→Για τους βιομηχάνους ο
δρόμος για τη «βιωσιμότητα» ήταν και είναι μονόδρομος: ιδιωτικοποιήσεις,
απορρύθμιση της αγοράς, μακροπρόθεσμη και βαθιά λιτότητα. Η πρότασή
τους στην ουσία ενσωματώθηκε στην πολιτική που είδαμε να εφαρμόζεται τα
τελευταία χρόνια
Της Ελλης Πάνου
Η ERT αντιπροσωπεύει αυτά που οι περισσότεροι δεν «γνωρίζουν», αλλά υποψιάζονται για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Δεν πρόκειται ακριβώς για «λόμπι». Δεν πρόκειται ακριβώς για think tank. Είναι περισσότερο μια εξωθεσμική, κλειστή, πανίσχυρη ομάδα «ανάληψης δράσης», η οποία και κρυφά και φανερά βρίσκεται στην καρδιά του κέντρου λήψης αποφάσεων που καθορίζουν το μέλλον όλων των πολιτών της Ε.Ε.Είναι, τώρα πια, περίπου 50 εκλεκτοί «ιππότες», που γύρω από μια «στρογγυλή τράπεζα» αποφασίζουν, προωθούν και επιβάλλουν στις πολιτικές ελίτ της Ευρώπης και των Βρυξελλών συγκεκριμένες ιδεολογίες, «οράματα», προγράμματα. Και κυρίως, συμφέροντα. Τα δικά τους συμφέροντα.
Μια φορά και έναν καιρό, λοιπόν -και για την ακρίβεια πριν από 31 χρόνια- οι «πεφωτισμένοι» βιομήχανοι της εποχής αποφάσισαν ότι πρέπει να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους για να μπει μια τάξη. Ετσι τον Απρίλιο του 1983, 17 από τους πλέον ισχυρούς έδωσαν ραντεβού στο Παρίσι για δυο ημέρες κουβεντούλας, με κοινό παρονομαστή την ανησυχία τους για την έλλειψη «δυναμισμού», καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ. Οπως εξήγησε τότε στο Newsweek ο διευθυντής της Philips: «Eάν περιμένουμε από τις κυβερνήσεις μας να κάνουν κάτι, θα περιμένουμε για πολύ… Δεν μπορεί όλα να εξαρτώνται από την πολιτική. Η βιομηχανία πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία». Και την ανέλαβε. Γι’ αυτό κι έκτοτε αυτά τα ραντεβού τούς έγιναν συνήθεια και ο κύκλος τους διευρύνθηκε. Υιοθέτησαν την ονομασία «Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων» (European Round Table of Industrialists), γνωστή με τα αρχικά ERT (www.ert.eu).
Τα μέλη είναι ένα κι ένα, όλα πασίγνωστα, από τους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της βαριάς βιομηχανίας, των κατασκευών, των τηλεπικοινωνιών, των υπηρεσιών και πρόκειται για τους μεγαλύτερους εργοδότες στην Ευρώπη:
Telefonica, Carlsberg, E.on, Unilever, British Airways, Nestle, France Telecom, Lafarge, Repsol YPF, Total, Vivendi, MOL Hungarian Oil and Gas Company, La Roche, Volvo, Siemens, Royal Philips Electronics, Deutsche Telekom, Bayer, Renault, BP, Pirelli, Royal Dutch/Shell Group, Nokia, Volkswagen, Vodafone, L’Oréal, Rolls-Royce, BASF, Telecom Italia, FIAT, ThyssenKrupp, Ericsson, τα Τσιμέντα ΤΙΤΑΝ κ.λπ.
Καθοδήγηση της Ε.Ε.
Είκοσι επτά χρόνια από την πρώτη τους συνάντηση, τον Φεβρουάριο του 2010, με τον μηχανισμό της ERT να δουλεύει πλέον στο φουλ, σαν ρολόι, και την οικονομική κρίση να έχει παραλύσει την Ευρώπη, οι βιομήχανοι-μέλη έδωσαν στη δημοσιότητα μια διαφωτιστική για τα σχέδιά τους έκθεση με τον τίτλο «Το όραμα της ERT για μια ανταγωνιστική Ευρώπη το 2025». Εκεί αναφέρεται η κρίση «ως ευκαιρία για να ξανασκεφτούμε την πορεία της Ευρώπης» και ξεκαθαρίζεται η πρόθεσή τους να εμπλακούν ευθέως, «με σκοπό να καθοδηγήσει η ERT τις επιλογές της ευρωπαϊκής πολιτικής την επόμενη δεκαετία». Οπως άλλωστε φαίνεται ότι γίνεται.
Για τους βιομηχάνους ο δρόμος για τη «βιωσιμότητα» ήταν και είναι μονόδρομος: ιδιωτικοποιήσεις, απορρύθμιση της αγοράς, μακροπρόθεσμη και βαθιά λιτότητα. Η πρότασή τους στην ουσία ενσωματώθηκε στην πολιτική που είδαμε να εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια. Ζήτησαν αυστηρή συμμόρφωση για τη μείωση των ελλειμμάτων στο 3% του ΑΕΠ και πλεονάσματα. Και πώς πρότειναν να χρηματοδοτηθεί αυτός ο στόχος; Φυσικά με «περικοπές των δημόσιων δαπανών σε τομείς μη βιώσιμους», «μεταρρυθμίσεις» στην κοινωνική ασφάλιση και στα συνταξιοδοτικά συστήματα, «κινητικότητα των εργαζομένων όλων των ηλικιών», «νέα αντίληψη για την ασφάλεια στην εργασία».
Ακούγεται γνωστή η συνταγή; Φυσικό είναι. Την επαναλαμβάνει ανά τακτά διαστήματα έκτοτε ο Μπαρόζο και την προωθεί η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης. «Βρέθηκαν στα χέρια μου οι σημειώσεις για ένα γεύμα εργασίας μεταξύ του Μπαρόζο και αντιπροσωπείας της ERT τον Φεβρουάριο του 2013», γράφει ο Ιρλανδός δημοσιογράφος Ντέιβιντ Κρόνιν, «κι ένα από τα βασικά αιτήματα των βιομηχάνων ήταν τα μέτρα λιτότητας που είχαν ληφθεί σε όλη την Ευρώπη να «επιβληθούν πιο δυναμικά» και στη διάρκεια του γεύματος το επιχείρημα ήταν ότι η ERT θα πρέπει να παίζει μεγαλύτερο ρόλο στον τρόπο που οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. ξοδεύουν τα χρήματα των φορολογουμένων». Πιστεύουν άλλωστε ότι «δικαιούνται», αφού, όπως λέει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όλες οι βιομηχανίες τους συνολικά έχουν τζίρο 1.300 δισ. ευρώ, έχουν 6,8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και επενδύουν 52 δισ. στην έρευνα και ανάπτυξη.
«Η ERT είναι ένα κλαμπ γιγάντων», έγραφε ο πρώην γενικός γραμματέας της επί μια δεκαετία, Κιθ Ρίτσαρντσον, «…συγκεντρώνονται κάθε έξι μήνες σε ολομέλεια… συνήθως Κυριακές για δείπνο εργασίας σε ξεχωριστές τοποθεσίες -ένα μουσείο στο Βερολίνο, την όπερα του Μιλάνου ή ακόμα και ένα βασιλικό καταφύγιο στο Λονδίνο- για να ακούσουν τις επισημάνσεις ενός πρωθυπουργού ή ανώτατου αξιωματούχου και για να υπάρχει η δυνατότητα ιδιωτικών συζητήσεων. Τα ίχνη της ERT είναι εμφανή παντού στην επίσημη πολιτική της Ε.Ε. εδώ και δεκαετίες -υποστηρίζει ο Κρόνιν- και ειδικά η εμμονή της για την “ανταγωνιστικότητα”, έναν ευφημισμό για την καταστροφή θέσεων εργασίας και του κοινωνικού κράτους».
Της Ελλης Πάνου
Η ERT αντιπροσωπεύει αυτά που οι περισσότεροι δεν «γνωρίζουν», αλλά υποψιάζονται για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Δεν πρόκειται ακριβώς για «λόμπι». Δεν πρόκειται ακριβώς για think tank. Είναι περισσότερο μια εξωθεσμική, κλειστή, πανίσχυρη ομάδα «ανάληψης δράσης», η οποία και κρυφά και φανερά βρίσκεται στην καρδιά του κέντρου λήψης αποφάσεων που καθορίζουν το μέλλον όλων των πολιτών της Ε.Ε.Είναι, τώρα πια, περίπου 50 εκλεκτοί «ιππότες», που γύρω από μια «στρογγυλή τράπεζα» αποφασίζουν, προωθούν και επιβάλλουν στις πολιτικές ελίτ της Ευρώπης και των Βρυξελλών συγκεκριμένες ιδεολογίες, «οράματα», προγράμματα. Και κυρίως, συμφέροντα. Τα δικά τους συμφέροντα.
Μια φορά και έναν καιρό, λοιπόν -και για την ακρίβεια πριν από 31 χρόνια- οι «πεφωτισμένοι» βιομήχανοι της εποχής αποφάσισαν ότι πρέπει να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους για να μπει μια τάξη. Ετσι τον Απρίλιο του 1983, 17 από τους πλέον ισχυρούς έδωσαν ραντεβού στο Παρίσι για δυο ημέρες κουβεντούλας, με κοινό παρονομαστή την ανησυχία τους για την έλλειψη «δυναμισμού», καινοτομίας και ανταγωνιστικότητας της ευρωπαϊκής οικονομίας σε σχέση με την Ιαπωνία και τις ΗΠΑ. Οπως εξήγησε τότε στο Newsweek ο διευθυντής της Philips: «Eάν περιμένουμε από τις κυβερνήσεις μας να κάνουν κάτι, θα περιμένουμε για πολύ… Δεν μπορεί όλα να εξαρτώνται από την πολιτική. Η βιομηχανία πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία». Και την ανέλαβε. Γι’ αυτό κι έκτοτε αυτά τα ραντεβού τούς έγιναν συνήθεια και ο κύκλος τους διευρύνθηκε. Υιοθέτησαν την ονομασία «Ευρωπαϊκή Στρογγυλή Τράπεζα των Βιομηχάνων» (European Round Table of Industrialists), γνωστή με τα αρχικά ERT (www.ert.eu).
Τα μέλη είναι ένα κι ένα, όλα πασίγνωστα, από τους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών, της βαριάς βιομηχανίας, των κατασκευών, των τηλεπικοινωνιών, των υπηρεσιών και πρόκειται για τους μεγαλύτερους εργοδότες στην Ευρώπη:
Telefonica, Carlsberg, E.on, Unilever, British Airways, Nestle, France Telecom, Lafarge, Repsol YPF, Total, Vivendi, MOL Hungarian Oil and Gas Company, La Roche, Volvo, Siemens, Royal Philips Electronics, Deutsche Telekom, Bayer, Renault, BP, Pirelli, Royal Dutch/Shell Group, Nokia, Volkswagen, Vodafone, L’Oréal, Rolls-Royce, BASF, Telecom Italia, FIAT, ThyssenKrupp, Ericsson, τα Τσιμέντα ΤΙΤΑΝ κ.λπ.
Καθοδήγηση της Ε.Ε.
Είκοσι επτά χρόνια από την πρώτη τους συνάντηση, τον Φεβρουάριο του 2010, με τον μηχανισμό της ERT να δουλεύει πλέον στο φουλ, σαν ρολόι, και την οικονομική κρίση να έχει παραλύσει την Ευρώπη, οι βιομήχανοι-μέλη έδωσαν στη δημοσιότητα μια διαφωτιστική για τα σχέδιά τους έκθεση με τον τίτλο «Το όραμα της ERT για μια ανταγωνιστική Ευρώπη το 2025». Εκεί αναφέρεται η κρίση «ως ευκαιρία για να ξανασκεφτούμε την πορεία της Ευρώπης» και ξεκαθαρίζεται η πρόθεσή τους να εμπλακούν ευθέως, «με σκοπό να καθοδηγήσει η ERT τις επιλογές της ευρωπαϊκής πολιτικής την επόμενη δεκαετία». Οπως άλλωστε φαίνεται ότι γίνεται.
Για τους βιομηχάνους ο δρόμος για τη «βιωσιμότητα» ήταν και είναι μονόδρομος: ιδιωτικοποιήσεις, απορρύθμιση της αγοράς, μακροπρόθεσμη και βαθιά λιτότητα. Η πρότασή τους στην ουσία ενσωματώθηκε στην πολιτική που είδαμε να εφαρμόζεται τα τελευταία χρόνια. Ζήτησαν αυστηρή συμμόρφωση για τη μείωση των ελλειμμάτων στο 3% του ΑΕΠ και πλεονάσματα. Και πώς πρότειναν να χρηματοδοτηθεί αυτός ο στόχος; Φυσικά με «περικοπές των δημόσιων δαπανών σε τομείς μη βιώσιμους», «μεταρρυθμίσεις» στην κοινωνική ασφάλιση και στα συνταξιοδοτικά συστήματα, «κινητικότητα των εργαζομένων όλων των ηλικιών», «νέα αντίληψη για την ασφάλεια στην εργασία».
Ακούγεται γνωστή η συνταγή; Φυσικό είναι. Την επαναλαμβάνει ανά τακτά διαστήματα έκτοτε ο Μπαρόζο και την προωθεί η πολιτική ηγεσία της Ευρώπης. «Βρέθηκαν στα χέρια μου οι σημειώσεις για ένα γεύμα εργασίας μεταξύ του Μπαρόζο και αντιπροσωπείας της ERT τον Φεβρουάριο του 2013», γράφει ο Ιρλανδός δημοσιογράφος Ντέιβιντ Κρόνιν, «κι ένα από τα βασικά αιτήματα των βιομηχάνων ήταν τα μέτρα λιτότητας που είχαν ληφθεί σε όλη την Ευρώπη να «επιβληθούν πιο δυναμικά» και στη διάρκεια του γεύματος το επιχείρημα ήταν ότι η ERT θα πρέπει να παίζει μεγαλύτερο ρόλο στον τρόπο που οι κυβερνήσεις της Ε.Ε. ξοδεύουν τα χρήματα των φορολογουμένων». Πιστεύουν άλλωστε ότι «δικαιούνται», αφού, όπως λέει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όλες οι βιομηχανίες τους συνολικά έχουν τζίρο 1.300 δισ. ευρώ, έχουν 6,8 εκατομμύρια θέσεις εργασίας και επενδύουν 52 δισ. στην έρευνα και ανάπτυξη.
«Η ERT είναι ένα κλαμπ γιγάντων», έγραφε ο πρώην γενικός γραμματέας της επί μια δεκαετία, Κιθ Ρίτσαρντσον, «…συγκεντρώνονται κάθε έξι μήνες σε ολομέλεια… συνήθως Κυριακές για δείπνο εργασίας σε ξεχωριστές τοποθεσίες -ένα μουσείο στο Βερολίνο, την όπερα του Μιλάνου ή ακόμα και ένα βασιλικό καταφύγιο στο Λονδίνο- για να ακούσουν τις επισημάνσεις ενός πρωθυπουργού ή ανώτατου αξιωματούχου και για να υπάρχει η δυνατότητα ιδιωτικών συζητήσεων. Τα ίχνη της ERT είναι εμφανή παντού στην επίσημη πολιτική της Ε.Ε. εδώ και δεκαετίες -υποστηρίζει ο Κρόνιν- και ειδικά η εμμονή της για την “ανταγωνιστικότητα”, έναν ευφημισμό για την καταστροφή θέσεων εργασίας και του κοινωνικού κράτους».