► ΑΠΟΣΤΟΛΗ στο Ντιγιάρμπακιρ
Hταν μεσημέρι, στην κεντρική λεωφόρο Ελαζίγκ που καταλήγει στη Σουρ, το ιστορικό κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, και μια ομάδα 40-50 ατόμων ανέβαινε προς το δημαρχείο, φωνάζοντας το σύνθημα «Γυναίκες, ζωή, ελευθερία».
Οι περισσότερες ήταν γυναίκες, γιατροί και νοσοκόμες, με λευκές ιατρικές στολές και γύρω τους, δεκάδες άντρες, αστυνομικοί με πολιτικά και όπλα στα χέρια, πιστόλια και αυτόματα, τις ακολουθούσαν σε πολύ μικρή απόσταση.
Αυτοκίνητα με συμβατικές πινακίδες, γεμάτα ένοπλους ασφαλίτες, κλούβες και μια αύρα με κανόνια νερού, εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα από το πουθενά, τη στιγμή που οι γυναίκες έφτασαν μπροστά από το δημαρχείο.
Ενας αξιωματικός (;) με πολιτικά και το όπλο του στο χέρι, φώναξε στις γυναίκες να κατέβουν από τα σκαλιά του δημαρχείου για να μιλήσουν.
Οι Κούρδισσες αρνήθηκαν. Του είπαν «έλα εσύ».
Επειτα από διαπραγμάτευση, συναντήθηκαν στη μέση της απόστασης. Οι αστυνομικοί τούς είπαν ότι, αν συνεχίσουν να φωνάζουν συνθήματα, θα τους επιτεθούν, «θα υπάρξουν συνέπειες».
Η υδραντλία κινήθηκε, ετοιμάστηκε για δράση και στόχευσε προκλητικά την ομάδα των γιατρών και των νοσηλευτριών, ενώ τα αστυνομικά αυτοκίνητα σχημάτισαν κλοιό.
Η ένταση είχε κορυφωθεί, οι γυναίκες όμως άρχισαν να τραγουδάνε και αψήφησαν την τρομοκρατία.
Ενα ελικόπτερο πέταγε πάνω από την περιοχή και ο ήχος της μάχης ση Σουρ ακουγόταν καθαρά, ένας ήχος απόκοσμος και εξωπραγματικός.
Βόμβες και βαριά όπλα μέσα στο κέντρο μιας πόλης ενός και πλέον εκατομμυρίου κατοίκων.
«Καλώς ήλθες στο Ντιγιάρμπακιρ», μου είπε η Μουλτάν, μια εθελόντρια της κίνησης των γιατρών, που προσπαθούν να περάσουν μέσα στην πολιορκημένη Σουρ για να παραλάβουν νεκρούς και τραυματίες.
Στη σκάλα και τον διάδρομο δεκάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών μιλούν χαμηλόφωνα, περιμένουν τη σειρά τους για να μπουν στα γραφεία.
Στη μικρή κατάμεστη αίθουσα, αριστερά, κάθονται οι επισκέπτες σε καρέκλες, σιωπηλοί, σκυθρωποί, αμίλητοι, ενώ δεξιά, απέναντί τους, είναι κατάχαμα δέκα άντρες και γυναίκες, με μαύρες κορδέλες στο μέτωπο και κρατούν στα χέρια τους φωτογραφίες νεαρών αγοριών και κοριτσιών.
Είναι οι φωτογραφίες από τα παιδιά τους, τα ανίψια τους ή τα εγγόνια τους που σκοτώθηκαν στη Σουρ και που οι σοροί τους εξακολουθούν να μένουν άταφες και δεν τους έχουν παραδοθεί.
Εχουν αρχίσει απεργία πείνας με μοναδικό αίτημα να μπορέσουν να θάψουν τους αγαπημένους τους.
Ο Αμπντουλαζίζ Οράν έχασε τον 22χρονο ανιψιό του, Ισα, φοιτητή στο Πανεπιστήμιο της Σμύρνης.
Σκοτώθηκε πριν από 25 μέρες.
«Είναι μουσουλμάνοι αυτοί που αφήνουν άταφα τα παιδιά μας; Ολες οι θρησκείες σέβονται τους νεκρούς. Εδώ έχουμε μια ισλαμική κυβέρνηση που παραβαίνει το Κοράνι. Ομως οι λόγοι είναι πολιτικοί. Θέλουν να μας τιμωρήσουν. Να δείξουν στους Κούρδους τι παθαίνει κανείς όταν αψηφά το κράτος. Θέλουν να μας κάνουν να σκύψουμε το κεφάλι», μου λέει με οργή.
Και συνεχίζει:
Μαζί με τον Ισα σκοτώθηκε και ο 23χρονος Μεσούτ Σεβιρτέκ. Ηταν αδελφικοί φίλοι. Την ημέρα που συνάντησα τον θείο του, Ταράκ Σεβιρτέκ στα γραφεία της Ενωσης, ο Μεσούτ θα είχε γενέθλια. Θα γινόταν 24 χρόνων.
Ο Ταράκ, που έμενε στη Σουρ, μου λέει ότι τις πρώτες μέρες των
συγκρούσεων είδε με τα ίδια του τα μάτια την αστυνομία να ρίχνει με
πραγματικά πυρά κατά αμάχων. Κατέστρεψαν το σπίτι του και τότε αποφάσισε
να φύγει από τη Σουρ.
Τώρα μένει σε συγγενείς σε άλλη ασφαλή συνοικία. Τα μοναδικά του υπάρχοντα είναι τα ρούχα που φοράει.
«Δεν με νοιάζει τίποτα, το μόνο που θέλουμε εμείς σαν οικογένεια είναι να θάψουμε το αγόρι μας. Οταν οι Αρχές δεν σου δίνουν τη σορό του παιδιού σου, σημαίνει ότι έχουν όλα καταρρεύσει. Σημαίνει ότι εδώ δεν υπάρχει κράτος», παρεμβαίνει η γυναίκα του, Γκιουλέρ, και τα βάζει με την Ευρώπη που αποδέχεται και σιωπά για όσα συμβαίνουν στην περιοχή τους.
«Η Ευρώπη στηρίζει τον Ερντογάν, κι αυτός μας σκοτώνει», φωνάζει η μητέρα τής Ροζερίν Τσουνκούρ. «Είμαστε φτωχοί άνθρωποι, δεν έχουμε φωνή. Μιλήστε για όσα συμβαίνουν εδώ. Η κόρη μου πέθανε και το κράτος λέει ότι ήταν τρομοκράτισσα. Η Ροζερίν ήταν 16 χρόνων μαθήτρια, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν. Οταν έβλεπε ένα σπουργίτι πληγωμένο, έκλαιγε».
«Ηταν καλή μαθήτρια, ήθελε να γίνει γιατρός. Ηταν υπέρ της ειρήνης, δεν πίστευε στη βία. Δεν ξέρουμε πώς σκοτώθηκε. Το σχολείο της ήταν στη Σουρ. Μας ειδοποίησαν γείτονες για τον χαμό της, πριν από οκτώ μέρες. Προσπαθήσαμε να πλησιάσουμε το σημείο όπου έπεσε νεκρή, αλλά η αστυνομία δεν μας άφησε. Οι Αρχές λένε πως δεν ξέρουν πού είναι. Πήγαμε όλοι οι συγγενείς στην αστυνομία και δεν μας δέχτηκαν, είπαν να πάμε ατομικά. Μας ζήτησαν να κάνουμε δήλωση εξαφάνισης. Αρνηθήκαμε. Είναι υποκριτές και απάνθρωποι», λέει ο πατέρας της, Μουσταφά Τσουνκούρ.
«Ο δικός μου ανιψιός δεν πέθανε τυχαία», λέει ο θείος του 16χρονου Ραμαζάν Ογκούτ:
Δεν θέλουμε τον πόλεμο, θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά, με τα δικαιώματά μας κατοχυρωμένα. Ομως εδώ δεν μας αφήνουν ούτε να διαδηλώσουμε ούτε καν να φωνάξουμε ένα σύνθημα. Ερχονται και μας διαλύουν τις ειρηνικές συγκεντρώσεις.
Αυτά δεν τα βλέπει η Ευρώπη; Δεν είναι η δημοκρατία για όλους;»
Σύμφωνα με τις Αρχές, 62 ένοπλοι έχουν «εξουδετερωθεί» στη Σουρ από την αρχή των συγκρούσεων, εδώ και 45 ημέρες.
Καμία σορός δεν έχει αποδοθεί σε συγγενείς.
Βγαίνοντας από τα γραφεία της Κίνησης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ντιγιάρμπακιρ, αντικρίζουμε στην απέναντι πολυκατοικία ένα τεράστιο πορτρέτο ενός χαμογελαστού άντρα, που θα συναντήσουμε πολλές φορές ξανά μέσα στην πόλη.
Στο πανό γράφει «Ταχίρ Ελτσι, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ».
Ο Ελτσι ήταν ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της επαρχίας Ντιγιάρμπακιρ και ο πλέον γνωστός ποινικολόγος της χώρας.
❝Υπερασπιζόταν τους φτωχούς, τους αδύναμους, τα ανθρώπινα
δικαιώματα. Ηταν ένας χαρισματικός άνθρωπος που σκοτώθηκε στη Σουρ τον
περασμένο Νοέμβριο, κατά τη διάρκεια ανοιχτής συγκέντρωσης, στην οποία
ήταν κεντρικός ομιλητής. Είχαν αρχίσει κάποιες μυστήριες εμπρηστικές
επιθέσεις σε τζαμιά και καταστροφές σε μνημεία της Σουρ και καλούσε τον
κόσμο να υπερασπιστεί την πολιτιστική του κληρονομιά. Τα τείχη της Σουρ
έχουν κηρυχτεί μνημεία από την UNESCO. Την ώρα της ομιλίας του, δύο
ένοπλοι επιτέθηκαν σε αστυνομικούς, ακολούθησε ανταλλαγή πυρών και ο
Ελτσι έπεσε νεκρός. Η υπόθεση ερευνάται από την εισαγγελία, αλλά δεν
έχει ακόμη υπάρξει πόρισμα ❞, λέει το μέλος του Δ.Σ. του Δικηγορικού συλλόγου, Τσιχάν Ιπέκ.
Είκοσι δικηγόροι, μέλη του συλλόγου, ερευνούν την υπόθεση και υποπτεύονται ότι δολοφονήθηκε, καθώς μία ημέρα πριν, ο Ελτσι είχε συμμετάσχει σε τηλεοπτική εκπομπή στην οποία διατύπωσε την άποψη ότι το PKK χρησιμοποιεί τρομοκρατικές μεθόδους, αλλά δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση.
Ενας διαβόητος ακροδεξιός μαφιόζος τον απείλησε αμέσως μετά το τέλος της εκπομπής.
Την επομένη ημέρα της δολοφονίας του Ταχίρ Ελτσι, ξεκίνησαν οι ένοπλες συγκρούσεις στη Σουρ και ο αποκλεισμός.
«Δυστυχώς δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία για να καταλήξουμε ποιος ευθύνεται για τη δολοφονία του προέδρου μας. Φοβάμαι πως η υπόθεση μπορεί να μην κλείσει ποτέ» , τονίζει ο Ιπέκ.
Το μεσημέρι είχε προγραμματιστεί διαδήλωση διαμαρτυρίας στο κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, στο Οφις, μακριά από τη Σουρ.
Το κάλεσμα το έκανε μια επιτροπή που ζητάει να σταματήσει η πολιορκία της παλιάς πόλης.
Φτάσαμε και αντικρίσαμε μερικές εκατοντάδες άτομα να είναι εγκλωβισμένα μεταξύ δύο δρόμων και πάνω από δέκα θωρακισμένες αύρες της αστυνομίας και ειδικά οχήματα με αντλίες νερού, να έχουν κλείσει όλες τις εξόδους διαφυγής.
Διμοιρίες των ΜΑΤ με ασπίδες και εκτοξευτές δακρυγόνων και άντρες της Ασφάλειας με πολιτικά και Καλάσνικοφ στα χέρια είχαν παραταχτεί πίσω από τα αστυνομικά οχήματα.
Το πλήθος άρχισε ξαφνικά να φωνάζει συνθήματα και ένας αστυνομικός με ντουντούκα τούς ζήτησε να διαλυθούν.
Ο κόσμος έκανε το σήμα της νίκης και έπεσαν τα πρώτα δακρυγόνα. Μια αύρα με αντλία άρχισε να ρίχνει νερό.
Οι ασφαλίτες έκαναν πολλές συλλήψεις, μπήκαν σε καταστήματα όπου είχαν βρει καταφύγιο διαδηλωτές και σύντομα όλη η περιοχή πνίγηκε στα δακρυγόνα.
Δύο Ρώσοι δημοσιογράφοι συνελήφθησαν.
Στα κεντρικά γραφεία του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, ο συμπρόεδρος της επαρχιακής οργάνωσης Ομέρ Ονέν υποστηρίζει πως, για τον Ερντογάν, κάθε διαφορετική φωνή είναι αυτόματα εχθρός του κράτους:
Hταν μεσημέρι, στην κεντρική λεωφόρο Ελαζίγκ που καταλήγει στη Σουρ, το ιστορικό κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, και μια ομάδα 40-50 ατόμων ανέβαινε προς το δημαρχείο, φωνάζοντας το σύνθημα «Γυναίκες, ζωή, ελευθερία».
Οι περισσότερες ήταν γυναίκες, γιατροί και νοσοκόμες, με λευκές ιατρικές στολές και γύρω τους, δεκάδες άντρες, αστυνομικοί με πολιτικά και όπλα στα χέρια, πιστόλια και αυτόματα, τις ακολουθούσαν σε πολύ μικρή απόσταση.
Αυτοκίνητα με συμβατικές πινακίδες, γεμάτα ένοπλους ασφαλίτες, κλούβες και μια αύρα με κανόνια νερού, εμφανίστηκαν σχεδόν ταυτόχρονα από το πουθενά, τη στιγμή που οι γυναίκες έφτασαν μπροστά από το δημαρχείο.
Ενας αξιωματικός (;) με πολιτικά και το όπλο του στο χέρι, φώναξε στις γυναίκες να κατέβουν από τα σκαλιά του δημαρχείου για να μιλήσουν.
Οι Κούρδισσες αρνήθηκαν. Του είπαν «έλα εσύ».
Επειτα από διαπραγμάτευση, συναντήθηκαν στη μέση της απόστασης. Οι αστυνομικοί τούς είπαν ότι, αν συνεχίσουν να φωνάζουν συνθήματα, θα τους επιτεθούν, «θα υπάρξουν συνέπειες».
Η υδραντλία κινήθηκε, ετοιμάστηκε για δράση και στόχευσε προκλητικά την ομάδα των γιατρών και των νοσηλευτριών, ενώ τα αστυνομικά αυτοκίνητα σχημάτισαν κλοιό.
Η ένταση είχε κορυφωθεί, οι γυναίκες όμως άρχισαν να τραγουδάνε και αψήφησαν την τρομοκρατία.
Ενα ελικόπτερο πέταγε πάνω από την περιοχή και ο ήχος της μάχης ση Σουρ ακουγόταν καθαρά, ένας ήχος απόκοσμος και εξωπραγματικός.
Βόμβες και βαριά όπλα μέσα στο κέντρο μιας πόλης ενός και πλέον εκατομμυρίου κατοίκων.
«Καλώς ήλθες στο Ντιγιάρμπακιρ», μου είπε η Μουλτάν, μια εθελόντρια της κίνησης των γιατρών, που προσπαθούν να περάσουν μέσα στην πολιορκημένη Σουρ για να παραλάβουν νεκρούς και τραυματίες.
«Εδώ και 45 μέρες κανείς δεν μπαίνει
στη Σουρ (την περίκλειστη με αρχαίο τείχος καστροσυνοικία του
Ντιγιάρμπακιρ, όπου διεξάγονται σφοδρές και φονικές μάχες μεταξύ νεαρών
Κούρδων και των τουρκικών ειδικών δυνάμεων).
Γύρω από τη Σουρ, από τις 11
Δεκεμβρίου, όταν άρχισαν οι ένοπλες συγκρούσεις, η αστυνομία έχει
εφαρμόσει αποκλεισμό. Οσοι Κούρδοι τραυματίζονται δεν έχουν καμία τύχη.
Οι Αρχές τούς θεωρούν όλους “τρομοκράτες”.
Απαγορεύεται στους γιατρούς να τους
μεταφέρουν στα νοσοκομεία, όσο για τις σορούς των θυμάτων, αυτές
αφήνονται στον δρόμο, άταφες για μέρες. Τα ασθενοφόρα που περιμένουν έξω
από τον κλοιό του θανάτου προορίζονται μόνο για τους ένστολους. Ολο
αυτό το διάστημα, η κίνηση των γιατρών διαμαρτύρεται σε καθημερινή
δράση, με πορείες και συγκεντρώσεις με σημείο συνάντησης το δημαρχείο».
Οι «Αντιγόνες» και ο «Κρέοντας»
Τα γραφεία της Κίνησης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ντιγιάρμπακιρ βρίσκονται στον πρώτο όροφο μιας πολυκατοικίας.Στη σκάλα και τον διάδρομο δεκάδες άνθρωποι όλων των ηλικιών μιλούν χαμηλόφωνα, περιμένουν τη σειρά τους για να μπουν στα γραφεία.
Στη μικρή κατάμεστη αίθουσα, αριστερά, κάθονται οι επισκέπτες σε καρέκλες, σιωπηλοί, σκυθρωποί, αμίλητοι, ενώ δεξιά, απέναντί τους, είναι κατάχαμα δέκα άντρες και γυναίκες, με μαύρες κορδέλες στο μέτωπο και κρατούν στα χέρια τους φωτογραφίες νεαρών αγοριών και κοριτσιών.
Είναι οι φωτογραφίες από τα παιδιά τους, τα ανίψια τους ή τα εγγόνια τους που σκοτώθηκαν στη Σουρ και που οι σοροί τους εξακολουθούν να μένουν άταφες και δεν τους έχουν παραδοθεί.
Εχουν αρχίσει απεργία πείνας με μοναδικό αίτημα να μπορέσουν να θάψουν τους αγαπημένους τους.
«Είναι μουσουλμάνοι αυτοί που αφήνουν άταφα τα παιδιά μας; Ολες οι θρησκείες σέβονται τους νεκρούς. Εδώ έχουμε μια ισλαμική κυβέρνηση που παραβαίνει το Κοράνι. Ομως οι λόγοι είναι πολιτικοί. Θέλουν να μας τιμωρήσουν. Να δείξουν στους Κούρδους τι παθαίνει κανείς όταν αψηφά το κράτος. Θέλουν να μας κάνουν να σκύψουμε το κεφάλι», μου λέει με οργή.
Και συνεχίζει:
«Δεν θα ανεχόμαστε να είμαστε πολίτες
δεύτερης κατηγορίας, θέλουμε ισονομία, δεν αποδεχόμαστε να είμαστε
σκλάβοι, να μας διατάζουν και να μην έχουμε δικαιώματα, να μας
περιφρονούν. Οι νέοι που αντιστέκονται μέσα στη Σουρ αγωνίζονται για να
ζήσουν ελεύθεροι.
Υπερασπίζονται τη γειτονιά τους από
τους εισβολείς. Δεν ξέρουμε κάτω από ποιες συνθήκες σκοτώθηκε ο Ισα. Τα
περισσότερα θύματα σκοτώθηκαν μέσα σε σπίτια από βόμβες».
Τώρα μένει σε συγγενείς σε άλλη ασφαλή συνοικία. Τα μοναδικά του υπάρχοντα είναι τα ρούχα που φοράει.
«Δεν με νοιάζει τίποτα, το μόνο που θέλουμε εμείς σαν οικογένεια είναι να θάψουμε το αγόρι μας. Οταν οι Αρχές δεν σου δίνουν τη σορό του παιδιού σου, σημαίνει ότι έχουν όλα καταρρεύσει. Σημαίνει ότι εδώ δεν υπάρχει κράτος», παρεμβαίνει η γυναίκα του, Γκιουλέρ, και τα βάζει με την Ευρώπη που αποδέχεται και σιωπά για όσα συμβαίνουν στην περιοχή τους.
«Η Ευρώπη στηρίζει τον Ερντογάν, κι αυτός μας σκοτώνει», φωνάζει η μητέρα τής Ροζερίν Τσουνκούρ. «Είμαστε φτωχοί άνθρωποι, δεν έχουμε φωνή. Μιλήστε για όσα συμβαίνουν εδώ. Η κόρη μου πέθανε και το κράτος λέει ότι ήταν τρομοκράτισσα. Η Ροζερίν ήταν 16 χρόνων μαθήτρια, δεν έβλαψε ποτέ κανέναν. Οταν έβλεπε ένα σπουργίτι πληγωμένο, έκλαιγε».
«Ηταν καλή μαθήτρια, ήθελε να γίνει γιατρός. Ηταν υπέρ της ειρήνης, δεν πίστευε στη βία. Δεν ξέρουμε πώς σκοτώθηκε. Το σχολείο της ήταν στη Σουρ. Μας ειδοποίησαν γείτονες για τον χαμό της, πριν από οκτώ μέρες. Προσπαθήσαμε να πλησιάσουμε το σημείο όπου έπεσε νεκρή, αλλά η αστυνομία δεν μας άφησε. Οι Αρχές λένε πως δεν ξέρουν πού είναι. Πήγαμε όλοι οι συγγενείς στην αστυνομία και δεν μας δέχτηκαν, είπαν να πάμε ατομικά. Μας ζήτησαν να κάνουμε δήλωση εξαφάνισης. Αρνηθήκαμε. Είναι υποκριτές και απάνθρωποι», λέει ο πατέρας της, Μουσταφά Τσουνκούρ.
«Κάποια παιδιά ναι, όχι όμως ο
Ραμαζάν. Οταν δολοφονήθηκε ο καλύτερός του φίλος από αστυνομικούς με
κουκούλες, ορκίστηκε εκδίκηση. Προσπαθήσαμε να τον αποτρέψουμε, αλλά δεν
τα καταφέραμε. Εφυγε από το σπίτι και μας είπε “ένας Ραμαζάν πεθαίνει,
1.000 έρχονται”.
Αυτοί οι δολοφόνοι με τις κουκούλες στέλνουν μήνυμα φόβου. Εμείς
δεν φοβόμαστε τους ανθρώπους χωρίς πρόσωπο. Τις σκιές. Οι αστυνομικοί
πληρώνονται για να μας σκοτώνουν, εμείς βαδίζουμε εθελοντικά τον δρόμο
του αγώνα. Δεν θέλουμε τον πόλεμο, θέλουμε να ζήσουμε ειρηνικά, με τα δικαιώματά μας κατοχυρωμένα. Ομως εδώ δεν μας αφήνουν ούτε να διαδηλώσουμε ούτε καν να φωνάξουμε ένα σύνθημα. Ερχονται και μας διαλύουν τις ειρηνικές συγκεντρώσεις.
Αυτά δεν τα βλέπει η Ευρώπη; Δεν είναι η δημοκρατία για όλους;»
Σύμφωνα με τις Αρχές, 62 ένοπλοι έχουν «εξουδετερωθεί» στη Σουρ από την αρχή των συγκρούσεων, εδώ και 45 ημέρες.
Καμία σορός δεν έχει αποδοθεί σε συγγενείς.
Βγαίνοντας από τα γραφεία της Κίνησης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Ντιγιάρμπακιρ, αντικρίζουμε στην απέναντι πολυκατοικία ένα τεράστιο πορτρέτο ενός χαμογελαστού άντρα, που θα συναντήσουμε πολλές φορές ξανά μέσα στην πόλη.
Στο πανό γράφει «Ταχίρ Ελτσι, δεν θα σε ξεχάσουμε ποτέ».
Ο Ελτσι ήταν ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου της επαρχίας Ντιγιάρμπακιρ και ο πλέον γνωστός ποινικολόγος της χώρας.
Είκοσι δικηγόροι, μέλη του συλλόγου, ερευνούν την υπόθεση και υποπτεύονται ότι δολοφονήθηκε, καθώς μία ημέρα πριν, ο Ελτσι είχε συμμετάσχει σε τηλεοπτική εκπομπή στην οποία διατύπωσε την άποψη ότι το PKK χρησιμοποιεί τρομοκρατικές μεθόδους, αλλά δεν είναι τρομοκρατική οργάνωση.
Ενας διαβόητος ακροδεξιός μαφιόζος τον απείλησε αμέσως μετά το τέλος της εκπομπής.
Την επομένη ημέρα της δολοφονίας του Ταχίρ Ελτσι, ξεκίνησαν οι ένοπλες συγκρούσεις στη Σουρ και ο αποκλεισμός.
«Δυστυχώς δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία για να καταλήξουμε ποιος ευθύνεται για τη δολοφονία του προέδρου μας. Φοβάμαι πως η υπόθεση μπορεί να μην κλείσει ποτέ» , τονίζει ο Ιπέκ.
Το μεσημέρι είχε προγραμματιστεί διαδήλωση διαμαρτυρίας στο κέντρο του Ντιγιάρμπακιρ, στο Οφις, μακριά από τη Σουρ.
Το κάλεσμα το έκανε μια επιτροπή που ζητάει να σταματήσει η πολιορκία της παλιάς πόλης.
Φτάσαμε και αντικρίσαμε μερικές εκατοντάδες άτομα να είναι εγκλωβισμένα μεταξύ δύο δρόμων και πάνω από δέκα θωρακισμένες αύρες της αστυνομίας και ειδικά οχήματα με αντλίες νερού, να έχουν κλείσει όλες τις εξόδους διαφυγής.
Διμοιρίες των ΜΑΤ με ασπίδες και εκτοξευτές δακρυγόνων και άντρες της Ασφάλειας με πολιτικά και Καλάσνικοφ στα χέρια είχαν παραταχτεί πίσω από τα αστυνομικά οχήματα.
Το πλήθος άρχισε ξαφνικά να φωνάζει συνθήματα και ένας αστυνομικός με ντουντούκα τούς ζήτησε να διαλυθούν.
Ο κόσμος έκανε το σήμα της νίκης και έπεσαν τα πρώτα δακρυγόνα. Μια αύρα με αντλία άρχισε να ρίχνει νερό.
Οι ασφαλίτες έκαναν πολλές συλλήψεις, μπήκαν σε καταστήματα όπου είχαν βρει καταφύγιο διαδηλωτές και σύντομα όλη η περιοχή πνίγηκε στα δακρυγόνα.
Δύο Ρώσοι δημοσιογράφοι συνελήφθησαν.
Δεν ανέχεται την κριτική, την ελεύθερη έκφραση. Ακόμη και οι ειρηνικές συγκεντρώσεις διαλύονται με τη βία.!Τη Δευτέρα το οδοιπορικό της «Εφ.Συν.» στο Ντιγιάρμπακιρ συνεχίζεται με ρεπορτάζ μέσα από τη Σουρ και τους κατοίκους που αρνούνται να την εγκαταλείψουν και με την άποψη του ΑΚΡ.
Εχθροί είναι όχι μόνο οι Κούρδοι, αλλά και οι αριστεροί, οι διανοούμενοι, οι δημοσιογράφοι που δεν ελέγχονται, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι.
Είναι τρομοκράτες οι 1.000 ακαδημαϊκοί που υπέγραψαν πρόσφατα την έκκληση για την ειρήνη; Κι όμως διώκονται με βάση τον αντιτρομοκρατικό νόμο.
Ο Ερντογάν προσπαθεί να απομονώσει τους Κούρδους, να μας περιθωριοποιήσει κατηγορώντας μας συλλήβδην για τρομοκρατία, για να μην έχουμε στηρίγματα, αλλά δεν θα το καταφέρει.
Εμείς έχουμε ρίζες στην κοινωνία, στις μειονότητες, στους δημοκρατικούς πολίτες, ανεξάρτητα από εθνικότητα, ταυτότητα και θρησκεία.
Σεβόμαστε τη διαφορά, πιστεύουμε στη δημοκρατία, στα ανθρώπινα δικαιώματα και την ειρήνη.
Αυτό που ζητάμε είναι η δημοκρατική αυτονομία σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης, ένα εναλλακτικό δημοκρατικό σύστημα εξουσίας. Ο Ερντογάν, όμως, θέλει να χτίσει μια Τουρκία με βάση ένα έθνος, μία θρησκεία, μία πατρίδα.
Αυτό δεν αφορά μόνο τους Κούρδους, αλλά όλους τους πολίτες αυτής της χώρας. Ομως ο κόσμος δεν πιστεύει πια σε αυτή την εξουσία.
Δεν είναι επιλογή μας ο πόλεμος. Ο Ερντογάν έφυγε από το τραπέζι του διαλόγου για το κουρδικό ζήτημα και επέλεξε τον πόλεμο, όταν είδε να ματαιώνονται τα σχέδιά του τόσο στο εσωτερικό, μετά την είσοδό μας στη Βουλή, όσο και στο εξωτερικό, με τον πόλεμο στη Συρία και το Ιράκ.
Αυτοί συνεργάζονται με το «Ισλαμικό κράτος» και την ίδια στιγμή μάς κατηγορεί για τρομοκρατία για να κρύψει τις δικές του σχέσεις με τους πραγματικούς τρομοκράτες.
Δυστυχώς, όσα φοβερά γίνονται στην περιοχή μας καλύπτονται από πέπλο σιωπής. Η Ευρώπη κλείνει τα μάτια για να πάρει ανταλλάγματα στο προσφυγικό και οι Αμερικανοί για να μπορούν να χρησιμοποιούν την τουρκική αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ στις επιχειρήσεις τους στη Συρία.