και οι κάθε απόχρωσης λαϊκιστές είναι εκτός τόπου και χρόνου και λύσεις δεν πρόκειται να δώσουν. Λύσεις όμως δεν δίνουν, επί του παρόντος τουλάχιστον, ούτε τα «συστημικά» κόμματα, στο φαινόμενο της «ανάποδης» κοινωνίας των 2/3. Για μεν την ανά τον κόσμο συντηρητική ή κεντροδεξιά οικογένεια το πρόβλημα είναι μικρότερο, γιατί το 1/3 των ευνοημένων οπωσδήποτε την προτιμά και γιατί είναι πολύ περισσότερο ανεκτική απέναντι στο φαινόμενο της διεύρυνσης των ανισοτήτων. Για τη σοσιαλδημοκρατία και την κεντροαριστερά είναι ζήτημα επιβίωσης να ανακτήσει τη διακριτότητά της και να προσπαθήσει με σοβαρότητα και με συμμαχίες στο ευρωπαϊκό κυρίως πλαίσιο, να (επανα) σχεδιάσει πολιτικές προτάσεις που θα απαντούν στα σύνθετα προβλήματα όχι του χθες, αλλά του σήμερα και του αύριο. Είτε θα το κάνει είτε θα παρακολουθεί τους παραδοσιακούς και «φυσικούς» ψηφοφόρους της όχι μόνο εδώ αλλά σε όλη την Ευρώπη να υποκύπτουν, μέσα στην απελπισία τους, στις σειρήνες είτε της ακροδεξιάς είτε του λαϊκισμού κάθε προέλευσης. Και παράλληλα, θα παρακολουθεί την αποσύνθεση ενός προνομιακού πεδίου για τις δικές της πολιτικές, δηλαδή την αποσύνθεση της Ευρώπης…
*H Άννυ Ποδηματά είναι δημοσιογράφος, πρώην ευρωβουλευτής και πρώην Αντιπρόεδρος του ΕΚ.