Του Αθανασιου Έλλις
Τη στιγμή που η προσοχή όλων είναι εύλογα στραμμένη στην οικονομία
και τον επερχόμενο καταιγισμό φορολογικών επιβαρύνσεων, στην περιβόητη
λίστα Λαγκάρντ και την ατυχή διαχείρισή της, όπως και στην επικίνδυνη
εξέλιξη των τελευταίων ημερών με τις επιθέσεις στα γραφεία της Ν.Δ. και
σε κατοικίες δημοσιογράφων, εξελίξεις δρομολογούνται σε ένα άλλο
σημαντικό ζήτημα που ταλανίζει τη χώρα επί μια εικοσαετία, το Σκοπιανό.
Ο προσεκτικός παρατηρητής της μακράς διαδρομής του ζητήματος διαπιστώνει έντονη κινητικότητα που προμηνύει ουσιαστικά βήματα. Ο Μάθιου Νίμιτς εργάζεται αθόρυβα, αλλά αποτελεσματικά. Το ζήτημα της ονομασίας έχει εισέλθει σε κρίσιμη φάση. Τίποτα δεν είναι σίγουρο. Στιγμές προσέγγισης έχουν υπάρξει και στο παρελθόν, με πλέον χαρακτηριστική αυτή των κ. Σημίτη και Γκεοργκίεφσκι, αλλά τελικά δεν ευοδώθηκαν. Ομως, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ, έμπειρος διπλωμάτης, που έχει ζήσει όλη την πορεία του ζητήματος και συμμετείχε στην επίτευξη της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, εμφανίζεται αποφασισμένος και συγκρατημένα αισιόδοξος. Δύο μόλις ημέρες μετά την επιστροφή του από τις επισκέψεις του σε Αθήνα και Σκόπια, κάλεσε τους εκπροσώπους των δύο χωρών σε νέα συνάντηση στη Νέα Υόρκη στο τέλος του μήνα. Από την πλευρά τους και οι δύο κυβερνήσεις επιδεικνύουν σοβαρότητα. Συζητούν ουσιαστικά και δεν προβαίνουν σε διαρροές.
Η ελληνική πολιτική γεωγραφία οδηγεί στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η λύση που θα υπογράψει ο σημερινός πρωθυπουργός θα έχει τη στήριξη όχι μόνο της τρικομματικής κυβέρνησης, αλλά και της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Ο Αλέξης Τσίπρας θα κληθεί να επιδείξει τη σοβαρότητα και τον ρεαλισμό που πρέπει να χαρακτηρίζουν έναν ηγέτη που διεκδικεί την εξουσία, χωρίς εκπτώσεις στις θέσεις και την ιδεολογία του. Μόνο στην άκρα Δεξιά θα υπάρξουν ουσιαστικές αντιδράσεις.Ανάλογοι συσχετισμοί επικρατούν και στην ΠΓΔΜ όπου η σοσιαλδημοκρατική αντιπολίτευση εγκαλεί τον κ. Γκρούεφσκι για τον εγκλωβισμό της χώρας εκτός Ε.Ε. και ΝΑΤΟ. Ο άνθρωπος που έχει επενδύσει στον εθνικισμό μπορεί να δώσει οριστικό τέλος στην εκκρεμότητα προς όφελος της χώρας του και να ανοίξει τις πόρτες των ευρωατλαντικών θεσμών στην ΠΓΔΜ.
Για να είναι αποδεκτή η λύση, αλλά και βιώσιμη και πρακτική, θα πρέπει να προβλέπει τη δεσμευτική αναγνώριση της γειτονικής χώρας από τους διεθνείς οργανισμούς και τους διακρατικούς θεσμούς, όπως η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ, με τη σύνθετη ονομασία η οποία θα αναγράφεται στα διαβατήρια. Η χώρα μπορεί να αυτοαποκαλείται όπως θέλει, αλλά διεθνώς θα περιγράφεται με τη νέα της ονομασία.
Το Συμβούλιο Ασφαλείας θα παροτρύνει, αλλά δεν θα επιβάλει στα μέλη της διεθνούς κοινότητας να υιοθετήσουν τη νέα ονομασία. Κάποιες χώρες, ακόμη και σημαντικές, όπως η Κίνα, ίσως συνεχίσουν να χρησιμοποιούν το «Μακεδονία». Θα είναι μια ατυχής επιλογή τους που θα ενοχλήσει βαθύτατα την Ελλάδα και μέσα από αυτό το πρίσμα πρέπει να διαμορφώσουν την τελική τους στάση σε ένα θέμα που γι’ αυτούς είναι ήσσον, αλλά για την Ελλάδα μείζον.
Η Αθήνα είναι έτοιμη να «κλείσει» το ζήτημα στη βάση της σύνθετης ονομασίας με γεωγραφικό προσδιορισμό, που το 2007 ο Κώστας Καραμανλής και η Ντόρα Μπακογιάννη οριοθέτησαν ως τον έντιμο συμβιβασμό αλλά και την «κόκκινη γραμμή» της Ελλάδας, στάση που βρήκε ανταπόκριση σε ένα ευρύ πολιτικό φάσμα και στην κοινωνία. Ο Αντώνης Σαμαράς έχει την πολιτική βούληση και αυξημένη αξιοπιστία στο συγκεκριμένο θέμα. Εάν ο Νίκολα Γκρούεφσκι ζυγίσει προσεκτικά την κατάσταση και ερμηνεύσει σωστά τα μηνύματα που εκπέμπει η Ε.Ε., θα κατανοήσει ότι τον συμφέρει να προχωρήσει σε συμφωνία. Θα είναι στρατηγικό λάθος να απολέσει και αυτή την ευκαιρία και να παρατείνει την απομόνωση της χώρας του.