Λαβωμένες βγήκαν την εβδομάδα αυτή δύο δυνατές σχέσεις που θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε θερμό πολιτικό φλερτ.
Από την πρώτη στιγμή μετά τις εκλογές, η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας επένδυσαν στη λογική της πολιτικής διαπραγμάτευσης, της εκμετάλλευσης του «διχασμού» μεταξύ των δανειστών, της διάσπασης του εσωτερικού μετώπου στη Γερμανία. Κυρίως στις προσωπικές σχέσεις που θα μπορούσαν να οικοδομηθούν με τις δύο ισχυρές κυρίες που κρατούσαν στα χέρια τους την τύχη της Ελλάδας.
Τα μηνύματα έφθαναν αμέσως μετά τις εκλογές και δεν ήταν εντελώς αυθαίρετες οι ερμηνείες και οι επιλογές που έκανε το κυβερνητικό επιτελείο.
Στο πλαίσιο του ΔΝΤ είχε γίνει η αυτοκριτική για τα λάθη και τις αστοχίες των δύο προγραμμάτων, το Ταμείο σταθερά στήριζε την ανάγκη διασφάλισης της βιωσιμότητας του χρέους και τη γενναία αναδιάρθρωσή του. Με την προϋπόθεση φυσικά ότι το βάρος γι' αυτή την αναδιάρθρωση θα βάραινε την Ευρώπη. Η Κρ. Λαγκάρντ, αφού εξαντλήθηκε στις συναντήσεις με τον Γ. Βαρουφάκη, συνομίλησε τηλεφωνικά με τον πρωθυπουργό και βρήκε κώδικα επικοινωνίας για να περάσει το μήνυμα. Το ΔΝΤ θα βοηθήσει με κάθε τρόπο την Ελλάδα, αλλά λειτουργεί με βάση το καταστατικό του. Η στήριξη στην Ελλάδα δεν μπορεί να περάσει αυτά τα όρια.
Αλλαγή στάσης
Είναι η ίδια Κριστίν Λαγκάρντ η οποία πριν από τρία χρόνια έκανε μια δήλωση που εξόργισε τους πάντες και όχι μόνο τους Ελληνες, όταν δήλωνε ότι «πιο πολύ σκέφτομαι τα παιδιά σε σχολεία της Νιγηρίας που μοιράζονται μία καρέκλα ανά τρεις μαθητές επειδή θέλουν πραγματικά να μορφωθούν. Τα έχω στο μυαλό μου όλη την ώρα, γιατί πιστεύω ότι χρειάζονται περισσότερη βοήθεια από τους ανθρώπους που βρίσκονται στην Αθήνα».
Κι όμως, στα πρώτα βήματα της νέας κυβέρνησης η κ. Λαγκάρντ εμφανίστηκε ως πραγματική σύμμαχος της Αθήνας απέναντι στο «σκληρό» Βερολίνο. Είχε εξάλλου στον φάκελό της, όταν άκουγε την κριτική από τα άλλα μέλη του ΔΣ του ΔΝΤ, τη δημόσια δέσμευση του Γιάνη Βαρουφάκη στο κατώφλι του κτιρίου που στεγάζει το Ταμείο στην Ουάσιγκτον (και μάλιστα ανήμερα του Πάσχα των καθολικών) ότι η Ελλάδα θα εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της στο ΔΝΤ στο «διηνεκές»?
Υπήρξαν επανειλημμένες παρεμβάσεις, τηλεφωνικές επικοινωνίες, συχνά ταξίδια της κ. Λαγκάρντ στην Ευρώπη, καθώς και η πενταμερής συνάντηση που οργάνωσε η κ. Μέρκελ. Τότε η Γαλλίδα επικεφαλής του ΔΝΤ αισθάνθηκε για πρώτη φορά ότι κινδύνευε να βρεθεί εκτεθειμένη και απολογούμενη στο ΔΣ του Ταμείου. Η ελληνική κρίση δεν έχει αποδειχθεί γουρλίδικη για το Ταμείο, αν κρίνουμε από την κατάληξη του Ντομινίκ Στρος-Καν.
Την περασμένη Πέμπτη η κ. Λαγκάρντ όχι μόνο προσγειώθηκε στην πραγματικότητα, αλλά βρέθηκε εκτεθειμένη δημοσίως. Δήλωνε ότι η πληρωμή της δόσης από την Ελλάδα θα γίνει κανονικά, παραπέμποντας μάλιστα στη δήλωση του Αλέξη Τσίπρα στις Βρυξέλλες μετά τη νυκτερινή συνάντησή του με τον κ. Γιούνκερ και σχεδόν μισή ώρα αργότερα γινόταν γνωστό ότι η κυβέρνηση είχε υποβάλει αίτημα για ενοποίηση των δόσεων του Ιουνίου και δεν προτίθετο να καταβάλει τη δόση όπως διαβεβαίωνε η κ. Λαγκάρντ.
Ομως ήταν η κ. Μέρκελ που από την πρώτη στιγμή εμφανίστηκε ως η μεγάλη σύμμαχος του Ελληνα πρωθυπουργού. Και υπήρχαν πολλοί λόγοι γι' αυτή την ξαφνική «μεταστροφή» της Γερμανίδας καγκελαρίου. Η Α. Μέρκελ, φυσική και «πνευματική» διάδοχος του Χ. Κολ, έχει ταυτίσει την πολιτική πορεία της με την ενίσχυση της Γερμανίας ως ατμομηχανής στην πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αυτή είναι μια κληρονομιά που δεν μπορεί να τη θυσιάσει εύκολα.
Οι εικόνες που παρουσίαζαν στις συγκεντρώσεις και στα συλλαλητήρια στην Ελλάδα την καγκελάριο με τη ναζιστική στολή και με μουστάκι ήταν κάτι που τραυμάτιζε την εικόνα της ίδιας αλλά και της Γερμανίας. Η προσπάθειά της εστιάστηκε αρχικά στο να καταδειχθεί ότι δεν είναι η Γερμανία εναντίον των υπόλοιπων χωρών της Ευρωζώνης, αλλά στην περίπτωση της ελληνικής κρίσης είναι η Ελλάδα που έμεινε μόνη της απέναντι όλων των άλλων.
Η πραγματικότητα αυτή υποχρέωσε την κ. Μέρκελ να διαφοροποιηθεί σε συμβολικό τουλάχιστον επίπεδο από τον υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε. Που ποτέ δεν είχε πρόβλημα να παίζει τον ρόλο του δυσάρεστου. Δεν ήταν απλώς η διανομή ρόλων, του «κακού» και του «καλού». Η κ. Μέρκελ πιστεύει στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, όπως και ο κ. Σόιμπλε, αλλά είναι κυρίως η ίδια που έχει την ευθύνη των πολιτικών χειρισμών σε μια διαδικασία όπου υπάρχουν σφοδρότατες αντιρρήσεις στο εσωτερικό της Γερμανίας και ενστάσεις ισχυρότατων οικονομικών παραγόντων.
Ορια αντοχής
Με την κοινή γνώμη να είναι όλο και περισσότερο αντίθετη σε μια γενναιόδωρη αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος και έχοντας να αντιμετωπίσει τη «στάση» βουλευτών του κόμματός της, που ανέχονται με δυσκολία τον μεγάλο συνασπισμό με το SPD, η επίδειξη περαιτέρω «ανοχής» προς την Ελλάδα υπερβαίνει τα όρια αντοχής της.
Δεν είναι τυχαίο αυτό που γερμανικές πηγές τονίζουν. Το μεγάλο άλλοθι για το CDU και την ίδια την κ. Μέρκελ για να περνά τις αποφάσεις για την Ελλάδα στην Μπούντεσταγκ είναι ο ίδιος ο κ. Σόιμπλε. Και η εγγύηση που καθησυχάζει τους Γερμανούς βουλευτές είναι η συνέχιση της παρουσίας του ΔΝΤ στην Ελλάδα. Η Γερμανίδα καγκελάριος κράτησε ζωντανή την ελληνική διαπραγματευτική τακτική τις τελευταίες εβδομάδες. Αλλά η Αθήνα δεν μπόρεσε να αντιληφθεί πως ακόμη και η καγκελάριος έχει όρια, τα οποία δεν μπορεί να υπερβεί.
Η αλλαγή πλεύσης για το χρέος
Οταν η Μέρκελ απέβαλε τον Τόμσεν
Την περασμένη Δευτέρα, η πενταμερής του Βερολίνου οδήγησε σε μία ακόμη ανώμαλη προσγείωση. Η καγκελάριος Μέρκελ είναι εκείνη που σε συνεννόηση με τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι και τη διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ πήρε την πρωτοβουλία για τη σύγκλησή της. Εκεί όπου διαμορφώθηκε τελικά το έμμεσο τελεσίγραφο προς την Αθήνα. Σε αυτήν τη συνάντηση είναι που η κ. Μέρκελ φαίνεται ότι έκανε τη μεγάλη στροφή. Ενώ είχε πεισθεί για την ανάγκη απομείωσης του χρέους, η μεταστροφή της ΕΚΤ με τον κ. Ντράγκι να υιοθετεί τελικά την αντίληψη του ΔΝΤ έριξε τον κύβο.
Είχε προηγηθεί η αναταραχή στο επιτελείο της Α. Μέρκελ και του Β. Σόιμπλε με τη δημοσίευση του άρθρου του Αλ.Τσίπρα στη «Monde», ενός άρθρου που δεν περιορίστηκε μόνο στα θέματα της κρίσης χρέους αλλά επεκτάθηκε στον γενικότερο προσανατολισμό της ΕΕ. Οι αναφορές σε «κατάργηση της δημοκρατίας στην Ευρώπη», «δημιουργία ενός τεχνοκρατικού τερατουργήματος που οδηγεί σε μια Ευρώπη εντελώς ξένη προς τις ιδρυτικές της αξίες», σε στρατηγική που επιδιώκει «τη διάσπαση και τον διχασμό της Ευρωζώνης», δεν στρέφονταν εναντίον φανταστικών εχθρών αλλά έπλητταν ευθέως την κ. Μέρκελ.
Αρνητική επίδραση
Το κλίμα αυτό και οι προειδοποιήσεις για την «καμπάνα» του Χέμινγουεϊ που θα χτυπήσει επηρέασαν αρνητικά το κλίμα. Ηταν η ίδια η κ. Μέρκελ η οποία αφού απαίτησε την απομάκρυνση από την αίθουσα του Πολ Τόμσεν εξέφρασε τις ενστάσεις της για τις προτάσεις απομείωσης του χρέους. Ηταν η στιγμή που βγήκε από τη σκηνή ο κατά τα άλλα «μισητός» Τόμσεν. Ο απόλυτος παραλογισμός καθώς ο «εχθρός» της Ελλάδας αποβλήθηκε από τη «σύμμαχο» της χώρας όταν ήρθε η στιγμή να υποστηρίξει την πιο φιλελληνική πρόταση για κούρεμα του χρέους...
Τότε ήταν που άνοιξε ο δρόμος για τη διαμόρφωση της κοινής πρότασης των δανειστών προς την Ελλάδα. Αυτό το 5σέλιδο κείμενο που τίναζε τη διαπραγμάτευση στον αέρα. Η κ. Μέρκελ δεν μπορεί πλέον να κάνει πίσω. Πρέπει να κερδίσει το «ελληνικό στοίχημα». Η γερμανική κοινή γνώμη δεν έχει αντοχές ούτε ανοχές απέναντι σε ένα νέο πείραμα για την Ελλάδα. Είναι όπως το περιέγραφε προχθές ο Γιάκομπ Αουγκσταϊν, γιος του ιδρυτή του «Σπίγκελ» και υποστηρικτής του ΣΥΡΙΖΑ: «Στην Ελλάδα δίνεται άλλη μία ευκαιρία. Κι ακόμα μία. Και μετά ακόμα μία. Το θέατρο του παραλόγου της Ευρώπης αναμειγνύεται με την ελληνική τραγωδία. Φταίει η σκηνοθέτις: Η πολιτική της Μέρκελ για την Ελλάδα απέτυχε. Κι αυτό θα κοστίσει ακριβά». Φαντασθείτε ότι αυτός είναι από τους φιλικά διακείμενους απέναντι στην Ελλάδα.
ΝΙΚΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ
nmeletis@pegasus.gr
ΕΘΝΟΣ