Δεν θα συμμορφωθώ προς τας υποδείξεις
της διαπλοκής, των δανειστών-δυναστών, της προπαγάνδας, των εκβιασμών, των απειλών, του παράλογου και της ανηθικότητας.
Οχι, διότι δεν θέλω τη χώρα μου γιουσουφάκι.
Οχι, διότι οι νεαρές Ελληνίδες και οι νεαροί Ελληνες φεύγουν μετανάστες στην ξένη. Οχι, διότι όσα αγόρια και κορίτσια παραμείνουν στην Ελλάδα δεν θα έχουν δουλειά, ή θα δουλεύουν σαν σκλάβοι. Δεν θα παντρεύονται και δεν θα κάνουν παιδιά.
Οχι, διότι αν πω «ναι» η χώρα μου από Ειδική Οικονομική Ζώνη θα γίνει Στρατόπεδο Συγκέντρωσης. Οχι, για να ανακτήσει η χώρα μου το αυτεξούσιο, όχι, διότι δεν θέλω να φθάσουν οι μισθοί στα 400 ή 350 ευρώ και οι συντάξεις στα 200.
Οχι, διότι η λεηλασία των γεωργών, η αποβιομηχάνιση και το ξεπούλημα των πόρων και των υποδομών της χώρας σπάνε τη ραχοκοκαλιά του έθνους, αποσαθρώνουν την κοινωνία και εξολοθρεύουν τον λαό.
Οχι, διότι δεν δημιούργησε ο λαός τα χρέη.
Οχι, διότι μου ζητούν να πω «ναι» αυτοί που τα δημιούργησαν. Αυτοί που τα φάγανε. Που φάγανε μισθούς, συντάξεις και μαγαζιά. Αυτοί που με βρίζουν τεμπέλη διεφθαρμένο, λαϊκιστή και φαιοκόκκινο.
Οχι, διότι πολλοί αυτοκτόνησαν, όχι, για να μην αυτοκτονήσουν κι άλλοι. Οχι, διότι πολλά παιδιά επείνασαν, όχι, για να μη συνεχίσουν να πεινάνε.
Οχι άλλο στη θλίψη μας, όχι στην απελπισία μας. Οχι, διότι σκοτείνιασαν τα σπίτια μας.
Οχι στον φόβο μου μήπως χάσω τις αλυσίδες μου.
Οχι, διότι ο Α. μου είπε «βάστα γερά».
Οχι, διότι η Ευρωπαϊκή Ενωση διέκοψε μονομερώς τη χρηματοδότηση της χώρας κι έστειλε τους πολίτες στα ΑΤΜ,
για να ανατρέψει την κυβέρνηση που εξέλεξε ο λαός διά του λαού. Οχι στους «λυτούς και τους δεμένους» που έχουν πέσει πάνω μου για να με (ξανα)δέσουν.
Οχι σ’ αυτούς που αδάκρυτοι έβλεπαν (και μάλιστα χλεύαζαν για το τι σόι λαός είμαστε) εκείνους που φτωχοποίησαν, να τρέχουν στις ουρές για τα συσσίτια, στις διανομές για δυο κιλά ντομάτες τζάμπα και στους κάδους των σκουπιδιών του Πάγκαλου, του Βορίδη και του Σταύρου Θεοδωράκη.
Οχι, διότι πολλοί πια στην Ευρώπη μού συμπαρίστανται. Κοιτούν να δουν αν θα τα καταφέρω. Οχι διότι η καρδιά τους, η μισή στην Ελλάδα βρίσκεται.
Οχι, διότι το «ναι» στην Ευρώπη που εκγερμανίζεται δημιουργεί μια Ευρωπαϊκή Ενωση που θα τρώει όλα «τα παιδιά των κατώτερων θεών»: των εργατών, των μεταναστών και των μικροπαραγωγών.
Ας πουν «ναι» εκείνοι που (υπ)ακούνε στα ρήματα των ναιναίκων. Εγώ σε άλλων ρήματα και νόμους πείθομαι κι αν πέσω, θα πέσω πλυμένος και χτενισμένος. Οχι, διότι ακόμα κι αν πέσω, θα έχω νικήσει.
Οχι, διότι, όπως έγραψε και η «Il Manifesto»: «Μια Ευρώπη δίχως την Ελλάδα είναι όπως ένας ενήλικας δίχως παιδική ηλικία. Χωρίς μνήμη, χωρίς γλώσσα».
Οχι, αυτήν τη φορά δεν θα επιστρατεύσω τους ποιητές και τους αγίους του λαού, τους αντάρτες και νεομάρτυρες, δεν θα καταφύγω στο φως των γιαλών και στις λέξεις της αρχαίας μνήμης μας, αλλά θα σταθώ στη δική μου ευθύνη,
γυμνή χωρίς τα φυλαχτά της,
εγώ ο πολίτης εσύ
με την ψήφο μου και την ψυχή μου.
Ο ΣΤΑΘΗΣ ΣΤΟΝ ΕΝΙΚΟ
της διαπλοκής, των δανειστών-δυναστών, της προπαγάνδας, των εκβιασμών, των απειλών, του παράλογου και της ανηθικότητας.
Οχι, διότι δεν θέλω τη χώρα μου γιουσουφάκι.
Οχι, διότι οι νεαρές Ελληνίδες και οι νεαροί Ελληνες φεύγουν μετανάστες στην ξένη. Οχι, διότι όσα αγόρια και κορίτσια παραμείνουν στην Ελλάδα δεν θα έχουν δουλειά, ή θα δουλεύουν σαν σκλάβοι. Δεν θα παντρεύονται και δεν θα κάνουν παιδιά.
Οχι, διότι αν πω «ναι» η χώρα μου από Ειδική Οικονομική Ζώνη θα γίνει Στρατόπεδο Συγκέντρωσης. Οχι, για να ανακτήσει η χώρα μου το αυτεξούσιο, όχι, διότι δεν θέλω να φθάσουν οι μισθοί στα 400 ή 350 ευρώ και οι συντάξεις στα 200.
Οχι, διότι η λεηλασία των γεωργών, η αποβιομηχάνιση και το ξεπούλημα των πόρων και των υποδομών της χώρας σπάνε τη ραχοκοκαλιά του έθνους, αποσαθρώνουν την κοινωνία και εξολοθρεύουν τον λαό.
Οχι, διότι δεν δημιούργησε ο λαός τα χρέη.
Οχι, διότι μου ζητούν να πω «ναι» αυτοί που τα δημιούργησαν. Αυτοί που τα φάγανε. Που φάγανε μισθούς, συντάξεις και μαγαζιά. Αυτοί που με βρίζουν τεμπέλη διεφθαρμένο, λαϊκιστή και φαιοκόκκινο.
Οχι, διότι πολλοί αυτοκτόνησαν, όχι, για να μην αυτοκτονήσουν κι άλλοι. Οχι, διότι πολλά παιδιά επείνασαν, όχι, για να μη συνεχίσουν να πεινάνε.
Οχι άλλο στη θλίψη μας, όχι στην απελπισία μας. Οχι, διότι σκοτείνιασαν τα σπίτια μας.
Οχι στον φόβο μου μήπως χάσω τις αλυσίδες μου.
Οχι, διότι ο Α. μου είπε «βάστα γερά».
Οχι, διότι η Ευρωπαϊκή Ενωση διέκοψε μονομερώς τη χρηματοδότηση της χώρας κι έστειλε τους πολίτες στα ΑΤΜ,
για να ανατρέψει την κυβέρνηση που εξέλεξε ο λαός διά του λαού. Οχι στους «λυτούς και τους δεμένους» που έχουν πέσει πάνω μου για να με (ξανα)δέσουν.
Οχι σ’ αυτούς που αδάκρυτοι έβλεπαν (και μάλιστα χλεύαζαν για το τι σόι λαός είμαστε) εκείνους που φτωχοποίησαν, να τρέχουν στις ουρές για τα συσσίτια, στις διανομές για δυο κιλά ντομάτες τζάμπα και στους κάδους των σκουπιδιών του Πάγκαλου, του Βορίδη και του Σταύρου Θεοδωράκη.
Οχι, διότι πολλοί πια στην Ευρώπη μού συμπαρίστανται. Κοιτούν να δουν αν θα τα καταφέρω. Οχι διότι η καρδιά τους, η μισή στην Ελλάδα βρίσκεται.
Οχι, διότι το «ναι» στην Ευρώπη που εκγερμανίζεται δημιουργεί μια Ευρωπαϊκή Ενωση που θα τρώει όλα «τα παιδιά των κατώτερων θεών»: των εργατών, των μεταναστών και των μικροπαραγωγών.
Ας πουν «ναι» εκείνοι που (υπ)ακούνε στα ρήματα των ναιναίκων. Εγώ σε άλλων ρήματα και νόμους πείθομαι κι αν πέσω, θα πέσω πλυμένος και χτενισμένος. Οχι, διότι ακόμα κι αν πέσω, θα έχω νικήσει.
Οχι, διότι, όπως έγραψε και η «Il Manifesto»: «Μια Ευρώπη δίχως την Ελλάδα είναι όπως ένας ενήλικας δίχως παιδική ηλικία. Χωρίς μνήμη, χωρίς γλώσσα».
Οχι, αυτήν τη φορά δεν θα επιστρατεύσω τους ποιητές και τους αγίους του λαού, τους αντάρτες και νεομάρτυρες, δεν θα καταφύγω στο φως των γιαλών και στις λέξεις της αρχαίας μνήμης μας, αλλά θα σταθώ στη δική μου ευθύνη,
γυμνή χωρίς τα φυλαχτά της,
εγώ ο πολίτης εσύ
με την ψήφο μου και την ψυχή μου.
Ο ΣΤΑΘΗΣ ΣΤΟΝ ΕΝΙΚΟ