Του Γιώργου Μαργαρίτη* Ο πρώτος πολιτικός στόχος, η πρώτη αποστολή της «Μεταπολίτευσης» του 1974 ήταν η προσαρμογή του ελληνικού πολιτικού συστήματος στις νέες κοινωνικές συνθήκες που δημιούργησαν οι οικονομικές εξελίξεις της δεκαετίας 1960 και των αρχών του 1970. Ταυτόχρονα η νέα κατάσταση χρειάστηκε να απαντήσει στα νέα δεδομένα και ισορροπίες που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο μετά το τέλος των πολέμων της αποαποικιοποίησης και τις εξελίξεις στο μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου. Το πρώτο μετεμφυλιακό πολιτικό σύστημα, εκείνο των πολλαπλών πόλων εξουσίας με το Παλάτι, το παρακράτος, τον «πολιτευόμενο» στρατό, την τυφλή «εθνικοφροσύνη», βάση και πρόσχημα του αντικομμουνισμού και της κοινωνικής αδικίας, είχε δείξει τα όριά του στα χρόνια της επτάχρονης δικτατορίας και είχε πείσει ακόμα και τους πλέον ένθερμους υποστηρικτές του – ανάμεσα στις ελληνικές οικονομικές ελίτ, αλλά και στη μακρινή Ουάσιγκτον – ότι αδυνατούσε πλέον να διαχειριστεί τους νέους καιρούς.
Οπωσδήποτε όλοι οι ενδιαφερόμενοι για αλλαγές στον τρόπο διακυβέρνησης της χώρας ενδιαφέρονταν εξίσου και για τη διατήρηση μερικών σταθερών «παραδόσεων» των μετεμφυλιακών κληροδοτημάτων: το λαϊκό κίνημα έπρεπε να παραμείνει στο περιθώριο των αποφάσεων και των γεγονότων.Η αστική αντιδικτατορική αντιπολίτευση –αντίσταση, αν προτιμάτε– είχε προετοιμάσει το έδαφος σε αυτό το πεδίο. Αρνήθηκε επίμονα και πολέμησε την προοπτική συγκρότησης ενός μαζικού δημοκρατικού κινήματος που θα επανέφερε στη σύγχρονη ελληνική ιστορία κοινωνικά, ταξικά, αιτήματα, όπως εκείνα που είχε αναδείξει το μαζικό κίνημα της Εθνικής Αντίστασης 1941-1944 και ο Εμφύλιος Πόλεμος. Η αλλαγή – αλλαγή, αλλά και οι εφιάλτες του αστικού κόσμου, εφιάλτες…
Στην πρακτική των ποικιλώνυμων αστικών οργανώσεων αντιδικτατορικού αγώνα τη θέση του μαζικού κινήματος πήραν πράξεις εντυπωσιασμού – βομβιστικές ενέργειες-, η πολιτική εμβέλεια των οποίων έφτανε μέχρι τα ευρωπαϊκά κέντρα πολιτικής διαχείρισης – το Συμβούλιο της Ευρώπης κυρίως. Στην ουσία γινόταν μια επίμονη επίκληση παρέμβασης των «ευρωπαϊκών» δυνάμεων, εκείνων δηλαδή που στα χρόνια αυτά οικοδομούσαν την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα και δι’ αυτής προετοίμαζαν τους θεσμούς της μετέπειτα Ενωσης. Η επίκληση απέδωσε καρπούς και το καλοκαίρι του 1974 μαζί με τους συντηρητικούς αστούς στους οποίους ανατέθηκε η εξουσία, ήρθε και εγκαταστάθηκε και ο νέος κηδεμόνας του ελληνικού αστισμού – ευρωπαϊκός πλέον και ουχί αμερικάνικος όπως και η ίδια η αμερικανική πλευρά (λόγω φόρτου εργασίας και υποχρεώσεων) το επιθυμούσε. Εκτοτε ο πολιτικός σχεδιασμός της Μεταπολίτευσης και των συνακόλουθων οικονομικών ελίτ που την στήριξαν ακολούθησαν την ευρωπαϊκή πεπατημένη του «εκδημοκρατισμού» που επέπρωτο να ακολουθήσουν πολλά άλλα κράτη της Γηραιάς Ηπείρου τα επόμενα χρόνια.
Η τρομερή καταστολή των κινητοποιήσεων των εργαζομένων του 1975 έδειξε τα όρια της νέας «ελευθερίας», όπως και τους έχοντες δικαιώματα σε αυτή. Στα 1981 ήρθε το ευρωπαϊκό χρήμα των «αναδιαρθρωτικών» ταμείων και μαζί τους και η δημαγωγία του ΠΑΣΟΚ. Παραλλαγές συνταγών που θα εφαρμόζονταν λίγο αργότερα και στις πρώην λαϊκές δημοκρατίες. Τα τελευταία χρόνια του Ψυχρού Πολέμου ο τόνος ήταν στις «ελευθερίες» και στην κοινή –καταναλωτική– ευημερία: λόγια, ιδέες και πολιτικές που πολυδιαφήμισε και μεθοδικά εφάρμοσε η αστική πολιτική ελίτ της χώρας. Τον Φεβρουάριο του 1992, λίγο μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και την παλινόρθωση του καπιταλισμού στις Λαϊκές Δημοκρατίες, το πλαίσιο άρχισε προσεκτικά και σταδιακά να αλλάζει – η ενιαία πλέον Ευρώπη άρχισε την αντικατάσταση των μεγάλων υποσχέσεων με διφορούμενους όρους και στόχους: η ανταγωνιστικότητα έγινε πολύ σύντομα η νέα θεότητα της ηπείρου. Εξυπακούεται ότι η ελληνική πολιτική ελίτ –ανεξάρτητα ψευδεπίγραφων αυτοπροσδιορισμών (Αριστερά, Δεξιά, Κέντρο κ.λπ.)– υιοθέτησε αμέσως τις νέες θεότητες. Για μια ισχυρή Ελλάδα σε μια ισχυρή Ευρώπη, που έλεγαν τότε. Το πολιτικό ημερολόγιο της Μεταπολίτευσης συνέχισε έκτοτε να ακολουθεί πιστά το ευρωπαϊκό αντίστοιχο και να ευθυγραμμίζεται με συγκινητική συνέπεια με αυτό. Σε τελευταία ανάλυση, ο ελληνικός καπιταλισμός ήταν εξαιρετικά ευνοημένος από τις εξελίξεις. Στη θέση των πολλών που φτώχαιναν και χρεώνονταν, οι λίγοι, το τραπεζικό, το ναυτιλιακό, το εμπορικό κεφάλαιο έζησαν –για λίγο– τις πλέον ευτυχισμένες στιγμές της σύγχρονης ιστορίας τους.
Κατόπιν, στις μέρες μας, ο λογαριασμός βάρυνε. Στο οικονομικό πεδίο κυριάρχησε η έννοια κρίση και στο πολιτικό ανακαλύφθηκε ότι η Μεταπολίτευση… τελείωσε. Ο ελληνικός καπιταλισμός αναζητά πλέον νέες κουμπαριές στο μακρινό Κατάρ ή στην ακόμα πιο μακρινή Κίνα και από το μεγάλο ευρωπαϊκό του όνειρα κρατά μόνο την προσδοκία της «ελάφρυνσης του χρέους». Μόνο κάτι απίστευτα αφελείς (λόγω μικροαστικής ευπιστίας) πολιτικοί φορείς εξακολουθούν να πιστεύουν στη «σωστή» Μεταπολίτευση, όπως και στο ευρωπαϊκό όραμα: σταθερά ελπίζουν και υπόσχονται Ευρώπη των λαών με «ανθρώπινο» (δηλαδή αταξικό) «πρόσωπο», με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ζητούσαν άλλοτε «σοσιαλισμό με ανθρώπινο (αταξικό) πρόσωπο»,«καπιταλισμό με ανθρώπινο (αταξικό) πρόσωπο», ως και «χούντα με ανθρώπινο (αταξικό) πρόσωπο», σαράντα ένα χρόνια πριν, τότε με τον «εκδημοκρατισμό» των Παπαδόπουλου-Μαρκεζίνη, λίγο πριν από την εξέγερση του Πολυτεχνείου… Δεν είναι τίποτε παράξενο – για τα όρια της πολιτικής, σοσιαλδημοκρατικής φαντασίας του μικροαστισμού πρόκειται!
…………………………………………………………………………..
* Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ
http://www.efsyn.gr/?p=219551